Μηχανικός Αερισμός, παρεμβατικός





μηχανικός αερισμός, παρεμβατικός, ΠΜΑ





Η σύγχρονη τεχνολογία έχει επιτύχει σημαντικά επιτεύγματα στην υποστήριξη ασθενών με αναπνευστική ανεπάρκεια. Η φυσιολογική υποστήριξη μπορεί να είναι άριστη στους ασθενείς της ΜΕΘ, επειδή οι περισσότερες παράμετροι μπορούν να μετριώνται σε μέγιστο βαθμό ακρλιβειας, μέσω ιατρικών ή νοσηλευτικών παρεμβάσεων. Το βασικότερο ερώτημα πριν τη διενέργεια διασωληνώσεως και εφαρμογή μηχανικού αερισμού είναι: Μπορεί ο ασθενής να υπσοτηριχθεί από ΠΜΑ;
Οι τύποι παρεμβατικού μηχανικού αερισμού διακρίνονται σε εκείνους, στους οποίους η πίεση ρυθμίζεται από τον Ιατρό (τύποι προκαθορισμένης πιέσεως) και σ΄εκείνους στους οποίους ρυθμίζεται ο αναπνεόμενος όγκος (αναπνευστήρες όγκου).
•Στα πλεονεκτήματα των αναπνευστήρων πιέσεως συγκαταλέγονται είναι ότι γίνονται καλύτερα ανεκτοί από τους ασθενείς, επειδή οι ίδιοι ρυθμίζουν το μέγεθος της εισπνευστικής τους ροής.
•Στα πλεονεκτήματα των αναπνευστήρων όγκου, η εξασφάλιση ικανής προστασίας του παρεγχύματος σε ασθενείς με ARDS, και ότι οι παράμετροι τη μηχανικής της αναπνοής μπορούν να καταγραφούν καλύτερα. Επομένως το επόμενο ερώτημα που πρέπει να απαντηθεί είναι: ποιός τύπος αναπνευστήρος πρέπει να χρησιμοποιηθεί; ¨ολοι οι τύποι μηχανικής αναπνοής βασίζονται στην επιλογή [α] του εισπνεόμενου μίγματος οξυγόνου και, [β] την εφαρμογή κατάλληλου ΡΕΕΡ. Στους πλέον διαδεδομένους τύπους μηχανικής αναπνοής περιλαμβάνονται:
Α. αναπνευστήρες όγκου. Α1. assist-control (A/C), A2. control mandatory (CMV) ventilation.
B. Synchronized intermittent mandatory ventilation (SiMV). Οιαναπνευστήρες του τύπου αυτού χρησιμοποιούνται όταν πρέπει να αποτραπούν οι αντεπιδράσεις μεταξύ αναπνευστήρος-ασθενούς. Αυτό συνήθως επιτυγχάνεται με πρόισθετη καταστολή κια, εμρικές φορές νευρομυϊκό αποκλεισμό.
Γ. αναπνευστήρες πιέσεως. Ο κλινικός ρυθμίζει την εισπνευστική πίεση, το ΡΕΕΡ, τη συχνότητα αναπνοής, τη σχέση Ι:Ε ή το Ti.
Δ. Αναπνευστήρες συνεχούς θετικής πιέσεως. continous positive airway pressure.





Στόχοι μηχανικής υπστηρίξεως της αναπνοής
Στόχοι της μηχανικής υποστήριξης της αναπνοής
1. Βελτίωση της ανταλλαγής των αερίων.
-Αναστροφή της υποξαιμίας.
-Αποτροπή της οξείας αναπνευστικής οξέωσης.
-Αποτροπή της αναπνευστικής δυσπραγίας.
2. Μείωση της κατανάλωσης οξυγόνου από τους αναπνευστικούς  μύες.
3. Αναστροφή της κόπωσης των αναπνευστικών μυών.
4. Διαφοροποίηση η σχέσεως αερισμού-αιματώσεως

5. Πρόληψη και αναστροφή ατελεκτασιών.
-Βελτίωση της ενδοτικότητας του πνεύμονα.
-Αποτροπή περαιτέρω βλάβης
6. Διευκόλυνση εξυγίανσης βλαβών του πνευμονικού παρεγχύματος και  των  αεροφόρων οδών.
7. Αποφυγή επιπλοκών.
Τα κριτήρια για την εφαρμογή του μηχανικού αερισμού είναι:
ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑΚΑ: προερχόμενα κυρίως από τον λειτουργικό έλεγχο του αναπνευστικού δηλαδή εκτίμηση των  αερίων αίματος και των σπιρομετρικών δεικτών.



Η ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΤΟΥ ΔΙΑΣΩΛΗΝΩΜΕΝΟΥ ΑΣΘΕΝΟΥΣ. 
•Επιλογή των κατάλληλων ρυθμίσεων του αναπνευστήρος, ανάλογα με την πάθηση του ασθενούς.
•Το ΡΕΕΡ, γενικά, δεν πρέπει να είναι κάτω των 5 cmH2O και υψηλότερο στους ασθενείς που χρειάζονται καλύτερη οξυγόνωση ήτους παχυσάρκους που είναι επιρρεπείς για κυψελιδική ατελεκτασία, με ΡΕΕΡ σε χαμηλότερες τιμές.
• Εάν το αναπνευστικό σύστημα είναι άθικτο, δεν υπάρχει πάθηση των πνευμόνων ή του θωρακικού τοιχώματος) σχεδόν οποιοσδήποτε τύπος μηχανικής αναπνοής είναι αποδεκτός, ενόσω ο ασθενής τον ανέχεται.
• Οι ασθενείς με οξεία πνευμονική κάκωση ή ARDS πρέπει να λαμβάνουν μη χανική υπσοτήριξη της αναπνοής, μέσω αναπνευστήρος Α/C με VT στα 6 cm2/kg ιδανικού βάρους, ενώ οι ασθενείς σε κίνδυνο να υπσοτούν οξεία κάκωση επίσης οφείλονται από ρυθμίσεις 'προστατευτικές για τους πνεύμονες'.
•Ασθενείς με σημαντική απόφραξη πρέπει να αερίζονται με μέτριους όγκους, ~8 l/min προς μείωση του κινδύνου δυναμικής υπερδιατάσεως, ενώ το ΡΕΕΡ βοηθάει την έκβαση των ασθενών αυτών.
•Ασθενείς με περιοριστικού τύπου μείωση της ικανότητας αερισμού λόγω πνευμονοπάθειας ή παθήσεων του θωρακικού τοιχώματος πρέπει να αερίζονται με χαμηλούς αναπνεόμενους όγκους και υψηλή συχνότητα.
•Οι ρυθμίσεις του αναπνευστήρος κυμαίνοντια, ανάλογα με τους στόχους που επιδιώκονται, την αιτιολογία της αναπνεσυτικής ανεπάρκειας, τις ανάγκες σε  κατά λεπτόν αερισμό, κια τηνεξοικείωση του Ιατρού σε διάφορους τύπου μηχανικ΄ςη αναπνοής.

Η φυσιολογική υποστήριξη μπορεί να είναι άριστη στους ασθενείς της ΜΕΘ, επειδή οι περισσότερες παράμετροι μπορούν να μετριώνται σε μέγιστο βαθμό ακρλιβειας, μέσω ιατρικών ή νοσηλευτικών παρεμβάσεων.

Οι εξελίξεις στην τεχνολογία και έχουν επιτύχει σημαντικά επιτεύγματα στην υποστήριξη ασθενών με αναπνευστική ανεπάρκεια. Το βασικότερο ερώτημα πριν τη διενέργεια διασωληνώσεως και εφαρμογή μηχανικού αερισμού είναι: Μπορεί ο ασθενής να υπσοτηριχθεί από ΠΜΑ;
Οι τύποι παρεμβατικού μηχανικού αερισμού διακρίνονται σε εκείνους, στους οποίους η πίεση ρυθμίζεται από τον Ιατρό (τύποι προκαθορισμένης πιέσεως) και σ΄εκείνους στους οποίους ρυθμίζεται ο αναπνεόμενος όγκος (αναπνευστήρες όγκου).
•Στα πλεονεκτήματα των αναπνευστήρων πιέσεως συγκαταλέγονται είναι ότι γίνονται καλύτερα ανεκτοί από τους ασθενείς, επειδή οι ίδιοι ρυθμίζουν το μέγεθος της εισπνευστικής τους ροής.
•Στα πλεονεκτήματα των αναπνευστήρων όγκου, η εξασφάλιση ικανής προστασίας του παρεγχύματος σε ασθενείς με ARDS, και ότι οι παράμετροι τη μηχανικής της αναπνοής μπορούν να καταγραφούν καλύτερα. Επομένως το επόμενο ερώτημα που πρέπει να απαντηθεί είναι: ποιός τύπος αναπνευστήρος πρέπει να χρησιμοποιηθεί; ¨ολοι οι τύποι μηχανικής αναπνοής βασίζονται στην επιλογή [α] του εισπνεόμενου μίγματος οξυγόνου και, [β] την εφαρμογή κατάλληλου ΡΕΕΡ. Στους πλέον διαδεδομένους τύπους μηχανικής αναπνοής περιλαμβάνονται:
Α. αναπνευστήρες όγκου. Α1. assist-control (A/C), A2. control mandatory (CMV) ventilation.
B. Synchronized intermittent mandatory ventilation (SiMV). Οιαναπνευστήρες του τύπου αυτού χρησιμοποιούνται όταν πρέπει να αποτραπούν οι αντεπιδράσεις μεταξύ αναπνευστήρος-ασθενούς. Αυτό συνήθως επιτυγχάνεται με πρόισθετη καταστολή κια, εμρικές φορές νευρομυϊκό αποκλεισμό.
Γ. αναπνευστήρες πιέσεως. Ο κλινικός ρυθμίζει την εισπνευστική πίεση, το ΡΕΕΡ, τη συχνότητα αναπνοής, τη σχέση Ι:Ε ή το Ti.
Δ. Αναπνευστήρες συνεχούς θετικής πιέσεως. continous positive airway pressure.






Στόχοι μηχανικής υπστηρίξεως της αναπνοής
Στόχοι της μηχανικής υποστήριξης της αναπνοής
1. Βελτίωση της ανταλλαγής των αερίων.
-Αναστροφή της υποξαιμίας.
-Αποτροπή της οξείας αναπνευστικής οξέωσης.
-Αποτροπή της αναπνευστικής δυσπραγίας.
2. Μείωση της κατανάλωσης οξυγόνου από τους αναπνευστικούς  μύες.
3. Αναστροφή της κόπωσης των αναπνευστικών μυών.
4. Διαφοροποίηση η σχέσεως αερισμού-αιματώσεως

5. Πρόληψη και αναστροφή ατελεκτασιών.
-Βελτίωση της ενδοτικότητας του πνεύμονα.
-Αποτροπή περαιτέρω βλάβης
6. Διευκόλυνση εξυγίανσης βλαβών του πνευμονικού παρεγχύματος και  των  αεροφόρων οδών.
7. Αποφυγή επιπλοκών.
Τα κριτήρια για την εφαρμογή του μηχανικού αερισμού είναι:
ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑΚΑ: προερχόμενα κυρίως από τον λειτουργικό έλεγχο του αναπνευστικού δηλαδή εκτίμηση των  αερίων αίματος και των σπιρομετρικών δεικτών.





Η ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΤΟΥ ΔΙΑΣΩΛΗΝΩΜΕΝΟΥ ΑΣΘΕΝΟΥΣ. 
•Επιλογή των κατάλληλων ρυθμίσεων του αναπνευστήρος, ανάλογα με την πάθηση του ασθενούς.
•Το ΡΕΕΡ, γενικά, δεν πρέπει να είναι κάτω των 5 cmH2O και υψηλότερο στους ασθενείς που χρειάζονται καλύτερη οξυγόνωση ήτους παχυσάρκους που είναι επιρρεπείς για κυψελιδική ατελεκτασία, με ΡΕΕΡ σε χαμηλότερες τιμές.
• Εάν το αναπνευστικό σύστημα είναι άθικτο, δεν υπάρχει πάθηση των πνευμόνων ή του θωρακικού τοιχώματος) σχεδόν οποιοσδήποτε τύπος μηχανικής αναπνοής είναι αποδεκτός, ενόσω ο ασθενής τον ανέχεται.
• Οι ασθενείς με οξεία πνευμονική κάκωση ή ARDS πρέπει να λαμβάνουν μη χανική υπσοτήριξη της αναπνοής, μέσω αναπνευστήρος Α/C με VT στα 6 cm2/kg ιδανικού βάρους, ενώ οι ασθενείς σε κίνδυνο να υπσοτούν οξεία κάκωση επίσης οφείλονται από ρυθμίσεις 'προστατευτικές για τους πνεύμονες'.
•Ασθενείς με σημαντική απόφραξη πρέπει να αερίζονται με μέτριους όγκους, ~8 l/min προς μείωση του κινδύνου δυναμικής υπερδιατάσεως, ενώ το ΡΕΕΡ βοηθάει την έκβαση των ασθενών αυτών.
•Ασθενείς με περιοριστικού τύπου μείωση της ικανότητας αερισμού λόγω πνευμονοπάθειας ή παθήσεων του θωρακικού τοιχώματος πρέπει να αερίζονται με χαμηλούς αναπνεόμενους όγκους και υψηλή συχνότητα.
•Οι ρυθμίσεις του αναπνευστήρος κυμαίνοντια, ανάλογα με τους στόχους που επιδιώκονται, την αιτιολογία της αναπνεσυτικής ανεπάρκειας, τις ανάγκες σε  κατά λεπτόν αερισμό, κια τηνεξοικείωση του Ιατρού σε διάφορους τύπου μηχανικ΄ςη αναπνοής.

Βασικές αρχές.
Η ρυθμιση των παραμέτρων του αναπνευστήρος στις ανάγκες κάθε συγκεκριμένου ασθενή και η διερεύνιση των ιχνών πιέσεως και ροής προϋποθέτει την κατανόηση, σε βάθος, των θεμελιωδών αρχών που διέπουν τη μηχανική του αναπνευστικού συστήματος στους μηχανικά υποστηριζόμενους ασθενείς. Παρ΄όλο ότι αυτοί οι βασικοί κανόνες εφαρμόζονται σε ολόκληρο το αναπνευστικό συύστημα, εντοπίζονται περιοχικές ανομοιογένειες, δηλαδή χαμηλότεροι τελοεκπνευστικοί όγκοι συγκλίσεως των αεραγωγών, ή/και περιοχικές ατελεκτασίες στις εξαρτώμενες περιοχές, ακόμη και ποεριοχικές διαφορές στις εξελίξεις της υποκείμενης πνευμονοπάθειας, έχουν ως συνέπεια ότι ο παρεχόμενος αερισμόυ ουδέποτε κατανέμεται ομοιόμορφα, στους πνεύμονες των μηχανικά υποστηριγμένων ασθενών. Η περιοχική κυψελιδική διατασιμότητα και οι αντιστάσεις που εγείρονται σε τους αντίστοιχους αεραγωγούς τελικά καθορίζουν το ποσοστό από τον VT που θα λάβει κάθε ξεχωριστή πνευμονική περιοχή. 
1. αντιστάσεις αεραγωγών και πνευμονική ελαστικότητα. Επ΄εξαπλουστευμένης προσεγγίσεως, το σύστημα 'ασθενής-αναπνευστήρας' που θεωρείτια ότι αποτελεί ένα μηχανικό σύστημα εν σειρά διατασσομένων στοιχείων αντιστάσεων, (ημιεύκαμπτοι σωλήνες αναπνευστήρος + άκαπμτοι ενδοτραχειακοί σωλήνες + εύκαμπτοι κεντρικοί αεραγωγοί) και ελαστικά στοιχεία (πνεύμονες-θώραξ). Κατά τη διάρκεια της διτάσεως (εισπνοής) η πίεση που εφαρμόζεται στην είσοδο των σωλήνων (PVENT) είναι ίσο με το άθροισμα της πιέσεως που απαιτείται για την υπερνίκηση των αντιστάσεων (PRESIST) και της πιέσεως που απαιτείται για τη διάταση του πνεύμονος και του θωρακικού κλωβού (PELASTΗ ροή δια των εγειρόντων αντίσταση στοιχείων είναι συνάρτηση της διαφοράς πιέσεως μεταξύ της εισόδου και εξόδου του συστήματος σωλήνων και των αντιστάσεων του δικτύου σωλήνων (δηλαδή: ροή
[L/min] = PRESIST [cmH2O]/αντιστάσεις [cmH2O  min/L]). Για παρτάδειγμα, η προώθηση αέρος μέσω ενός ευρύαυλου σωλήνος χρειάζεται λιγότερη πίεση παρά εάν μεγάλη ροή προωθείται μέσω σωλήνος με μεγάλο αυλό. Επειδή η PRESIST χρησιμοποιείται για την υπρενίκηση των στοιχείων αντιστάσεων, μόνο η PELASΤ εφαρμόζεται κατά μήκος του αναπνευστικού συστήματος (δηλαδή των πνευμόνων και του θωρακικού κλωβού). Η PELAST αποτελείται από δύο συστατικά: την πίεση που χρειάζεται για να διατείνει τους πνεύμονες και τον θώρακα+το διάφραγμα +τα περιεχόμενα της κοιλίας. Η ελαστικότητα (=(1/Compliance=Applied pressure [PELAST] /του παρεχόμενου VT) του θωρακικού τοιχώματος και των πνευμόνων ευρίσκονται εν σειρά, από μηχανικής απόψεως, και το άθροισμά τους, επομένως, είναι η ελαστικότητα του αναπενσυτικού συτήματος. Σε κλινικές διατάξεις, Η PVENT μετρούμενη είτε στην έξοδο των αεραγωγών ή στο κύκλωμα του αναπνευστήρος, θεωρείται ως 'οδηγούσα πίεση', αλλά αυτό δεν είναι άμοιρο συνεπειών: Η PVENT αναφέρεται στην πίεση του περιβάλλοντος και, επομένως, αντανακλά την κλίση πιέσεως κατά μήκος του αναπνευστικού συστήματος, δηλαδή κατά μήξος του πνεύμονος και του θωρακικού τοιχώματος. Η κρίσιμη παράμετρος που καθορίζει το βαθμό της πνευμονικής διατασιμότητας και της τ΄σεως επαγωγής της VILLI,, εν τούτοις, είναι μόνον η πίεση κατά μήκος του πνεύμονος, δηλαδή η διαπνευμονική πίεση, PLΓια παράδειγμα, εάν η ελαστικότητα του θωρακικού τοιχώματος είναι διπλάσια εκείνης του πνεύμονος, τότε τα 2/3 της PAW θα χρησιμοποιθούν για τη διάταση του θωρακικού τοιχώματος και μόνο το υπόλοιπο 1/3 γιθα τη διάταση του πνεύμονος. Ο λόγος EL/ERS και ECW/ERS καθορίζει πόσο από την PAW διατίθεται για τους πνεύμονες (PL = PAW Χ  EL/ERS) και πόσο γαι το θωρακικό τοίχωμα (PCW= PAW Χ ECW/ERS). Δεν είναι δυνατή η αναγνώριση της PL, στη βάση της PAW, χωρίς πληροφορίες της εκλαστικότητας του πνεύμονος και του θωρακικού τοιχώματος. Επιπλέον, η ελαστικότητα του πνεύμονος και του θωρακικού τοιχώματος ποικίλει μεταξύ των ασθενών και μπορεί, επίσης, να μεταβάλλεται με το χρόνο σε διάφορες κρίσιμες παθολογικές καταστάσεις (π.χ., επί οιδήματος ή ασκίτου). Παρ΄όλο ότι o υπολογισμός της ελαστικότητας του αναπνευστικού συστήματος (ERS) είναι, σχετικά ευχερής, (ERS
=PVENT/VT), ο ξεχωριστός υπολογισμός της ελαστικότητας του πνεύμονος και του θωρακικού τοιχώματος προϋποθέτει την εκτίμηση της PL. Η PL είναι η διαφορά της κυψελιδικής πιέσεως (PALV), και της υπεζωκοτικής πιέσεως (PPL), αλλ΄επειδή η τιμή της PVENT, πλησιάζει την τιμή της PALV, κατά τη διάρκεια της τελοεισπνευστικής και τελοεκπενσυτικής συγκλείσεως των αεραγωγών, η PLμπορεί να υπολογιστεί ως διαφορά PL=PVENT-PPL, μετά την εκτέλεση συγκλείσεως των αεραγωγών. Επειδή, εν τούτοις, η μέτρηση της PPL είναι παρεμβατική και επειδή η πίεση στο χαμηότρερο 1/3 του οισοφάγου πλησιάζει την PPL, στον παρακείμενο υπεζωκότα, η μέτρηση της PES (μέσω της προωθήσεως ελαστικού ασκιδίου στον οισοφάγο), μπορεί να χρησιμοποιηθεί στην εκτίμηση της PPL, έτσι ώστε μπορεί να ισχύει: PL=PVENT-PES. Η μέτρηση, αυτή εν τούτοις, δν είναισυνηθισμένη στην κλινική πράξη. |ARDS |ARDS|ALI |. H ECW  είναι αυξημένη σε παχύσαρκους ασθενείς με νοσογόνο παχυσαρκία κάκωση του θωρακικού τοιχώματος, χειρουργικές επιδέσεις, ασκίτη, κια μείζονες λαπαροτομές. Π.χ., σε ασθενείς με οξεία πνευμονική κάκωση, ALI, που συνδέονται με λαπαρατομή, η ECW μπορεί να ευρίσκεται αυξημένη, όταν η ενδοκοιλιακή υπέρταση (π.χ., λόγω ασκίτη ή οιδήματος του εντέρου), ακόμη και ένα η μηχανική των πνευμόνων είναι φυσιολογική. Θεωρώντας ότι η PVENT, στις προηγούμενες διατάξεις, παραμένει φυσιολογική, η διατείνουσα τους πνεύμονες πίεση πρακτικά μειώνεται, καθώς μεγαλύτερο μέρος της PVENT ήδη καταναλώνεται για τη διάταση του θωρακικού τοιχώματος, δηλαδή την μετακίνηση του διαφράηγματος προς την κοιλιά. Επομένως, ο αυθαίρετος περιορισμός της PVENT σε ειδική, ενιαία, τιμή μπορεί να μην είναι αγκαία να εμποδίσει την VILI, σε ασθενείς με υψηλή ECW , ενώ, αντίθετα, μπορεί, ακόμη και να αποβεί επιζήμια, προκαλώντας ευδιάκριτη μείωση του αναπνεόμενου όγκου ανεπαρκή αερισμό, και σοβαρή υποξαιμία.
Η ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΤΟΥ ΔΙΑΣΩΛΗΝΩΜΕΝΟΥ ΑΣΘΕΝΟΥΣ|
μηχανική αναπνοή|τραχειοστομία|τα αντιβιοτικά στη ΜΕΘ|απογαλακτισμός|
 

Endotracheal tube colored.pngΕνδείξεις και αντενδείξεις. Γενικά, ο μηχανικός αερισμός ενδείκνυται όταν η αυτόματη αναπνοή του ασθενούς είναι ανεπαρκής για την ικανοποίηση των μεταβολικών του αναγκών. Χρησιμοποιείται, επίση,ς προκειμένου να αντιμετωπιστεί επικείμενη κατάρρευση άλλων φυσιολογικών συστημάτων ή επί καταστάσεων ανεπαρκούς ανταλλαγής αερίων στους πνεύμονες.Ο μηχανικός αερισμός παρέχει μόνο υποβοήθηση στην αναπνοή και δεν θεραπεύει την πάθηση, που προκάλεσε την αναπνευστική ανεπάρκεια, για την οποία πρέπει να εφαρμοστούν οι κατάλληλες διαγνωστικές και θερπευτικές τεχνικές. Επιπλέον  του πρωτοπαθούς προβλήματος, πρέπει να ληφθεί μέριμνα να αντιμετωπιστούν και οι επιπλοκές εκ του μηχανικού αερισμού.     ,
Οι στόχοι του μηχανικού -παρεμβατικού αερισμού- περιλαμβάνουν [α] τη μείωση του κόστους οξυγόνου της αναπνοής, αποφορτίζοντας τους αναπνευστικούς μύες και, [β[ τη διατήρηση ικανοποιητικής ανταλλαγής αερίων, ενώ [γ] ελαχιστοποιώντας τις δυνητικές επιπλοκές που συνδέονται με την μηχανική αναπνοή, όπως οι συνδεόμενες με τον αναπνευστήρα πνευμονικές βλάβες, την έλλειψη συνεργασίας ασθενούς-αναπνευστήρος, τις αιμοδυναμικές διαταραχές και τις αρνητικές συνέπειες από τα άλλα εκτός των πνευμόνων όργανα.
Στις κυριότερες ενδείξεις περιλαμβάνονται: η οξεία πνευμονική βλάβη (acute lung injury - ARDS, κάωση, άπνοιας κια αναπνευστική παύση- περιπτώσεις δηλητηριάσεως, σοβαρό άσθμα, που χρειάζεται διασωλήνωση, ΧΑΠ, οξεία αναπνευστική οξέωση, με PaCO2>45 mmHg, και pH>7.25, που μπορεί να οφείελται σε παράλυση του διαφράγματος, λόγω συνδρόμου Guillain-Barré   , μυασθένειας gravis, βλάβη της ΣΣ., ή επιδράσεων των αναισθητικών και μυοχαλαρωτικών φαρμάκων, αύξηση του έργου αναπνοής, όπως αναγνωρίζεται από σοβαρή ταχύπνοια, συσπάσεις, και άλλα δυσικά ευρήματα αναπενυστικής ακταπονήσεως, υποξαιμία, με paO2 <55 mmHg, με εισπνεόμενο μόιγμα, = 1.0. υπόταση, στην οποία συγκαταλέγεται η σήψη, shock, συμφορτηικά καρδιακή ανεπάρκεια, και, τέλος, νευρολογικές διαταραχές όπως μυϊκή δυστροφία, και μαυατροφική πλαγία σκλήρυνση. .  .
Ο παρεμβατικός μηχανικός αερισμός ενδείκνυεται όταν ο ασθενής δεν είναι ικανός να συντηρήσει τη λειτουργία του αναπνευστικού συστήματος ως αποτέλεσμα υποκείμενης πνευμονοπάθειας, ανεπαρκείας των αναπνευστικών μυών, αστάθειας του θωρακικού τοιχώματος, αυξημένων μεταβολικών απαιτήσεων, εκ της ανάγκης παροχής βαθειάς καταστολής, ή/και νευρομυϊκού αποκλεισμού, και όταν ο μη παρεμβατικός αερισμός αποτυγάνει ή αντενδείκνυται  (π.χ., σε ασθενής με απώλεια συνειδήσεως, κατά τη διάρκεια επεμβάσεων, ή ταχείας ελεύσεως αναπνευστικής ανεπάρκειας). Διατίθενται πολλές μέθοδοι ελέγχου των αποτελεσμάτων του μηχανικού αερισμού, όπως η κλινική αξιολόγηση, (π.χ., ο υιοθετημένος τύπος αναπνοής, η ακρόαση, και ο έλεγχος των αντεπιδράσεων ασθενούς-αναπνευστήρος), ο έλεγχος της ανταλλαγής αερίων (π.χ., ΑΑΑΑ, παλμική οξυμετρία, μέτρηση τελοεκπνευστικού CO2), έλεγχος των κυματομορφών πιέσεως, και της ροής στους αεραγωγούς, που επιτρέπουν υπολογισμό του αναπνευστικού ρυθμού, και των μηχανικών παραμέτρων του αναπνευστικού συστήματος, η ακτινογραφία ή η CT θώρακος, προς εκτίμηση της υποκείμενης πνευμονοπάθειας, ή της αναζητήσεως επιπλοκών από τον αναπνευστήρα, (όπως ο πνευμοθώρακας, η μετακίνηση του τραχειοσωλήνος), ο έλγχος της λειτουργίας των λοιπών συστημάτων (π.χ., της καρδιάς, του ΚΝΣ, των νεφρών). Για λόγους ασφάλειας, όλοι οι αναπνευστήρες διαθέτουν συστήματα συναγερμού (ανώτερα και κατώτερα όρια της κυματομορφής πιέσεως, αναπνευστικός ρυθμός, αναπνεόμενος όγκος, κατά λεπτό αερισμός, και άλλες μεταβλητές),   
Κλινικές εφαρμογές της μηχανικής υποστήριξης της αναπνοής.
Καρδιοαναπνευστική  αναζωογόνηση.
Οξεία και οξεία επί χρονίας αναπνευστική ανεπάρκεια.
Γενική αναισθησία.
Αυξημένο έργο αναπνοής επί καρδιοαναπνευστικής ανεπάρκειας.
Ασταθής θώρακας (: flail chest)
Σοβαρή αριστερή καρδιακή ανεπάρκεια.
Μετεγχειρητική υποστήριξη σε:
μεγάλες θωρακικές και κοιλιακές επεμβάσεις.
ασθενείς με νευρομυικές και σκελετικές ανωμαλίες.
ασθενείς αιμοδυναμικά ασταθείς.
κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις.
Καταστάσεις που χρειάζεται αυξημένος κυψελιδικός αερισμός
ενδοκράνια υπέρταση.
υπερμεταβολικές καταστάσεις.
Σηπτικό shock.

Επομένως, ο σκοπός της εφαρμογής μηχανικού αερισμού/τεχνητής αναπνοής είναι η βελτίωση της ανταλλαγής αερίων, η μείωση του έργου αναπνοής, η αποφυγή επιπλοκών, η επιμελής παρακολούθηση του ασθενούς και η εξασφάλιση άριστων συνθηκών μέχρις ότου επέλθει η ανάνηψη. Οποιαδήποτε κι αν είναι η ένδειξη εφαρμογής μηχανικής υποστηρίξεως, η  υποκείμενη παθολογική κατάσταση του ασθενούς πρέπει να είναι αναστρέψιμη, διαφορετικά ο επακόλουθος απογαλακτισμός δεν πρόκεται να είναι εφικτός.
[α] αναπνευστική ανεπάρκεια
Αποτελεί την πρωτεύουσα ένδειξη για εφαρμογή μηχανικής υποστηρίξεως της αναπνοής που εγείρεται όταν η ανταλλαγήα ερίων έχει σοβαρά καμφθεί, ώστε δεν δύναται να ανταποκριθεί στις μεταβολικές απαιτήσεις του οργανισμού. Η αναπνευστική ανεπάρεκια είναι απότοκη ευρύτατης ποικιλίας αιτιολογικών παραγόντων και στην παθογένειά του περιλαμβάνονται παθοφυσιολογικές εκτροπές στην αντίστιξη ενδοθηλίου/κυψελιδικού επιθηλίου, όπως επί πνευμονικού οιδήματος, ή στην αναπνευστική αντλία, που συνεπάγεται ανεπαρκή κατά λεπτό αερισμό, όπως επί "ασταθούς θώρακος, flail chest", ως αποτέλεσμα διπολικών καταγμάτων πλευρών κλπ. Τα κριτήρια εφαρμογής μηχανικού αερισμού είναι δύσκολο να επισημανθούν και η απόφαση εφαρμογής του είναι αποκλειστικά κλινική.
Στις ενδείξεις περιλαμβάνονται:
αναπνευστική συχνότητα >35/λεπτό ή <5/λεπτό.
εξάντληση με κοπιώδη αναπνοή
υποξία - κεντρική κυάνωση, SaO2 <90% με αναπνοή μιγμάτων Ο2, ή PaO2<50 mmHg
υπερκαπνία - PaCO2 > 65 mmHg
μειούμενο επίπεδο συνειδήσεως
σοβαρό τραύμα του θώρακος
Αναπνεόμενος όγκος (TV) <5 ml/Kg ή ζωτική χωρητικότητα, VC<15 ml/Kg.

[β] λοιπές ενδείξεις
Στους ασθενείς της κατηγορίας περιλαμβάνονται περιπτώσεις εφαρμογής μηχανικού αερισμού σε ασθενείς με εξωπνευμονικής αιτιολογίας παθολογικές καταστάσεις, όπως:
έλεγχος της ενδοκράνιας πιέσεως, επί καρανιοεγκεφαικών κακώσεων
διασφάλιση βατότητας αεραγωγών επί φαρμακευτικής υπερδοσολογίας
αντιμετώπιση καρδιακής ανακοπής
αναμένοντας ανάνηψη μετά βαριά χεειορυργεία ή εκτεταμένες κακώσεις.

|τύποι και μέθοδοι|τύποι μηχανικού   αερισμού|είδη μηχανικού αερισμού|Αερισμός με συνεχή θετική πίεση, Continuous Positive Airway Pressure, CPAP|Αερισμός με συνεχή θετική τελοεκπνευστική πίεση, Positive End Expiratory Pressure, PEEP|Αερισμός με υποστήριξη πίεσης, Pressure-support ventilation, PSV|Συγχρονισμένος διαλείπων υποχρεωτικός μηχανικός αερισμός, Synchronised intermittent mandatory ventilation, SIMV|Διαλείπων υποχρεωτικός μηχανικός αερισμός, Intermittent mandatory ventilation, IMV|Υποβοηθούμενος μηχανικός αερισμός, Assisted Mechanical Ventilation, AMV|τραχειοστομία|μη παρεμβατικός μηχανικός αερισμός|
ANΑΠΝΕΥΣΤΗΡΕΣ ΟΓΚΟΥ. Ο ιατρός ρυθμίζει τον αναπνεόμενο όγκο, τον αναπνευστικό ρυθμό, κια την εισπνευστική ροή. Και ο ασθενής παρέχει τον προκαθορισμένο όγκο κάθε φορά που ενεργοποιείται μια αναπνευστική προσπάθεια από τον ασθενή. Ο εισπνευστικός και εκπενσυτικός χρόνος κια ο λόγος Ι:Ε καθορίζονται, επομένως, από τον VT και V̇. Με τι ρυθμίσεις αυτές, κάθε επιμέρους αναπνοή, ενεργοποιεί τον αναπνεσυτήρα προς απροχή ολόκληρου του πρπορυθμισθέντος αναπνεόμενου όγκου. Έτσι, παρατηρεείται αύξηση του κατά λαπτό αερισμού, εάν αυξηθούν οι αυτόματες αναπενσυτικές κινήσεις από τον ασθενή.  Εάν η αυτόματη αναπνοή από τον ασθενή είναι μικρότερη των ρυθμίσεων του αναπνευστήρος ή εάν ο ασθενής είναι σε πλήρη καταστολή, ο αναπνευστήρας παρέχει αναπνεόμενο όγκο, ανάλογα με τις ρυθμίσεις. Χρήση Ο τύπος αυτός μηχανικής αναπνοής  χρησιμοποιείται σε ασθενείς με ARDS δεδομένου ότι ο αερισμός με χαμηλό όγκο (6cc/kg ιδανικού βάρους απολήγει σε βελτίωση της θνητότητας. Γενικά, χρησιμοποιείται όταν ο θεραπευτικός στόχος είναι η μείωση του έργου αναπνοής και στα πλεονεκτήματά του συγκαταλέγεται η δυνατότητα μετρήσεως των μηχανικών παραμέτρων αναπνοής και η εξασφάλιση χαμηλού αναπνεόμενου όγκου, ακόμη και παρουσία μεταβολών στη διατασιμότητα του αναπνευστικού συστήματος. Στα μειονεκτήματα των αναπνευστήρων όγκου αναφέρονται η σημνατική αύξηση των πιέσεων σε συνθήκες χαμηλής διατασιμότητας, ή αυξημένων αντιστάσεων ροής δια των αεραγωγών. Παρουσία έντονων αναπνεσυτικών κινήσεων ο ασθενής μπορεί να προβάλλει μια πρόσθετη αναπνοή, αποκλείοντας τον σταθερό έλεγχο παρεχόμενου του αναπνεόμενου όγκου. Οι αποφρακτικοί ασθενείς μπορεί να αυξάνουν τον κατά λεπτό αερισμό, επηρεάζοντας τον χρόνο εκπνοής και καθιστώντας δυνητικά επικίνδυνο το ενδογενές PEEP. 
•Sychronized mandatory intermittent ventilation.  Ο ιατρός ρθυθμίζει τον αναπνεόμενο όγκο, VT, τη συχνότητα, f και τον V̇ κι ο αναπνευστήρας παρέχει ακριβώς τον αριθμό αναπνοών που του έχει παραγγελθεί ανά λεπτό, συγχρονίζοντας αυτές τις υποχρεωτικές αναπνοές, με τις αναπνευστικές προσπάθειες του ασθενούς. Στους παθητικούς ασθενείς, ο τύπος αυτός αναπνοής δεν διαφέρει της υποβοηθούμενης αναπνοής. Στον ενεργητικό ασθενή, οι δικές του αυτόματες αναπνευστικές προσπάθειες, εγκατλείπονται χωρίς υποβοήθηση και ο VT, V̇ και η εισπνευστική κι εκπνευστική διάρκεια καθορίζονται απότ ις προσπέθειες του ασθενούς και τις μηχανικές ιδιότητες του αναπνευστικού συτήματος. Η αναπνοή αυτή χρησιμοποιείται προκειμένου να επιτραπεί η σταδιακή αύξηση του έργου αναπνοής μέσω μειώσεως μειώσεως του υποχρεωτικού αριθμού αναπνοών ή/και του VT. Σημειώνεται, εν τούτοις, ότι ο τρόπος αυτός απογαλακτισμού παρατείνει την εξάρτηση από τον αναπνευστήρα. Συχνά χρησιμοποιείται για τη μείωση του κατά λεπτό αερισμού σε ασθενείς υπό βαθειά κατάστολή, με αποφρακτική πνευμονοπάθεια και δυναμική υπερέκτπυξη. Χρησιμοποιείται, επίσης, σε ασθενείς χωρίς αναπνευστικά προβλήματα, που χρήζουν διασωληνώσεως, λόγω κεντρικής διαταραχής. Στα πλεονεκτήματά της περιλαμβάνεται η δυνατότητα μετρήσεως των μηχανικών παραμέτρων της αναπνοής, κατά τη διάρεκια της εκτελέσεως των υποχρεωτικών αναπνοών. Στα μειονεκτήματά του, η παράταση της περιόδου απογαλακτισμού.
ΑΝΑΠΝΕΥΣΤΗΡΕΣ ΠΙΕΣΕΩΣ
αναπνευστήρες ελέγχου πιέσεως. Ο Ιατρός ρυθμίζει την εισπνευστική πίεση, το ΡΕΕΡ, την αναπνευστική συχνότητα, f, τη σχέση Ι:Ε, ή το Τi κια, ακολούθως, ο αναπνευστήρας απρέχει οποιαδήποτε  ροή και όγκο απαιτούνται από τις ρυθμίσεις αυτές. Στους παθητικούς ασθενείς, ο VT εξαρτάται απόπολύπλοκες σχέσεις των μηχανικών παραμέτρων, την πίεση, τον Ti, και τη δυναμική υπερδιάταση. Οι ενεργητικοί ασθενείς μπορεί να είναι ανήσυχοι, εκτός και εάν δεχτούν βαθειά καταστολή, διαφορετικά οι αναπνεσυτικές προσπάθειες θα μεταβάλλουν τον VT, προς οποιαδήποτε κατεύθυνση, ανάλογα με το μέγεθος και τη διάρκεια της προσπάθειας. 
Χρήση. Σους ασθενείς με ARDS, η Palv δεν πρέπει να υπερβαίνει 30 cmH2O, σε μιά προσπάθεια να αποφευχθεί η υπερέκπτυξη. Το όριο αυτό μπορεί να διατηρηθεί με ρύθμιση της Pinsp προς την τιμή του ιδανικού Pplat (που συνήθως είναι <=30), αν και το όριο αυτό δεν έχει αποδειχθεί ότι προστατεύει επαρκώς τους πνεύμονες από βαροτραύματα. Στα πλεονεκτήματά του συγκαταλέγονται ότι γίνεται καλά αποδεκτός από τους ασθενείς, ενόσω η ροή και το προφίλ δεν μεταβάλλονται. Στα μειονεκτήματά του τύπου αυτού αναπνοής συγκαταλέγονται ότι μ[πορεί να σημειωθεί σημαντικός υποαερισμός, λόγω αύξησης των αντιστάσεων ή μείωσης της διατασιμότητας, ως αποτέλεσμνα της μειώσεως της σχέσεως όγκου/παρεχόμενης πιέσεως. 
αναπνευστήρες υποστηρίξεως της πιέσεως, PSV. Στον τύπο αυτό αναπνευστήρος, ο Ιατρός ρυθμίζει μόνο την Pinsp και το ΡΕΕΡ και ο αναπνευστήρας χορηγεί την Pinsp, που ε΄χει επιλεγεί, κάθε φορά που τον ενεργοποιεί ο ασθενής, υπό οποιαδήποτε ροή είναι αναγκαία για να διατηρηθεί η Pinsp. Η εισπνοή περατούται όταν η εισπνευστική ροή μειώνεται ως ένα 'κατώφλι' ή ένα κλάσμα της αρχικής ροής, είτε με΄σω αναστολής της προσπάθειας του ασθενούς ή αυξάνοντας την πίεση ελαστικής επαναφοράς, του αναπνευστικού συστήματος, με την αύξηση του VT. Στους παθητικούς ασθενείς, ο τύπος PSV προϋποθέτει κεντική αγωγή του αερισμού και νευρομυϊκή ζεύξη κι έτσι, ο τύπος αυτός αναπνοής δεν χρησιμοποιείται σε πλήρως κατεσταλμένους ασθενείς. Στον ενεργητικό ασθενή ο κατά λαπτό αερισμός καθορίζεται από την Pinsp και τις μηχανικές απραμέτρους σε συνδασμό με την ροή και τις αναπνευστικές προσπάθειες του ασθενούς. Ο τύπος αυτός μηχανικής αναπνοής χρησιμοποιείται για τιτλοποίηση της αναπνευστικής προσπάθειας του ασθενούς κατά τον επικείμενο απογαλακτισμό σε ασθενείς με άθικτη αγωγή της αναπνοής και σταθερή διατασιμότητα, όπως, π.χ., σε ασθενείς που διασωληνω΄θηκαν για αγγειοοίδημα, όπως κκαισ τους ασθενείς με σοβαρή απόφραξη , αν και, στην απρείπτωση αυτή πρέπει να δίνεται ιδιαίτερη προσοχή για την αποφυγή απνοιών. Στα πλεονεκτήματά του τύπου αυτού μηχανικής αναπνοής περιλαμβάνονται η καλύτερη ανοχή από τον ασθενή, σε σύγκριση με τους αναπνευστήες όγκου, και ο επακόλουθος συγχρονισμός με τον αναπνεσυτήρα. Στα μειονεκτήματά του περιλα,βάνεται ή έλλειψη καταγραφής της αναπνεσυτικής συχνότητας, f, στο ενδεχόμενο της άπνοιας, η δυνητική μείωση του ακτά λεπτόν αερισμού, στο ενδεχόμενο μεταβολής της διατασιμότητας ή των αντιστάσεων. Είναι παρόμοιος τύπος με τον A/C κι επομένως η υψηλή f μπορεί να οδηγήσει στην ανάπτυξη ενδογνούς ΡΕΕΡ. κι επιπλέον, δεν επιτρέπει μετρήσεις των μηχανικών παραμέτρων της αναπνοής. 
Επιπλοκές.  Η εφαρμογή μηχανικού αερισμού αποτελεί συχνά μέσο διασώσεως, αλλά επιβαρύνεται με σοβαρές επιπλοκές.  1. πνευμονικό βαροτραύμα. Είναι γνωστή επιπλοκή του τύπου του μηχανικού αερισμού, θετικής πιέσεως. Στην ομάδα των επιπλοκών αυτών περιλαμβάνονται ο πνευμοθώρακας, το υποδόριο εμφύσημα, το πνευμομεσοπνευμόνιο, και το πνευμοπεριτόναιαο. 2. συνδεόμενη με τον αναπνευστήρα πνευμονική βλάβη (ventilator associated lung ijury, VALI). Αναφέρεται σε οξεία πνευμονική κάκωση κατά τη διάρκεια μηχανικού αερισμού. Κλινικά δεν διακρίνεται από την οξεία πνευμονική κάκωση και από το οξύ σύνδρομο αναπνευστικής δυσχέρειας (ALI/ARDS). 2. διάφραγμα. Ο ελεγχόμενος μηχανικός αερισμός μπορεί να απολήξει σε ταχέως τύπου εξ αχρησίας ατροφία των αναπνευστικών μυών, που μπορεί να αναπτυχθεί από την πρώτη ήδη ημέρα της διασωληνώσεως κι εφαρμογής μηχανικού αερισμού. Η αιτία αυτή της ατροφίας, του διαφράγματος είναι, επίση,ς αιτία ατροφίας όλων των αναπνευστικών μυών, που μπορεί να παρατηρηθεί κατά τη διάρκεια του μηχανικού αερισμού. 3. κινητικότητα των κροσσών των αεραγωγών. Η παροχή θετικής πιέσεως μηχανικού αερισμού φαίνεται ότι επηρεάζει την κινητικότητα των κροσσών του βρογχικού βλεννογόνου, με αποτέλεσμα την μείωση της βρογχικής μεταγωγής της βλέννης με κατακράτηση των εκκρίσεων και ανάπτυξη πνευμονίας.
βλέπε: Μωραΐτου Φωτεινή, Αναισθησιολόγος, Γενικό Νοσοκομείο Νικαίας
. 4. δυσλειτουργία ανώτεωων αναπνευστικών οδών- |κρικοαρυταινοειδής αρθρίτις|κροταφογναθική αρθρίτις|
Μηχανικός αερισμός σε ασθενείς με ΧΑΠ ή άσθμα 
|βατότητα αεραγωγών|μηχανικός αερισμός σε ασθενείς με ARDS|απογαλακτισμός|
 

ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ ΠΕΡΙΟΡΙΣΤΙΚΩΝ ΚΑΙ ΑΠΟΦΡΑΚΤΙΚΩΝ ΠΝΕΥΜΟΝΟΠΑΘΕΙΩΝ
οξεία αναπνευστική δυσχέρεια των ενηλίκων, ARDS
περιοριστική πνευμονοπάθεια. Μη καρδιογενές πνευμονικό οίδημα, διαρροή από πμνευμονικά τριχοειδή, αμφοτερόπλευρα διάχυτα διηθήματα PaO2/Fio2<200.Η αιτιολόγία είναι έμμεση ή άμεση κυψελιδική βλάβη. Υψηλή θνητότητα.
 
Θεραπεία υποκείμενης διαταραχής, λοίμωξη, κάκωση, υπόταση, κλπ. υποστηρικτικά: οξυγόνωση, αερισμός, καρδιακή εξώθηση. βελτιστοποίηση της πνευμονικής ανανήψεως, προστασίας των πνευμόνων, αποφυγή υχηλών δόσεων οξυγόνου (τοξικότης οξυγόνου: FiO2<0.5-0.6) VT=6 ml/kg)
Απελευθλέρωση πνευμονικών τμημάτων με ΡΕΕΡ, πιέσεις<30. Η χρήση προστετευτικών των πνευμόνων μεθόδων μπορεί να όπως η χρήση χαμηλών πνευμονικών όγκων, μπορεί να απολήξει σε υπερκπανία κια αναπνευστική οξέωση, μπορεί να απατηθείυψηλή ΡΕΕΡ: 14-16 cmH2O) για να εξασφαλιστεί ικανή απελευθέρωση πνευμονικών κυψελίδων 
πευμονία
Περιοριστική.
Πνευμονιόκοκκος, αιμόφιλος, μοραξέλλα, άτυπα, Η θεραπεία αρχίζει με εμπειρική επιλογή αντιβοιοτικών και προσαρμίζεται ανάλογα μετά το αντιβιόγραμμα. Επί ανοσοκατεδσταλμένου ασθενούς, πρέπει να διενεργηθεί βρογχοσκόπηση για την λήψη καλλιερηηγτρικού υλικού με προστατευμένη βούρτσα.
 
Νοσοκομειακή πνευμονία. 3-5 ημέρες μετά την εισαγωγή. πρόσφατη νοσηελία, ένοικος οίκου φιλοξενείας κλπ., Συνήθως αποτέλεσμα εισροφήσεως ανθεκτικών μικροβίων, όπως ο ανιεκτικός στη μεθκιλλίνη σταφυλόκοκκος, η ψευδομονάδα, εντεροβακηριοειδή, σερράτια κλπ. Πνευμονία του αναπνευστήρος. μετά 3-5 ημνέρες από τη διασωλήνωση. Η πνευμονία του αναπνεσυτήρος είναι προλήψιμη με τοποθέτηση της κεφαλής του ασθενούς σε θέση 30° κλπ. 
συγκλειστική βρογχιολίτις, οργανούμενη πνευμονία (BOOP/COP)
περιοριστική. Η ΒΟΟΡ συνοδεύει παθήσεις του κολλαγόνου μεταμόσχευση οργάνου και λοιμώξεις όπως η λεγεωνέλλα. 
Ονομάζεται ιδιοπαθής ΒΟΟΡ ή κρυπτογενής οργανούμενη πνευμονία, εάν η αιτιολογία της δεν είναι εμφανής. Συνήθως εμφανίζεται ως πνευμονία κοινότητας που δεν βαίνει βελτιούμενη με τη θεραπεία, η πορεία της είναι συνήθως υποξεία, και αναπτύσσεται εντός 2 εβδομάδων μέχρι 6 μήνες από την αρχική της εκδήλωση.Από τη βιοψία μπορεί να εμφανιστεί μες επινέμηση των τελικών κια αναπενσυτικών βρογχιολίων, και τους αναπνευστικούς σάκκους. Η πλειονότητα των ασθενών απαντούν στα κορτικοειδή κια η θεραπεία διαρκεί για περίπου 6 μήνες. Η θεραπεία με κυτταροστατικά θεωρείται σε πρώιμα στάδια, εάν δεν υπάρχει απάντηση στα κορτικοειδή.
Ιδιοπαθής πνευμονική ίνωση. Περιοριστική,, ασυνήθως διηθηματική ινωτική διάμεση πάθηση άγνωστης αιτιολογίας. Οριστική θεραπεία είναι η μεταμόσευση πνεύμονος. Η πάθηση περιηγράφτηκε αρχικά ως σύνδρομο Hamman Rich ως θανατηφόρα μορφή πνευμονίτιδας. Η βασική θεραπευτική προσέγγιση επιδιώκεται με κορτικοειδή παρ΄όλο ότι ο ρόλος τους είναι ήδη υπό αμφισβήτηση.Εναλλακτικά μπορεί να χρησιμοποιηθεί η κυκλοφωσφαμίδη ως δεύτερης εκλογής ανοσοκατασταλτικός παράγων.
Χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια. Αποφρακτική πνευμονοπάθεια.
Χρονία βρογχίτις.  Χρόνια υποτροπιάζουσα υπερβολική παραγωγή παθολογικής συστάσεως τραχειοβρογχικών εκκρίσεων Ορίζεται ως επισόδια που αθροίζουν περίοδ 3 μηνών κατά τα 2 τελευταία χρόνια. Το πνευμονικό εμφύσημα, Παθολογική, οριστική διάσταση των αεροχώρων, περιφερικά των τελικών βρογχιολίων, που συνοδεύεται από καταστορφή των τοιχωμάτων τους. Κεντροβοτρυδιακό (συχνότερο) και πανβοτρυδιακό (σπανιότερο), προσβάλλει τους κάτω λοβοής συχνότερα, επί ανεπάρκειας της α1ΑΤ.
 Εμφανίζονται με επανειλλημένα επεισόδια λοιμώξεων του αναπνευστικού (αιμόφιλος, πνευμονιόκοκκος, συγκτυτιακός ιός). Με τη θεραπεία αποσκοπείται η αποκατάσταση της αναστρέψιμης βργχοστενώσεως, ο έλεγχος του βήχα, και της παραγωγής τραχειοβρογχικών εκκίσεων. Αποσκοπέιται ο περιορισμός ή εξάλειψη των λοιμώξεων Αύξηση της αντοχής στην άσκηση κια ο έλεγχος των επιπλοκών, ιδίως των καρδιαγγειακών. και της υποξαιμίας.  
Γενικά, το πνευμονικό εμφύσημα και η χρόνια βρογχίτιδα θεωρούνται από κοινού (ΧΑΠ), επειδή συνήθως συνυπάρχουν σε άλλοτε άλλη αναλογία, σ΄ένα συνεχές, από την μια άκρη του οποίου είναι ο pink puffer κια από την άλλη του άκρη ο blew bloater. 
   
Σοβαρή κρίση άσθματος. Αποφρακτική. Σοβαρός, οξείας εγκαταστάσεως βρογχόσπασμος που δεν απαντά στη συνήθη θεραπεία. Υποκείμενα αίτια: διάχυτη φλεγμονή και παθολογικής συστάσεως τραχειοβρογχικές εκκρίσεις. Θεραπευτικά: βρογχοδιασταλτικά β2-διεγέρτες κια κορτικοειδή, , ως πρώτης γραμμής. Αντιχολινεργικά, ως 2ης γραμμής, που δίνονται από κοινού με τους β2-διεγέρτες. 'Εχουν, επίσης, χρησιμοποιηθεί μαγνήσιο και θεοφυλλίνη.

ΑΣΘΕΝΕΙΣ ΜΕ ΦΥΣΙΟΛΟΓΙΚΗ ΜΗΧΑΝΙΚΗ ΤΟΥ ΑΝΑΠΝΕΥΣΤΙΚΟΥ ΚΑΙ ΦΥΣΙΟΛΟΓΙΚΗ ΑΝΤΑΛΛΑΓΗ ΑΕΡΙΩΝ. Η ανάγκη εφαρμογής μηχανικού αερισμού σε άτομα με φυσιολογικές μηχανικές ιδιότητες και φυσιολογική ανταλλαγή αερίων δεν είναι σπάνιο κλινικό φαινόμενο, όπως επί φαρμακευτικής δηλητηριάσεως (καταστολή του κεντρικού ελέγχου της αναπνοής), νευρομυϊκές διαταραχές (πλαγία μυατροφική σκλήρυνση), απόφραξκη ανώτερων αναπνευστικών οδών (αγγειοίδημα), και θραπεία με υπεραερισμό (αυξημένη ενδοκρανιακή πίεση). Στις αρχικές ρυθμίσεις, επί αναπνευστήρος όγκου περιλαμβάνονται: FiO2=0.5-1.0, VΤ=8-12 cc, f=8-12/min και εισπνευστική ροή 60 l/min.Στις αρχικές ρυθμίσεις επί αναπνεσυτήρος πιέσεως περιλαμβάνονται: -εάν ο ασθενής έχει άθικτο κεντρικό έλεγχο αναπνοής και δεντελεί υπό μεγάλη μυϊκή αδυναμία, αναπνεσυτήρας πιέσεως 10 cmH2O, πάνω από την ΡΕΕΡ που γενικά παράγει VT=1 l και αυτόματη αναπνευστική συχνότητα ~10 αναπνοές /min.  Ανεξάρτητα από τον επιλεγόμενο τύπο μηχανικ΄ςη αναπνοής η προσθήκη μικρού ΡΕΕΡ ~5 cmH2O, είναι, συχνά, αναγκαία για την αποφυγή ατελκτασιών.
ΑΣΘΕΝΕΙΣ ΜΕ ΥΠΟΞΑΙΜΙΚΗ ΑΝΑΠΝΕΥΣΤΙΚΗ ΑΝΕΠΑΡΚΕΙΑ. Η οξεία υποξαιμική αναπνευστική ανεπάρκεια  ή τύπου Ι αναπνευστική ανεπάρκεια είναι αποτέλεσμα πληρώσεως των κυψελίδων με υλικό άλλο, εκτός αέρα, όπως αίμα, πύον οίδημα, νεοπλασμαιτκά κύτταρα ή κυψελιδική ατελετασία. Η επακόλουθη ενδοπνευμονική διαφυγή χαρακτηρίζεται από υποξαιμία που ανταποκρίνεται πολύ περιορισμένα στη συμπληρωματική χορήγηση οξυγόνου. Η ΑΑ1 μπορεί να υποδιαρεθεί σε διάχυτες και εντοπισμένες κυψελιδικές βλάβες. Οι διάχυτες βλάβες μπορεί να είναι υψηλής πιέσεως (υδροστατικές, καρδιογενείς)
ΜΗΧΑΝΙΚΟΣ ΑΕΡΙΣΜΟΣ: ΤΥΠΟΙ ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΟΙ. Στα κριτήρια για διασωλήνωση κι εφαρμογή μηχανικής αναπνοής, γενικά, εμπίπτουν σε στις επόμενες κατηγορίες: άπνοια ή/και ανάγκη αναισθησία για χειρουργικπυς λόγοους, σοβαρή υποξαιμία, (PaO2<50 mmHg, σε συνθήκες αέρος δωματίου), εγκατεστημένη ή επιδινούμενη αναπνευστική ανεπάρκεια (κατά σειρά ΑΑΑΑ που δείχνουν επιδέινωση με κλινικά σημεία και συμπτώματα κοπώσεως) κια οξεία αναπενσυτική ανεπάρκεια (μη αντιρροποούμενη αναπνεσυτική οξεώση και υποξαιμία σε συνθήκες δωματίου) Αφότου ο ασθενής διασωληνωθεί είναι αναγκαίο να επιλεγεί ένας τύπος μηχανικού αερισμού και να γίνουν οι σχετικές ρυθμίσεις. Η κατανόηση της παθολογίας της υποκείμενης διαταραχής που οδήγσε στην απόφαση της έχει θεμελειακή σημασία για την προσασία των πνευ,μόνων με ταυτόχρονη εγκατάσταση αιμοδυναμικής και οξεοβνασικής ισορροπίας. Η τεχνολοιγία των μικροϋπολογιστών έχει  βελτιώσει σε εκρηκτικό βαθμό τις μεθόδους μηχανικού αερισμού και, ήδη, διατίθενται πολύπλοκα συστήματα μηχανικής υπσοτηρίξεως της αναπνοής, σχεδόν για κάθε παθολογική εκτροπή, πνευμονική ή εξωπνευμονική. Εν τούτοις, παρά τη διάθεση πληθώρας μεθόδων και τύπων αναπνευστήρων, υπάρχει περιορισμένη επιστημονικλή υποστήριξη της επιλογής ενός, έναντι άλλουαναπενσυτήρος και μεθόδουτ παροχής μηχανικού αερισμού.Αντίθετα, ο Ιατρός οφείλει να εφαρμόσει την επιλεγείσα μέθοδο με πληρότητα και υπό βέλτιστες ρυθμίσεις, προκειμένου να λάβει το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα.
Στον επόμενο πίνακα, καταχωρούνται οι συνηθέστερες παθολογικές καταστάσεις, για τις οποίες παρέχει μηχανική υποστήριξη της αναπνοής, και περιγράφονται συνοπτικά, η υποκείμενη παθοφυσιολογική εκτροπή και η αναμενόμενη αποκατάσταση.
Η εφαρμογή μηχανικής υποστηρίξεως της αναπνοής επί ασθενών με ARDS ή ασθματική κρίση, προϋποθέτει λεπτομερή γνώση της παθολογίας των δύο παθήσεων, άσθματος και ARDS.
απογαλακτισμός από τον αναπνευστήρα|επιλογή χρόνου διενέργειας της τραχειοστομίας|