Ως χρόνιος ορίζεται ο βήχας, που επιμένει επί διάστημα μεγαλύτερο των 8 εβδομάδων. Η επίπτωσή του κειμένεται μεταξύ 9-33% (&), το συχνότερο προκλητικό αίτιο είναι το κάπνισμα και αποτελεί συνήθη αιτία αναζητήσεως ιατρικής βοήθειας (&,&).
Βήχας από φάρμακα. Οι αναστολείς του μετατρεπτικού ενζύμου της αγγειοτασίνης. αΜΕΑ, μπορεί να προκαλέσουν χρόνιο, βασανιστικό βήχα, σε περίπου 30% των ασθενών. Για την εμφάνισή του, ο 'φαρμακοεπαγόμενος' βήχας δεν χρειάζεται ερέθισμα και παρατηρείται στις γυναίκες συχνότερα, παρ΄ό,τι στους άνδρες, συνήθως 1-2 μήνες μετά την ένραρξη της θεραπείας με τα aMEA. Όλοι οι α ΜΕΑ μπορούν να προκαλούν χρόνιο βήχα, αλλά οι αναταγωνιστές της αγγειοτασίνης ΙΙ φαίνεται ότι υπολείπονται στην πρόκληση βηχός. Οι ασθενείς με προϋπάχων άσθμα, δεν φαίνεται να είναι περισσότερο επιρρεπείς. Παρ΄όλο ότι η επαγωγή βρογχοσπάσμου από την βραδυκινίνη είναι ένας πιθανός μηχανισμός, μέσω του οποίου οι ανταγωνιστές τηω υποδοχέων αγγειοτασίνης προκαλούν βήχα, ο ακριβής βηχογόνος μηχανισμός δεν έχει, με βεβαιότητα, διευκρινιστεί. Η διακοπή του υπεύθυνου φαρμακολογικού παράγοντος απολήγει στην ύφεση του συμπτώματος, εντός λίγων ημερών ή εβδομάδων. Η επανάληψη της χορηγήσεως συνεπάγεται υποτροπή του συμπτώματος, όπως μπορεί να εμφανιστεί και με άλλον αναστολέα, επίσης. |