Η σπιρομετρία χαμηλής πυκνότητας περιλαμβάνει δοκιμασίες FVC μετά εισπνοή αερίου χαμηλής πυκνότητας, όπως είναι ένα μίγμα αερίων 80% He + 20% Ο2. Η ανάλυση των αποτελεσμάτων βασίζεται στη λήψη δεδομένων από την καμπύλη V-V̇HeO2. Η καμπύλη αυτή, ακολούθως, συγκρίνεται με καμπύλη V-V̇atm που διενεργείται μετά εισπνοή ατμοσφαιρικού αέρα. Η σύγκριση μπορεί να αποτελέσει μια αποδοτική μέθοδο αναγνωρίσεως πρώιμων διαταραχών στο επίπεδο των μικρών αεραγωγών. Μπορεί ακόμη να εισφέρει στην εντόπιση της αποφράξεως μεταξύ μεγαλυτέρων ή μικροτέρων αεραγωγών.
Το 1941, οι Dean και συν , αναγνώρισε ότι υπό στροβιλώδη ροή, οι αντιστάσεις σε πειραματικές διατάξεις, μειώθηκαν με εισπνοή μίγματος Ο2+Ηe. Αργότερα, πολλοί ερευνητές διαπίστωσαν ότι η V̇E,ΜΑΧ μεταβάλλεται αντιστρόφως ανάλογα με την πυκνότητα του εισπνεόμενου μίγματος, επί φυσιολογικών ατόμων.
Η δοκιμασία βασίζεται στη σχέση μεταξύ στροβιλώδους, και γραμμικής ροής και πυκνότητας αερίων. Είναι γνωστό ότι οι αντιστάσεις στη ροή μεταβάλλονται ανάλογα με την πυκνότητα του εισπνεόμενου αερίου. Στο επίπεδο των αεραγωγών όπου παρατηρείται στροβιλώδης ροή, αέρια με μικρότερη πυκνότητα από εκείνη του ατμοσφαιρικού αέρα, όπως είναι ένα μίγμα 80% He + 20% Ο2, εμφανίζουν μικρότερες αντιστάσεις, με αποτέλεσμα οι ταχύτητες ροής να είναι μεγαλύτερες. Η γραμμική ροή είναι ανεξάρτητη της πυκνότητας του εισπνεόμενου μίγματος αερίων. Οι ταχύτητες ροής που καταγράφονται στα πρώτα στάδια μιας δοκιμασίας FVC, περιορίζονται από τους μεγάλους, κεντρικούς αεραγωγούς, όπου η ροή είναι στροβιλώδης. Ως αποτέλεσμα, η ροή στους μεγάλους αεραγωγούς (αρχικό μέρος του κατιόντος σκέλους της καμπύλης V-V̇) μετά εισπνοή μίγματος χαμηλής πυκνότητας, είναι μεγαλύτερη παρ΄ό,τι η ροή στο ίδιο επίπεδο αεραγωγών που παρήχθη μετά εισπνοή μίγματος χαμηλής πυκνότητας.
Η ροή μέσω μικρών, περιφερικών αεραγωγών, διαμέτρου μικρότερης των 2 mm, μετριέται στο όψιμο στάδιο της καμπύλης V-V̇, προς το τέλος της εκπνευστικής προσπάθειας. Φυσιολογικά, οι αεραγωγοί αυτοί εισφέρουν πολύ μικρό μέρος των συνόλων αντιστάσων στη ροή δια των αεραγωγών. Και εγείρουν όριο ροής μόνο στα πολύ όψιμα στάδια της καμπύλης V-V̇. Στους περιφερικούς αεραγωγούς, η ροή είναι γραμμική. Αποτέλεσμα αυτού είναι ότι οι καταγραφόμενες ροές μετά εισπνοή ατμοσφαιρικού αέρα ή μίγματος χαμηλής πυκνότητας (80% He + 20% Ο2) εμφανίζουν ταυτόσιμες ροές, και το σχήμα της καμπύλης στο στάδιο αυτό της εκπνευστικής προσπάθειας δεν μεταβάλλεται. Το σημείο στο οποίο το ίχνος καταγραφής της καμπύλης V-V̇ μετά εισπνοή ατμοσφαιρικού αέρα ή μίγματος χαμηλής συγκέντρωσης σαρχίζει να συμπίπτει είναι πολύ σημαντικό, καθώς αποτελεί ένδειξη της μεγίστης ή πρωιμότερης ταχύτητας ροής που ελέγχεται από ροές ανεξάρτητες της πυκνότητας του εισπνεόμενου αερορρεύματος, μέσω των μικρών, περιφερικών αεραγωγών. Ο πνευμονικός όγκος στον οποίο επισυμβαίνει η εξίσωση των ροών ονομάζεται όγκος ισορροής. (VisoV̇).
Με την εγκατάσταση νόσου των μικρών αεραγωγών, οι αντιστάσεις στους αεραγωγούς αυτούς αυξάνονται, με αποτέλεσμα η ταύτιση των δύο γραμμών καταγραφής καμπύλης V-V̇, που παραλαμβάνονατια μετά εισπνοή υψηλών ή χαμηλών μιγμάτων αερίων, συμπίπτουν, σε μεγαλύτερο όγκο υπολειπόμενου να εκπνευσθεί αέρος. Ο μεγαλύτερος VisoV̇ αποτελεί ευαίσθητο δείκτη για την αποτίμηση παθολογιών στους μικρούς αεραγωγούς.