ΕΡΓΟΣΠΙΡΟΜΕΤΡΙΑ: Η διαχείριση της καρδιοπνευμονικής δοκιμασίας κοπώσεως - Δοκιμασίες κοπώσεως σταθερού έργου

 Στη δοκιμασία σταθερού έργου, ο εξεταζόμενος εκπονεί έργο υπό σταθερό, αναλλοίωτο ρυθμό, για όλη τη διάρκεια της μελέτης, 5-8 λεπτά, κατά τη διάκρεια των οποίων, διενεργείται εκτενής και συστηματικός έλεγχος. Η δοκιμασία συνεχίζεται, μέχρις ότου προσεγγισθούν σταθερές συνθήκες ‘σσ’, οι οποίες καθορίζονται από τη διατήρηση σταθερά αυξημένου καρδιακού ρυθμού, V̇Ο2  και V̇CΟ2. Μετά την εγκατάσταση ‘σσ’ αρχίζει η μέτρηση των αναπνεόμενων όγκων και η ανάλυση του εκπνεόμενου αέρα, προς τελική διαμόρφωση των V̇Ο2 και V̇CΟ2. Γενικά, υπάρχουν δύο τρόποι, με τους οποίους μπορεί να εκπονηθεί μια δοκιμασία καρδιοπνευμονικής κοπώσεως, με τελικό σημείο, να ελεγχθεί η ανοχή στην άσκηση:

  1. Ο προσδιορισμός  της V̇Ο2  ΜΑΧ 
  2. Εκπόνηση, κατά σειρά, επανειλημμένων δοκιμασιών κοπώσως, με τελικό σημείο τον έλεγχο της ανοχής στην άσκηση, προκειμένου να αναγνωρισθεί η απόδοση, ενός προταθέντος θεραπευτικού σχήματος. 

 Για τον καθορισμό της V̇Ο2  ΜΑΧ  διενεργείται σειρά, προοδευτικά αυξημένου φορτίου, δοκιμασιών κοπώσεως, οπότε, ο προσδιορισμός της V̇Ο2ΜΑΧ βασίζεται στις τιμές των V̇Ο2  που μετρήθηκαν επί ‘σσ’ σε επίπεδο φορτίου, που επιφέρει είτε εξάντληση στον ασθενή ή συμπτώματα παθοφυσιολογικών διαταραχών. Επειδή προσεγγίζονται με αυτόν τον τύπο της δοκιμασίας κοπώσεως, πριν από την λήψη των τελικών μετρήσεων, η τιμή της V̇Ο2  που μετρήθηκε είναι, πιθανότερο ότι προσεγγίζει καλύτερα την μεγίστη ικανότητα του ασθενούς στην άσκηση (V̇Ο2ΜΑΧ). Ένα πρόσθετο πλεονέκτημα της δοκιμασίας του τύπου αυτού είναι ότι η μακροπερίοδη διάρκεια της δοκιμασίας επιτρέπει τη χρήση λιγότερων πολυπλόκων και βραδύτερης αποκρίσεως όργανα για τη συλλογή των αναγκαιούντων για την απόφασνη δεδομένων, αλλά, βέβαια, είναι περισσότερο χρονοβόρος, και μπορεί να αποβεί εξαντλητική για τον εξεταζόμενο.

Εκτός από τη χρησιμότητά τους να ορίζουν την V̇Ο2ΜΑΧ οι δοκιμασίες σταθερού φορτίου μπορεί να χρησιμοποιηθούν για follow-up μελέτες (παρακολουθήσεως). Οι μελέτες αυτές, γενικά, εκπονούνται προκειμένου να επιβεβαιωθεί το κλινικό όφελος από μια θεραπεία ή να βελτιωθεί η ανοχή στην άσκηση (:προπονητικά). Και οι δύο στόχοι προσεγγίζονται με δοκιμασίες σε υπομέγιστο επίπεδο κοπώσεως, στις οποίες εκτελούνται αναλύσεις για τη V̇Ο2  και άλλες παραμέτρους  και χρησιμοποιούνται για σύγκριση με μελλοντικές δοκιμασίες, οι οποίες, επίσης, εκτελούνται στο ίδιο επίπεδο.

Με σκοπό τον έλεγχο της αποδόσεως, οι μελέτες αυτές αξιολογούνται με βάση την βελτίωση των παραμέτρων που αναλύονται.   

Για ασθενείς, οι οποίοι τίθενται σε προγράμματα βελτιώσεως της ανοχής στην άσκηση, όπως είναι ευνόητο, η μείωση των τιμών της V̇Ο2  σε μεταγενέστερες δοκιμασίες, για το ίδιο επίπεδο φορτίου, σημαίνει ότι επετεύχθη βελτίωση στην ανοχή στην άσκηση. Έτσι, με τις επανειλημμένες δοκιμασίες, υπό αυτές τις ρυθμίσεις, μπορεί να επιτευχθεί ο κύριος στόχος (βελτίωση της ανοχής στην άσκηση) χωρίς να οδηγείται ο ασθενής σε δοκιμασίες εξαντλήσεως η σε επίπεδα όπου εμφανίζονται παθοφυσιολογικά συμπτώματα.