Εισπνεόμενες ουσίες, παθοφυσιολογικές επιδράσεις

Τα παθοφυσιολογικά επακόλουθα της εισπνοής διαφόρων αεροσολών, ατμών, αερίων κλπ., εξαρτώνται από τις φυσικές και χημικές ιδιότητές τους κι από το βάθος διεισδύσεώς τους. Το βάθος διεισδύσεως εξαρτάται, πάλι, κύρια από τις προαναφερόμενες ιδιότητες της εισπνεόμενης ύλης και από τους φυσιολογικούς χαρακτήρες και τον τύπο της αναπνοής. Η καθήλωση ερεθιστικών ουσιών στις ρινικές κοιλότητες μπορεί να προκαλέσει ρινίτιδα. Η καθήλωση διαφόρων γύρεων συνεπάγεται ανοσολογική προσαρμογή και, σε γενετικά ή επίκτητα προδιαθετιμένα άτομα, πυρετό εκ χόρτου ή βρογχόσπασμο. Η καθήλωση ξένων βλαπτικών ουσιών στην τραχεία και τους βρόγχους συνεπάγεται, κατά κύριο λόγο βρογχόσπασμο, βρογχίτιδα ή βρογχογενείς νεοπλασίες. Ο βρογχόσπασμος μπορεί να οφείλεται στην επαγωγή του προσαρμοσμένου ανοσολογικού συστήματος και στην απελευθέρωση μεσολαβητών, όπως η ισταμίνη, ο PAF και οι λευκοτριένες. Η παρατεταμένη έκθεση σε μεγάλες συγκεντρώσεις αδρανών ουσιών καταλήγει σε υπερτροφία των υποβλεννογονίων τραχειοβρογχικών αδένων, αύξηση και μεταπλασία των καλυκοειδών (δηλαδή εγκατάσταση σε περιφερικότερες μοίρες του τραχειοβρογχικού δένδρου, όπου σε φυσιολογικές συνθήκες δεν υπάρχουν). Οι μεταβολές αυτές συνεπάγονται αύξηση της ημερήσιας παραγωγής βλέννης και μείωση της επιφανειοδραστικής ουσίας στα περιφερικά βρογχιόλια. Εμφανίζονται βήχας, υπερβολική παραγωγή αποχρέμψεως και μέτριου βαθμού απόφραξη. Εισπνοή νικελίου, αμιάντου και άλλων παραγόντων μπορεί να προκαλέσει την ανάπτυξη καρκίνου. Τέλος, τα ερεθιστικά αέρια και οι καπνοί προκαλούν τραχειοβρογχίτιδες. Εάν τα σωματίδια έχουν μικρό μέγεθος, προωθούνται μέχρι τις κυψελίδες, όπου ασκούν τις ενδεχόμενα βλαπτικές τους επιδράσεις. Οι ανόργανες ύλες προκαλούν την ανάπτυξη πνευμονοκονιώσεων, πνευμονικής ινώσεως, πνευμονικού εμφυσήματος ή βρογχιολίτιδας, ανάλογα με τις φυσικές και χημικές ιδιότητές τους. Οι οργανικές ύλες προκαλούν πνευμονίες εξ υπερευαισθησίας (εξωγενής αλλεργική κυψελιδίτιδα).