Στους ενήλικες, οι αντιστάσεις των αγωγών διαμέτρου μικρότερης των 2 mm αποτελούν μικρή αναλογία των συνολικών αντιστάσεων που διαμορφώνονται στο τραχειοβρογχικό δένδρο (σχήμα 316[i]).
Γενικά, η περιοχική αντίσταση των αεραγωγών μειώνεται ως συνάρτηση της γενεάς των αεραγωγών. Ειδικά, δε, η μεγαλύτερη αντίσταση παρατηρείται στη γενεά βρόγχων 4. Οι μέσου μεγέθους αεραγωγοί με βραχύ μήκος και συχνές διακλαδώσεις εμφανίζουν μη γραμμική ροή και ακραίους στροβιλισμούς στη ροή αέρος δι΄αυτών.
Οι μικροί αεραγωγοί, όμως, αποτελούν την ανατομική εντόπιση των βλαβών που παρατηρούνται επί χρόνιας αποφρακτικής πνευμονοπάθειας, του συνδρόμου που χαρακτηρίζεται από σημαντική αύξηση των αντιστάσεων. Η απώλεια της πνευμονικής ελαστικότητας, αποτελεί σημαντικό λόγο αυξήσεως των αντιστάσεων στους περιφερικούς αεραγωγούς. Η αύξηση της πνευμονικής διατασιμότητας προκαλεί μείωση της διαπνευμονικής πιέσεως, έτσι, ώστε η ενδοϋπεζωκοτική πίεση προσεγγίζει, περισσότερο την κυψελιδική πίεση. Κατά τη διάρκεια της εκπνοής, η διατομή των μικρών αεραγωγών μειώνεται, προοδευτικά, προκαλώντας προοδευτική, κατά την εξέλιξη της εκπνοής αύξηση των αντιστάσεων. Προς το παρόν, δεν υπάρχει αποδοτική μέθοδος μειώσεως των αντιστάσεων στους μικρούς αεραγωγούς, ανάλογη με τις ικανοποιητικές μεθόδους που διατίθενται για την αντιμετώπιση των ανωτέρων αναπνευστικών οδών.
Έτσι, γενικά, οι αντιστάσεις ροής στους αεραγωγούς εξαρτώνται: [α] από του ςπνευμονικούς όγκους· [β] από την πυκνότητα και τη γλοιότητα του εισπνεόμενου αέρα· [γ] από τον υποκείμενο βρογχόσπασμο/βρογχοστένωση· [δ] από την εγκάρσια διάμετρο των μικρών αεραγωγών