Αερισμός με συνεχή θετική τελοεκπνευστική πίεση, Positive End Expiratory Pressure, PEEP

 Χρησιμοποιείται με όλες τις μορφές IPPV. Διατηρείται μια θετική πίεση σε όλες τις εκπνοές, επιτυγχάνοντας, έτσι, την επανέκπτυξη των υποαεριζόμενων κυψελίδων και αποτρέποντας την ατελεκτασία.   Εν τούτοις, η PEEP προκαλεί αύξηση της ενδοθωρακικής πιέσεως και μπορεί να μειώσει την φλεβική επιστροφή και να επαχθεί υπόταση, ιδιαίτερα σε υπογκαιμικούς ασθενείς. Με χαμηλά επίπεδα PEEP (5-10 cmH2O), οι δυσμενείς αυτές επιδράσεις, συνήθως, αντιμετωπίζονται με ενδοφλέβια φόρτιση του ασθενούς. Mε τη CPAP, ο αναπνευστήρας ρυθμίζεται ώστε να διατηρεί μια προκαθορισμένη τιμή συνεχούς θετικής πιέσεως ενώ ο ασθενής διατηρεί την δική του αναπνοή. Επειδή οι αναπνευτικές προσπάθειες του ασθενούς δεν υποστηρίζονται, προς ολοκλήρωση, από τη συσκευή, ο ασθενής πρέπει να έχει επαρκή αναπνευστική νευρική αγωγήκαι ικανοποιητική λειτουργία των αναπνευστικών του μυών. Με τη CPAP αυξάνεται και διατηρείται η FRC, κι επομένως, αυξάνονται και διατηρούνται οι αναπνευστικές μονάδες που διατίθενται για την ανταλλαγή αερίων (:μείωση της ενδοπνευμονικής δεξιά-προς-αριστερά διαφυγής), μειώνεται η τελοεπνευστική σύγκλειση των αεραγγών, και εξισορροπόυνται τα αποτελέσματα της autoPEEP ή ενδογενούς PEEP.




βλέπε: PEEP επί ARDS


O όρος "postive end-expiratory pressure", θετική τελοεκπνευστική πίεση, PEEP, αναφέρεται στην πίεση των αεραγωγών, συγκριτικά με την ατμοσφαιρική πίεση, στο τέλος της αναπνοής. ΡΕΕΡ μπορεί να εφαρμοστεί στους περισσότερους τύπους μηχανικού αερισμού. Στους ασθενείς με αναπνευστική ανεπάρκεια από άσθμα ή ΧΑΠ, που χρήζουν μηχανικής υποστηρίξεως της αναπνοής, αναγνωρίζεται αύξηση της FRC κσι της κυψελιδικής πιέσεως στο τέλος της εκπνοής, που υπερβαίνει την ατμοσφαρική πίεση (δηλαδή auto PEEP και ενδογενές PEEP) και, έτσι έχουν αύξηση του εισπνευστικού έργου αναπνοής (επί ασθενών με αυτόματη αναπνοή). Με την εφαρμογή του PEEP, εξισορροπούνται τα αποτελέσματα του autoPEEP επί του έργου αναπνοής. Οι ασθενείς με οξύ σύνδρομο αναπνευστικής δυσχέρειας (ARDS) οξεία κάκωση των πνευμόνων ή υποξαιμική αναπνευστική ανεπάρκεια, λόγω παχυσαρκίας, εμφανίζουν μειωμένη FRC που οδηγεί σε κυψελιδική απόφραξη ή/και απόφραξη των αεραγωγών. Στους ασθενείς αυτούς, χρησιμοποιείται PEEP προκειμένου να διατηρηθεί πλησίον της φυσιολογικής FRC, προκειμένου να επαναδιατεθούν αποκλεισμένες στην ανταλλαγή αερίων πνευμονικές περιοχές, να εμποδειχτεί η σύγκελιση άλλων κυψελίδων, να επαναδιαναμεθεί το υγρό στους πνεύμονες, και να καταστούν οι εξαρτημένες περιοχές των πνευμόνων διαθέσιμες στον πνευμονικό αερισμό.Όλες αυτές οι επιπλοκές μπορούν να αντιμετωπιστούν και να βελτιωθεί η αντιστοιχία μεταξύ αερισμού και αιματώσεως, να βελτιωθεί ο κορεσμός οξυγόνου και να περιοριστεί η ανάγκη λήψεως υψηλών μιγμάτων συμπληρωματικού οξυγόνου. Η παρεμπόδιση της κυκλικής μερικής πνευμονικής συμπτώσεως στο τέλος της εκπνοής με την εφαρμογή PEEP επίσης επιτρέπει την αναπνοή να συντελεστεί σε ευνοϊκώτερα όρια της καμπύλης πιέσεως-όγκου και, έτσι, να μειωθεί το έργο αναπνοής. Η PEEP έχει, επίσης, χρησιμοποιηθεί σε ασθενείς με ασταθή θώρακα (flail chest) προς σταθεροποίηση του θώρακος.


Όλες οι προαναφερόμενες ευνοϊκές δράσεις της PEEP ανατρέπονται, εν τούτοις, εάν χρησιμοποιηθούν πολύ υψηλές τιμές PEEP, Π.χ., η αυξημένη PEEP μπορεί να αυξήσει το νεκρό χώρο, προκαλώντας υπερδιάταση των κυψελίδων και, ταυτόχρονα, μειώνοντας την κυψελιδική τριχοειδική κυκλοφορία, ή μπορεί να εισφέρει στην υπάρχουσα, έτσι κι αλλοιώς, υπερδιάταση στους ασθενείς με ΧΑΠ ή άσθμα. Υψηλά επίπεδα PEEP μπορεί να απολήξουν σε μείωση της πνευμονικής αιματικής ροής εμποδίζοντας τη φλεβική επιστροφή, κι έτσι, αυξάνοντας τις πνευμονικές αγγειακές αντιστάσεις. επιφέροντας μείωση της καρδιακής εξωθήσεως, εν όψει σταθερής πνευμονικής αρτηριακής και φλεβικής πιέσεως, που μεταφράζεται σε αύξηση των πνευμονικών αγγειακών αντιστάσεων. Εάν η πίεση των πνευμονικών αγγείων διατηρηθεί σταθερή σχετικά με τα επίπεδα της PEEP, εν τούτοις, που, γενικά, είναι ο κανόνας, εκτός και εάν μειωθεί η καρδιακή εξώθηση, η επίδραση της αυξήσεως των πνευμονικών όγκων επί των πνευμονικών αγγειακών αντιστάσεων είναι μικρή. Είναι κρίσιμης σημασίας να σημειωθεί ότι οι επιδράσεις της PEEP επί της καρδιακής λειτουργίας, είναι περισσότερο έκδηλη επί υπογκαιμίας, και μπορεί, εν μέρει, να ανστραφεί με την εξασφάλιση επαρκούς ενδαγγειακού όγκου υγρών.

Στο παρελθόν, η PEEP χρησιμοποιούταν αποκλειστικά για την αύξηση της οξυγονώσεως και, της, κατ΄αυτόν τον τρόπο, αυξήσεως της αποδόσεως οξυγόνου, αλλά έχουν, ήδη, σημειωθεί μεταβολές στις επιδιώξεις από τη χρήση της. ΜΕγαλύτερη σημασία δίνεται στη μείωση της κυκλικής μειώσεως των ανοιγμάτων και συγκλείσεων των αεραγωγών, (δηλαδή του ατελεκτασιοτραύματος, και κατ΄επέκταση της μειώσεως των εκ του αναπνευστήρος προκαλουμένων κακώσεων του πνεύμονος, μάλλον, παρά απλώς της βλετιώσεως της οξυγονώσεως. Δεδομένης της ελλείψεως μέσων ελέγχου τόσο της κυψελιδικής διατάσεως, όσο και της ατελεκτασίας, και δεδομένης της ετερογένειας της κατανομής αερισμού που παρατηρείταισ τις περισσότερες πνευμονοπάθειες, η ταυτοποίηση της 'άριστης' PEEP δεν έχει επισημανθεί στην καθημερινή κλινική πράξη. Στην πραγματικότητα, η λόγω βαρύτητας κάθετη κλιμάκωση της υπεζωκοτικής πιέσεως και ο τελοεκπνευστικός πνευμονικός όγκος, που καταγράφεται τόσο στους υγιείς, όσο και στους ασθενείς στους οποίους αναγκαιοί μηχανικός αερισμός, συνεπάγονται ότι δεν υπα΄ρχει μιά βέλτιστη τιμή PEEP για όλες τις περιοχές του πνεύμονος. Μέχρις ότου διατεθούν επακριβέστερες κατνοήσεις, μια πρακτική προσέγγιση του προβλήματος σε ασθενείς με κάκωση του πνεύμονος, θα ήταν η υιοθέτηση του αλγόριθμου που χρησιμοποιείται στην μεγάλη κλινική δοκιμή ARDSnet. Σύμφωνα μ΄αυτή, ακολουθείται ο επόμενος συνδυασμός της FiO2 και της αντίστοιχης PEEP με προσεκτική αξιολόγηση των συνεπειών από τις αλλαγές στην PEEP, όπως στην οξυγόνωση, καρδιακή εξώθηση, και τους περιορισμούς στην εκπνευστικής ροής. 

FiO2 PEEP
0.3 5
0.4 5
0.4 8
0.5 8
0.5 10
0.6 10
0.7 10
0.7 12
0.7 14
0.8 14
0.9 14
0.9 16
0.9 18
1.0 18
1.0 20
1.0 22
1.0 24

Σημειώνεται ότι σε περιπτώσεις με πολύ μειωμένη πνευμονική ενδοτικότητα, όπωςπ.χ., σε ασθενείς με ασκίτη, χρειάζονται υψηλότερα επίπεδα PEEP.