ΕΡΓΟΣΠΙΡΟΜΕΤΡΙΑ: Η διαχείριση της καρδιοπνευμονικής δοκιμασίας κοπώσεως - Δοκιμασίες κοπώσεως κλιμακωτού έργου

 Οι δοκιμασίες κοπώσεως κλμακωτού (μεταβλητού, προοδευτικά αυξανόμενου)  έργου διαφέρουν σημαντικά από τις δοκιμασίες κοπώσεως σταθερού έργου, κατά το ότι, αντίθετα με αυτές, θέτουν τον εξεταζόμενο σε διαρκώς αυξανόμενο έργο, από π.χ., 5 watts (για ασθενή με καρδιαγγειακό ή αναπνευστικό πρόβλημα) -15 watts (για υγιή, μη αθλούμενο), μέχρις προσεγγίσεως των ορίων εξαντλήσεώς του ή εμφανίσεως συμπτωμάτων. Ακολούθως, το έργο αυξάνεται, ανά περίπου 1-3 λεπτά, κατά 5 watts, Το μέγεθος της κλιμακωτής αυξήσεως, εξαρτάται από τη γενιική κατάσταση του ασθενούς. Σε ασθενείς μη αθλούμενους και σε κακή φυσική κατάσταση εφαρμόζεται ακόμη μικρότερη κλιμάκωση του επιβαλλόμενου έργου. Μετρήσεις φυσιολογικών παραμέτρων, όπως οι αναπνευστικοί όγκοι, η σύσταση του εκπνεόμενου αέρα, διενεργώνται μετά το πέρας κάθε βαθμίδας βαρύτητας. Η μέθοδος αυτή επαναλαμβάνεται, με περαιτέρω αύξηση του φορτίου, μέχρις ότου εμφανιστούν σημεία εξανλτήσεως ή δυσανοχή στην περαιτέρω άσκηση, όπως θα περιγραφούν στα επόμενα. Με την εμφάνισή τους, διενεργείται τελική μέτρηση των παραμέτρων που παρακολουθούνται η δοκιμασία ολοκληρώνεται μετά συμπλήρωση 8-10 λεπτών από την έναρξή της.

Με τη μέθοδο αυτή μπορεί να μην επιτευχθούν σταθερές συνθήκες, ‘σσ’, σε κανένα από τα στάδια, στα οποία διαμερισματοποιήθηκε η δοκιμασία, αλλά αυτό ισχύει περισσότερο με τα υψηλά στάδια (μεγάλα φορτία). Όπως θα διαπιστωθεί, αργότερα, η επίτευξη ‘σσ’ δεν είναι αναγκαία για την λήψη των αναγκαίων τιμών για την μεγίστη καρδιακή συχνότητα και την V̇E.

Εάν υιοθετηθούν μεγαλύτερης διάρκειας στάδια (4-6 λεπτών), είναι δυνατή η επίτευξη ‘σσ’, ιδιαίτερα επί υψηλών φορτίων, αν και στα παρατεταμένα στάδια, ο κίνδυνος της μυϊκής εξαντλήσεως είναι πιθανότερος και μπορεί να απολήξει σε τεχνητή βράχυνση της διάρκειας της δοκιμασίας και μείωση της χρησιμότητας των μετρήσεων.

Μετά το πέρας της δοκιμασίας, ο εξεταζόμενος μπορεί να αναπαυθεί, σε ύπτια θέση, ή να συνεχίσει, για λίγο, να ασκείται σε χαμηλά φορτία, π.χ., 50-60 πεταλιές/λεπτό, ή σε κυλιόμενο τάπητα, σε κλίση 0% ύπό ταχύτητα 3 km/ώρα, για τουλάχιστον 2 λεπτά. Όταν το "πιεστικό" στάδιο της δοκιμασίας περατωθεί δεν πρέπει ο αεξεταζόμενος να παραμείνει ακίνητος για πάνω από 10 secs, προκειμένου να αποφύγει την "μετά-την-άσκηση" απότομη πτώση της πιέσεως που μπορεί να σημειωθεί μετά από έντονη άσκηση.    

Το ΗΚΓ και η αρτηριακή πίεση συνεχίζουν να καταγράφονται, καθ΄όλη τη διάρκεια της περιόδου  "αποθερμάνσεως", μετά το πέρας της οποίας, επιτρέπεται στον ασθενή να αναπαυθεί.

Ο τύπος της δοκιμασίας που μόλις περιγράφηκε εφαρμόζεται, προκειμένου να αναγνωρισθούν τα όρια κοπώσως των εξεταζομένων και για τη μέτρηση της V̇Ο2 ΜΑΧ, αλλά προϋοθέτει ότι ο εξεταζόμενος θα ασκηθεί είτε στα όρια της εξαντλήσεως ή στο όριο, μετά το οποίο αναφαίνονται φυσιολογικά σημεία ή συμπτώματα. Μια παραλλαγή του περιγραφέντος τύπου δοκιμασίας κοπώσεως είναι η ονομαζόμενη κλιμακωτή δοκιμασία, ramp test, κατά την οποία, η προοδευτική αύξηση του φορτίου είναι συνεχής και ομαλή, αντί κλιμακωτής, "κατά ώσεις", και σε αλληλουχία "plateau".