Πλαιαότερα γνωστός ως παράγων ΤWAR, το Chlamydia psittaci αναγνωρίσθηξκε ως παθογόνο υπεύθυνο πνευμονίας και συστηματικής νόσου, μόλις το 1985, Η ψιττάκωση είναι μια πνευμονία που οφείλεται σε στελέχη Chlamydia psittaci, στα οποία οφείλονται οι ορνιθώσεις των πουλερικών.
Τα χλαμύδια της ψιττακώσεως μεταδίδονται στον άνθρωπο από μολυσμένα πτηνά, όπως καναρίνια, παπαγάλοι, πρισέρια, και χήνες. Η κλινική εικόνα είναι παρόμοια μιας άτυπης πνευμονίας. Η επίπτωση της οφειλόμενης σε Chlamydia psittaci πνευμονίας είναι αβέβαιη. Η κλινική εικόνα είναι απαρόμοιαμια άτυπης πνευμονίας σε νεαρούς ενήλικες, ενώ στους ηλικιωμένους μπορεί να είναι σιβαρή λοίμωξη με συστηματική συμμετοχή, ιδιαίτερα παρουσία συνοσηροτήτων. Η νόσος προαγγέλλεται με φαρυγγίτιδα, πυρετό 37.7-39°C και μη παραγωγικό βήχα. Μετά χρόνο επωάσεως 7-14 ημέρες, εη νόσος εκδηλώνεται αιφνίδια με πυρετό 38-40°C, συνήθως προαγγελλόμενος με ρίγη/φρίκια και συνοδευόμενος με αρθραλγία, κεφαλαλγία, μυαλγία, δύσπνοια, και θωρακικό πόνο. Ο βήχας μπορεί να είναι επίμονος και βασαναστικός, αλλά δεν συνοδεύεται πάντα από απόχρεμψη, που αν υπάρχει είναι βλεννώδης. Σπληνομεγαλία και ερυρθότης της ωχράς κηλίδας είναι χαρακτηριστικά της ψιττακώσεως. Η νόσος συνδοεύεται από κεφαλαλγία, αλλά η ηπατίτιδα, η φλεβίτιδα, η εγκεφαλιτιδα, η μυοκαρδίτιδα, η νεφρική ανεπάρκεια, και η διάχυτη ενδαγγειακή πήξη είναι σπάνιες επιπλοκές. Παρά τη απόδοση των αντιβιοτικών, όπως η τετρακυκλίνη, και η ερυθρομυκίνη, η ψιττάκωση συνδέεταιμε θνητότητα περίπου 1%. Η υποτροπή αναχαιτίζεται με θεραπεία δύο εβδομάδων, μετά την ύφεση του πυρετού.
Στην ακτινογραφία θώρακος περιγράφεται ποικιλία ευρημάτων, αλλά συχνότερα διηθήματα στους κάτω λοβούς. ΤΑ ακτινολογικά ευρήματα λύονται μετά περίοδο 2-4 εβδομάδες.