Ζωτική χωρητικότητα είναι ο μεγαλύτερος όγκος αέρος (σε l ή ml) που μπορεί να εκπνευσθεί, VCE σε μια εξαντλητική εκπνοή, ως το επίπεδο του RV, που έπεται μεγίστης εισπνοής, μέχρι το επίπεδο της ΤLC ή που μπορεί να εισπνευσθεί, VCI, μετά μια βαθυτάτη, δυνατή εκπνοή. Ο όρος εισήχθη από τον J. Hutcinson στα μέσα του 19ου αιώνα. Η εξέταση διενεργείται μέσω ογκομετρικού σπιρομέτρου. Η δοκιμασία διενεργείται χωρίς ειδικές συνθήκες ταχύτητας.
Αν και με τον όρο ‘ζωτική χωρητικότητα, VC’, συνήθως εννοείται η εκπνευστική ζωτική χωρητικότητα, VCΕ, εκτός και εάν δηλώνεται διαφορετικά, η εισπνευστική ζωτική χωρητικότητα, VCΙ, έχει, επίσης, σημασία σε σειρά κλινικών διατάξεων. Υπό φυσιολογικές συνθήκες η εισπνευστική VCΙ είναι ίδιου μεγέθους με την εκπνευστική VCΕ, αλλά σε ασθενείς με διάχυτη μείωση της ροής, η εκπνευστική VCΕ μπορεί να αποδεικνύεται σημαντικά μικρότερη. Διαφορά μεγαλύτερη του 10% είναι δηλωτική αποφρακτικής πνευμονοπάθειας. Ετσι, στους ασθενείς με χρόνια απόφραξη των αεραγωγών, η εισπνευστική VC είναι μεγαλύτερη της εκπνευστικής VC, η οποία, όμως, είναι μεγαλύτερη της δυναμικής εκπνευστικής ζωτικής χωρητικότητας (VCΙ>VCΕ>FVCΕ).
Στο διάγραμμα απεικονίζoνται μέθοδοι καταγραφής ζωτικής χωρητικότητας, σε διάταξη όγκου-χρόνου (συνεχής γραμμή) και σε διάταξη ροής-όγκου (διακεκομμένη γραμμή).
Αντιστοιχεί στη διαφορά του πνευμονικού όγκου που καταγράφεται μεταξύ της φάσεως της μέγιστης εισπνοής και της μέγιστης εκπνοής. Αποτελεί το θεωρητικό όριο, πέρα από το οποίο δε μπορεί να αυξηθεί ο VT, σε περιπτώσεις μέγιστης αναπνευστικής προσπάθειας. Η πέρα από το όριο αυτό ικανοποίηση αυξημένων μεταβολικών απαιτήσεων επιδιώκεται με αύξηση της συχνότητας αναπνοής. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι όσο ο πνεύμονας διατείνεται, κατά τη διάρκεια μιας εισπνοής, τόσο αυξάνεται η πίεση που απατείται για περαιτέρω αύξηση του όγκου του, δηλαδή η ενδοτικότητά του μειώνεται και, αντίθετα, κατά την εκπνοή, όσο οι πνεύμονες εκπτύσσονται, τόσο οι αντιστάσεις στη ροή δια των αεραγωγών αυξάνονται. Ετσι, από τελεολογικής απόψεως, η πλήρης έκπτυξη και σύμπτυξη του πνευμονικού παρεγχύματος, κατά τη διάρκεια μέγιστης προσπάθειας θα ήταν ενεργειακώς απρόσφορη.