Χρόνια Αποφρακτική πνευμονοπάθεια - εισαγωγή

εισαγωγή

ορισμοί.  Είναι χρόνια πάθηση των αεραγωγών ή/και του παρεγχύματος, που εκδηλώνεται με μερικά μόνο αναστρέψιμοπεριορισμό της ροής, απότοκη αυξημένων αντιστάσεων στους μικρούς, ιδίως αεραγωγούς (<2 mm), λόγω πάχυνσης των τοιχωμάτων τους και κατάληψης του αυλού τους, από βλεννοφλεγονώδες εξίδρωμα. Εναλλάκτικά, μπορεί να οφείλεται σε μείωση της ακτινωτής υποστηρίξεως των περιφερικών αεραγωγών, από το παρακείμενο παρέγχυμα, και απώλεια της βατότητάς τους. 

Κλασικά, αναγνωρίζονται δύο διακριτοί τύποι ΧΑΠ.

  1. η χρονία βρογχίτιδα περιγράφεται κλινικά ως αλεπάλληλα επεισόδια παραγωγικού βήχα, που αθροιστικά διαρκούν περισσότερο από τρεις μήνες, το χρόνο, κατά τη δια΄ρκεια των 2 τελευταίων ετών.
  2. το πνευμονικό εμφύσημα ορίζεται παθολογοανατομικά, ως διάταση των πέρα από τα τελικά βρογχιόλια, αεροχώρων, λόγω οριστικής καταστροφής των κυψελίδων.
  3. Οι δύο τύποι συνυπάρχουν και αμιγείς μορφές ΧΑΠ αναγνωρίζονται σπάνια.
  4. Στις ΗΠΑ, είναι 4η αιτία θανάτου.

επιδημιολογία

Η ΧΑΠ ευρίσκεται στη τρίτη θέση, στην κατάταξη αιτιών θανάτου από κάθε αιτία, και ευθύνεται για το 1/5 (23%) των θανάτων από κάθε πάθηση/νόσημα του αναπνευστικού. Το 2004, κατέληξαν πάνω από 30000 ασθενείς, στο Η.Β., ηλικίας >65 ετών  (&).

βλέπε επιπολασμός

παράγοντες κινδύνου και αίτια.
  • κάπνισμα. ευθύνεται για το 90% των περιπτώσεων ΧΑΠ, που προσβάλλουν το 10% του συνόλου πληθυσμού.
  • ανεπάρκεια α1ΑΤ - ο κίνδυνος αυξάνεται στα άτομα που συνδυάζουν ανεπάρκεια α1ΑΤ και κάπνισμα.
  • περιβαλλοντικοί παράγοντες. επαγγελματική έκθεση, ατμοσφαιρική ρύπανση, παθητικό κάπνισμα.
  • μερικοί υποστηρίζουν ότι το χρόνιο άσθμα είναι ανεξάρτητος εκλυτικός παράγων ΧΑΠ.
  • υποστηρίζεται ότι οι λοιμώξεις της παιδικής ηλικίας προδιαθέτουν σε ΧΑΠ κατά την ενήλικη ζωή.
  • μερικοί υποστηρίζουν ότι η υποκλινική υπογαμμασφαιριναιμία αποτελεί ανεξάρτητο παράγοντα ΧΑΠ. 
παθογένεια.
α. χρόνια βρογχίτις. Υπερβολικές ποσότητες παθολογικής συστάσεως τραχειοβρογχικής βλέννης, κατακλύζουν το τους αεραγωγούς. Ο ασθενής αναφέρει παραγωγικό βήχα. Η βατότητα των βρόγχων,  ιδίως των περιφερικών, μικρών αεραγωγών, εγάκρσιας διαμέτρου< 2.0mm, υφίστανται απόφραξη, λόγω παχύνσεως του τοιχώματός τους, οιδήματος του βλεννογόνου και υπερτροφίας, υπερπλασίας και μεταπλασίας των τραχειοβρογχικών αδένων, των λείων μυΙκών ινών και των καλυκοειδών κυττάρων. Στους μικρούς αεραγωγούς, τα κύτταρα Clara αντικαθίστανται από υπερτροφικά, υπερπλαστικά και μεταπλασθέντα καλυκοειδή κύτταρα, με αποτέλεσμα ο αεραγωγός επαλείφεται από υψηλού ιξώδους φλεγμονώδες εξίδρωμα, αντί επιφανειοδραστικής ουσίας που θα συνέβαλε στη διατήρηση της βατότητάς τους. Παρατηρείται, επίσης, εγκατάσταση ουλώδους ιστού, λόγω προσελκύσεως και ενεργοποιήσεως των ινοβλαστών και υπερπλασία και μεταπλασία (ανευρίσκονται εκεί που φυσιολογικά δεν υπάρχουν) των λείων μυϊκών ινών. 
β. πνευμονικό εμφύσημα. Η καταστροφή των τποιχωμάτων των κυψελίδων οφείλεται στην περίσσεια πρωτεασών (ελαστάσης) ή σχετικής ανεπάρκειας της αντιελαστάσης (α1ΑΤ) στους πνεύμονες. Η ελαστάση απελευθερώνεται από τα πολυμορφοπύρηνα και τα μακροφάγα, ενεργοποιούμενα από πληθώρα κιτοκινών,που ελευθερώνονται κατά τις εξελίξεις της φλεγμονής.  
κλινική εικόνα. 
α. συμπτώματα.
  1. Αναγνωρίζεται οποιοσδήποτε συνδυασμός βήχα, αποχρέμψεως και δύπνοιας (κοπώσεως/ηρεμίας) ανάλογα με τη βαρύτητα της παθήσεως. Η δύσπνοια άρχεται ως δύσπνοια κοπώσεως, αλλά με την εξέλιξη της παθήσεως, προοδευτικά επιτείνεται, εμφανίζεται με λιγότερη κόπωση και καταλήγει ως δύπνοια αναπαύσεως.
  2. η εμφάνιση και η ένταση των συμπτωμάτων εξαρτάται από τους κατά περίπτωση συντελεστές της παθήσως (χρονία βρογχίτις/πνευμονικό εμφύσημα). Οι περισσότερη ασθενείς εμφανίζουν, σε άλλοτε άλλη αναλογία, και τις δύο μορφές της παθήσεως.
  3. Μερικοί ασθενείς εμφανίζουν περιορισμένη ποιότητα ζωής (καθιστική), αλλά αναφέρουν λίγα συμπτώματα. Αποφεύγουν την εμπειρία της δύσπνοιας,κοπώσεως, που είναι το χαρακτηριστικότερο σύμπτωμα της ΧΑΠ αποφεύγοντας την σωματική καταπόνιση.
  4. πτωχή ποιότητα ύπνου, νυκτερινά συμπτώματα. Πιστεύεται ότι τα νυκτερινά συμπτώματα και η έκπτωση της ποιότητας του ύπνου αφορά  περισσότερο από το 75% των ασθενών με ΧΑΠ. Στην αιτιολογία των νυκτερινών συμπτωμάτων περιλαμβάνονται φαινοτυπικές διαταραχές, όπως η παχυσαρκία και η ηλικία ή άλλες ιατρικές καταστάσεις, η φαρμακοθεραπεία (τα βρογχοδιασταλτικά και η θεοφυλλίνη ενοχοποιούνται για αϋπνίες, συμπτώματα που συνδέονται με τη πάθηση (αναστροφή ύπνου επί ασθενών με ΧΑΠ), η παρουσία συνοσηροτήτων που προκαλούν διαταραχές του ύπνου. Η κακή ποιότητα ύπνου συνεπάγεται αύξηση της συχνότητας των παροξύνσεων,  επιδείνωση καρδαγγειακών προβλημάτων, γνωστικές διαταραχές, κόπωση και υπνηλία κατά τη διάρκεια της ημέρας, κατάθλιψη, έκπτωση της ποιότητας ζωής, και εν τέλει, αύξηση της θνητότητας. 
β. σημεία - μπορεί να καταγραφούν τα επόμενα:
  1. παρατεταμένος χρόνος εκπνοής (&). Ο χρόνος πλήρους εκπνοής της ζωτικής χωρητικότητας >=6 δευτερόλεπτα, αποτελεί σημείο αποφράξως (ευαισθησία 75%).
  2. υπερτυμπανικότητα
  3. τελοεκπνευστικοί συρρίττοντες στη βίαιη εκπνοή, μείωση του αναπνευστικού ψιθυρίσματος, ή/και εισπνευστικοί τρίζοντες.
  4. ταχύπνοια, ταχυκαρδία
  5. ενεργοποίηση των επικουρικών αναπνευστικών μυών
  6. κυάνωση
  7. υπερδιάταση πνεύμονος 

διάγνωση. 

  1. σπιρομέτρηση, με την οποία θα καταδειχεθί η αποφρακτικού τύπου μείωση της ικανότητας αερισμού και θα σταδιοποιηθεί ο ασθενής. Εκτός από τον δείκτη Gaesler (Tifeneau: FEV1/FVC X 100) πρέπει να ελέγχονται και οι μέγιστες ροές σε κλάσματα FVC, όπως, η V'75 ,  V'50 V'25 .
  2. έλεγχος ολικής πνευμονικής χωρητικότηtας, υπολειπόμενου όγκου, για την εκτίμηση της πρώιμης συγκλείσεως των αεραγωγώνν.
  3. μέτρηση συντελεστού διαχύσεως, με την οποία θα διακριθεί εάν πρόκειται για χρονία βρογχίτιδα (: φυσιολογική DLCO) ή πνευμονικό εμφύσημα (: μειωμένο DLCO).
  4. έλεγχος διατασιμότητας, αντιστάσεων, εκπνευστικής και εισπνευστικής πιέσεως.
  5. Η ακτινογραφία θώρακος διαθέτει χαμηλή ευαισθησία στην διάγνωση της ΧΑΠ. Μπορεί να αναγνωρισθεί το πνευμονικό εμφύσημα, με χαρακτηριστικά την αεροπλήθεια (αύξηση του οπισθοστερνικού χώρου, επιπέδωση διαφραγμάτων) και την μείωση της πνευμονικής αγγειώσεως, μικρή καρδιακή σιλουέττα, πιθοειδής θώρακας (Αύξηση της οπιθοπρόσθιας διαμέτρου του), αύξηση της οπισθοστερνικής περιοχής στην πλαγία, και το σημείο saber sheath trachea (:τραχεία δίκην θηκαριού σπάθης, βλέπε CT) 
  6. figure
  7. Παρ΄όλα αυτά είναι χρήσιμη στις παροξύνσεις, προς αποκλεισμό πνευμονίας ή πνευμοθώρακος. Επί χρονίας βρογχίτιδας αναγνωρίζονται μη ειδική επίταση της βργχαγγειακής σκιαφγραφήσεως και η καρδιομεγαλία (: ευρήματα ΧΠΚ).
  8. έλεγχος α1ΑΤ, για τον εντοπισμό σύμφυτων διαταραχών της αντιτρυψίνης
  9. μέτρηση δεικτών φλεγμονής, όπως η CRP, η προκαλσιτονίνη,
  10. Ανάλυση Αερίων Αρτηριακού Αίματος - για την ανάδειξη των διαταραχών οξυγονώσεως από τις εγκατεστημένες μεταβολές V'/Q' και κυψελιδικού υποαερισμού.
  11. μέτρηση NO

θεραπεία. 

μη φαρμακολογική θεραπεία

Διακοπή καπνίσματος και εκθέσεως σε οξειδωτικούς/φλεγμονώδεις παράγοντες.

Η εξέλιξη της παθήσεως ενισχύεται με τη συνέχιση του καπνίσματος και επιβραδύνεται με τη διακοπή του. Σημειώνεται ότι μετά την ηλικία των 35 ετών, ο FEV1 εμφανίζει μια ετήσια μείωση, 25-30 ml/έτος, αλλά στους καπνιστές, η ετήσια μείωση είναι Χ3 ή Χ4, Εάν το κάπνισμα διακοπεί, η πραιτέρω πορεία ετήσιας μειώσεως του FEV1 θα βαίνει παράλληλα με την πορεία επί μη καπνιστών, αλλά, ασφαλώς, σε κατώτερο επίπεδο (βλέπε καμπύλη Fletcher, στην οποία παρακολουθείται η ετήσια μείωση του FEV1, μεταξύ καπνιστών και μη καπνιστών). Τα αναπνευστικά συμπτώματα βελτιώνονται εντός έτους, από τη διακοπή του καπνίσματος.  

φαρμακολογική θεραπεία

  1. χορήγηση εισπνεόμενων β2-διεγερτών, για την ανακούφιση από τα συμπτώματα. Σε ασθενείς με ιδιαίτερα επίμονα συμπτώματα μπορεί να χορηγηθούν μακράς δράσεως β2-διεγέρτες, όπως η φορμοτερόλη
  2. χορήγηση εισπνόμενων αντιχολινεργικών φαρμάκων. Το τριοτόπιο, έχει ταχεία έναρξη και παρατεταμένη δράση.
  3. Συνδυασμός β2-διεγερτών, με αντιχολινεργικά, είναι πιό απτελεσαμτικός από τη χορήγηση κάθε φαρμάκου μόνο του =και εισφέρουν στη βελτίωση της συμμορφώσεως του ασθενούς.
  4. χορήγηση εισπνεόμενων κορτκοστεροειδών - αντιφλεγμονώδη. Λέγεται ότι επιβραδύνουν την ετήσια μείωση του FEV1, αλλά πολλές, ευρείας κλίμακος, κλινικες μελέτες απέτυχαν να αποδείξουν ότι εισφέρουν στη βελτίωση των αναπνευστικών συμπτωμάτων.
  5. θεοφυλλίνη - από τουσ τόματος. Η δράση της είναι αμφιλεγόμεη, ως βρογχοδιασταλτικό. Μπορεί να ανστέλλει τους υποδοχείς αδενοσίνης, να βελτιώνει την λειτουργία της βλεννοκροσσωτής συσκευής  και τη νευρική αγωγή της αναπνοής. Έχει στενό θεραπευτικό εύρος, ώστε πρέπει να ελέγχονται τα επίπεδά της στο αίμα (<10μ/dl). Εμφανίζει αντεπιδράσεις με σωρεία φαρμάκων, τα οποία μπορεί να επιβραδύνουν το μεταβολισμό της (αναστέλλοντας το ισοένζυμο CYRlA2 του κυτοχρώματος Ρ450, όπως τα μακρολίδια, οι κινολόνες η σιμετιδίνη) ή να τον επιταχύνου (κορτικοειδδή, κάπνισμα) ή η ίδια να επιβραδύνει ή να επιταχύνει τον μεταβολισμό άλλων φαρμάκων. 
  6. οξυγόνο. Βελτιώνει την επιβίωση και την ποιότηα ζωής, σε αθενείς με ΧΑΠ, και χρόνια υποξαιμία. Μερικοί ασθενείς χρειάζονται συνεχή παροχή Ο2, ενώ άλλοι, μόνο κατά τη σωματική άσκηση και τον ύπνο. Κριτήρια για συνεχή χορήγηση Ο2 είναι η PaO2<55 mmHg ή SaO2<88%. Ή PAO2< 55-59 mmHg, εάν συνυπάρχει πολυκυτταραιμία ή ευρήματα πνευμονικής καρδιάς.  Έχει δειχθεί ότι η συνεχής χορήγηση Ο2, επί 18 ώρς/ημέρα, ασυνεπάγεται βελτίωση της θνητότητας των ασθενών με χρόνια πνευμονική καρδία, ελέγχοντας την πνευμονική υπέρταση..
  7. πνευμονική αποκατάσταση. εκαπίδευση, άσκηση, φυσιοθεραπεία, με σκοπό να βελτιωθεί η ανοχή στην άσκηση. Η πνευμονική αποκατάσταση βελτιώνει τη λειτουργική κατάσταση και την ποιότητα ζωής.
  8. αντιγριππικός, εντιπνευμονιοκοκκικός εμβολιασμός. Χορηγείται σχεδόν σε κάθε ασθενή, ετησίως ο πρώτος, και μετά την ηλικία των 65 ετών, ο δεύτερος, (ανά 5-6 έτη).
  9. αντιβιοτικά χορηγούνται σε κάθε επεισόδιο παροξύνσωεως ή επι μεταβολής των χαρακτήρων της αποχρέμψεως ή επιδινώσεως της δύσπνοιας.
  10. η χειρουργική επέμβαση, αποφασίζεται με συνεκτίμηση των ωφελημάτων και των επιπλοκών. Στις μεθόδους περιλαμβάνεται η χειρουργική μείωση του πνευμονικού όγκου και η μεταμόσχευση.

 

 

Η Χρόνια αποφακτική πνευμονοπάθεια χαρακτηρίζεται από περιορισμό της ροής, που οφείλεται σε αύξηση των αντιστάσεων, στους μικρούς,ιδίως, αεραγωγούς λόγω παχύνσεως των ροιχωμάτων τους και καταλήψεως, του αυλού τους από φλεγμονώδες εξίδρωμα, που, για τους λόγους αυτούς, εμφανίζουν πολύ μιρκή αναστρεψιμότητα. Προστιθέμενος παράγοντας είναι η απώλεια ακτινωτής υποστηρίξεως των στερουμένων ίδιας υποστηρίξεως μικρών αεραγωγών, επί πνευμονικού εμφυσήματος.  Από το 1968, μετά τους Hogg JC, Macklem PT, Thurlbeck WM., είναι γνωστό ότι ο περιορισμόςτης εκπνευστικής ροής εδράζεται, κυρίως, στους μικρούς περιφερικούθς αεραγωγούς. Τα ευρήματα αυτά επιβεβαιώθηκαν, με μελέτες μέσω του εύκαμπτου βρογχοσκοπίου,  μέσω του οποίου προωθήκε ένας ενδοβρογχικός καθετήρας για τη μέτρηση των περιοχικών αντιστασεων σε ζώντες, και, ιδίως, από την κλινική εμπειρία, σύμφωναμετη οποία, οι συνηθισμένοι εισπνεόμενοι παράγοντες καθηλώνονται στους μεγαλύτερους αεραγωγούς, ώστε δεν αποκαθιστούν τη βατόττηα των μικρών αεραγωγών. 

Figure 1.μικροφωτογραφία των διαταραχών μικρών (<2 mm) αεραγωγών, επί ασθενούς με ΧΑΠ. Διαπιστώνεται  πάχυνση του τοιχώματος των μικρών αεραγωγών και κατάληψη του αυλού τους από φλεγμονώδες εξίδρωμα και κύτταρα της φλεγμονής, όπως μακροφάγα, ουδετερόφιλα, δενδριτικά κύτταρα και Τ- και Β-λεμφοκύτταρα. .

H ΧΑΠ είναι μια πολύπλοκη, πολυπαραγοντική, πολυσυστηματική, πολυσυμπτωματική, επιθετική, θανατηφόρα, αλλά αναχαιτιζόμενη πάθηση.

   Ο χαρακτηρισμός πολύπλοκη δικαιολογείται από το γεγονός ότι οφείλεται σε μια πλημμυρίδα παθολοφυσιολογικών φαινομένων, απότοκων εισροής πληθώρας ενεργοποιημένων κυττάρων και βιοδραστικών παραγόντων, που συντηρούν φλεγμονώδεις διεργασίες, οι οποίες μπορεί να επιμένουν ακόμη και μετά την άρση του αιτίου που τις πυροδότησε. Απολήγουν τόσο στην αρχιτεκτονική καταστροφή των αεραγωγών (περιβρογχική ίνωση, σπασμός, υπερτοφία λ.μ. ινών), όσο και στην καταστροφή του παρεγχύματος (PET+He: φωτογραφία 1), όσο και σε αλλοιώσεις στο εσωτερικό του αυλού (υπερτορφία, παθολογικής συστάσεως βλέννη κατάρρευση βλεννοκροσσωτής συσκευής).  

φωτογραφία 1. PET+He οπαθολογοανατομικές αλλοιώσεις στη ΧΑΠ.  

Ο χαρακτηρισμός πολυπαραγοντική αφορά τόσο τους πολυποίκιλους εκλυτικούς παράτοντες που την παράγουν, όσο και τα εξωπνευμονικά συστήματα που επινεμείται. Από τους εκλυτικούς παράγοντες, οι οξειδώσεις (οξειδωτικό stress) του εξωγενούς ή ενδογενούς περιβάλλοντος (ρύπανση, κάπνισμα, λοιμώξεις, συστηματικές παθήσεις), οι λοιμώξεις παιδικής ηλικίας, οι ανεπάρκειες (είτε διότι δεν παράγονται ή διότι δεν επαρκούν) αμυντικών μηχανισμών (ανεπάρκεια α1ΑΤ), οι υποκλινικές υπογαμμασφαιριναιμίες, ακόμη και οι ατοπίες είναι οι σημαντικότεροι. Επινεμείται σωρεία εξωπνευμονικών συστημάτων, κυρίως μέσω της πλημμυρίδας βιενεργών παραγόντων και ενεργοποιημένων κυττάρων, που προκαλούν ή επιτείνουν συστηματικές παθήσεις, οστεοπόρωση, κατάθλιψη, διαβήτης κλπ.  Μπορεί, ενδεχομένως, να οφείλεται και σε φλεγμονώδεις παράγοντες που προέρχονται από εξωπνευμονικές εστίες, όπου συντηρούνται μικρής εντάεεως φλεγμονώδεις δραστηριότητα και εισέρχονται μέσω της κυκλοφορίας και των πνευμονικών τριχοειδών στους πνεύμονες.   

Κύρια εκδήλωση από το αναπνευστικό είναι η μείωση της εκπνευστικής ροής, που δεν αίρεται εντελώς, μετά εφαρμογή κατάλληλης θεραπείας. Η μείωση της ροής οφείλεται [α] σε επίμονη, αυξομειούμενης εντάσεως, φλεγμονή και [β] στην επακόλουθη, προσαρμοστικής αποστολής, ιστική αναδιαμόρφωση, όλων των τάξεων των αεραγωγών, από τους μεγάλους, αμιγείς βρόγχους, ως τα αναπνευστικά βρογχιόλια, και το παρέγχυμα. Η ιστική αναδιαμόρφωση ευθύνεται για την μη πλήρη αναστρεψιμότητα της μειώσεως της εκπνευστικής ροής.

 αναδιαμορφωμένο τμήμα βρόγχου, που εμφανίζει βρογχοστένωση

μια εγκάρσια διατομή αεραγωγού με μεγάλη ποσότητα παθολογικής συστάσεως βλέννη, υπερτροφία των λείων μυικών ινών και οίδημα του βλεννογόνου.

    Οι εξελίξεις ,που εισφέρουν στην εγκατάσταση της ιστικής αναδιαμορφώσεως, οφείλονται σε παράγοντες που προσελκύονται ή παράγονται και ενεργοποιούνται στα στάδια της φλεγμονωδών εξελίξεων. Επομένως, για να αναπτυχθεί ΧΑΠ πρέπει το ερέθισμα που προκαλεί τη φλεγμονή να δρα επί πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα ή οι φλεγμονώδεις εξελίξεις να ανατροφοδοτούνται, ακόμη και μετά την άρση του προκλητικού ερεθίσματος.

φλεγμονή πρέπει να είναι χρόνια.

    Η χρόνια φλεγμονή, με την πλειάδα των ειδικά ενεργοποιημένων κυττάρων, που επιστρατεύονται και την πλημμυρίδα των μεσολαβητών και άλλων βιενεργών παραγόντων, που απελευθερώνονται, ευθύνεται για τον βρογχόσπασμο, (=σπασμός λείων μυικών ινών, οίδημα βλεννογόνου) δηλαδή την αναστρέψιμη εκδοχή της μειώσεως της εκπνευστικής ροής, αλλά και για την πλειάδα των συστηματικών εκδηλώσεων της παθήσεως, ενώ η συντελουμένη ιστική αναδιαμόρφωση, που αποτελεί προσαρμοστική διεργασία, ευθύνεται για τη μόνιμη, μη αναστρέψιμη αναλογία της μειώσεως της εκπνευστικής ροής, δηλαδή την βρογχοστένωση.

 Η φλεγμονή επί ΧΑΠ αφορά όλα τα επίπεδα των αεραγωγών, αμιγών αγωγών, μικτών και αμιγώς αναπνευστικών, που άρχεται ήδη από το πρώτο στάδιο της παθήσεως  και επιμένει καθ΄ όλα τα στάδια, με αυξομειούμενη ένταση.

   Οι αυξομειώσεις δεν ταυτίζονται με το στάδιο, αλλά με τις ενδογενείς ή εξωγενείς επιδράσεις που συντελούν στην αναζωπύρωση της φλεγμονής.

   Η παθοφυσιολογία της ΧΑΠ είναι πολύπλοκη. Δεν μπορεί να αποδοθεί σ΄ένα, μόνο, συγκεκριμένο αιτιολογικό παράγοντα και, επομένως, μπορεί να περιγραφεί ως πολυπαραγοντική πάθηση. Επινεμείται τους πνεύμονες και εξωπνευμονικά όργανα και συστήματα. Πράγματι, οι φλεγμονώδεις εξελίξεις προσελκύουν σωρεία ενεργοποιημένων κυττάρων της φλεγμονής και πλημμυρίδα προσχηματισμένων ή de novo σχηματιζομένων μεσολαβητών, πρωτεολυτικών ενζύμων, οξειδωτικών παραγόντων, χημοκυτταροτακτινών και κυτοκινών, που διασπειρόμενες συστηματικά συντηρούν χαμηλής εντάσεως χρόνια φλεγμονή, που είναι υπόλογος για τις εξωπνευμονικές επιπλοκές της παθήσεως.

   Ευρήματα φλεγμονής αναγνωρίζονται, πρόσφατα, και στη συστηματική κυκλοφορία, όπως οι δείκτες οξειδωτικού stress, τα αυξημένα επίπεδα κιτοκινών (εδώ TNFa  και  IL-1β)  και η ενεργοποίηση κυκλοφορούντων λευκοκυττάρων, με αυξημένη ικανότητα προσκολλήσεως στα ενδοθηλιακά κύτταρα των τριχοειδών της πνευμονικής και συστηματικής κυκλοφορίας. 

Πρόκειται για ένα σύνδρομο μάλλον, παρά για μια ενιαία παθολογική οντότητα, εφόσον υπό τον όρο αυτό βεωρούμε τουλάχιστον τρεις διακριτές παθολογικές οντότητες;

  1. χρονία βρογχίτιδα
  2. πνευμονικό εμφύσημα και,
  3. απόφραξη των μικρών αεραγωγών
    χρόνια αποφρακτική πενυμονοπάθεια|ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΟΦΡΑΚΤΙΚΗ ΠΝΕΥΜΟΝΟΠΑΘΕΙΑ |ΧΑΠ: ΣΥΝΟΨΗ| κλινικές διακρίσεις τη ΧΑΠ|φαινότυποι της ΧΑΠ|ΧΑΠ: βραχεία ανασκόπηση|ΧΑΠ: ΚΛΙΝΙΚΗ ΕΙΚΟΝΑ|Χρονία βρογχίτις|πνευμονικό εμφύσημα|ΧΑΠ: βιοδείκτες|ΧΑΠ: συνοσηρότητες|Η ΧΑΠ ως εκδήλωση του συνδρόμου χρόνιας συστηματικής φλεγμονής|διαγνωστικά κριτήρια 1 |διαγνωστικά κριτήρια 2|Προσυμπτωματικός έλεγχος|διάγραμμα Venn|