|μεσοθηλίωμα Α'|επιδημιολογία 2. |επιδημιολογία 1|Η επίπτωση του μεσοθηλιώματος αυξάνεται σαθερά και, πιστεύεται ότι, ο εφ΄όρου ζωής κίνδυνος είναι ~0.5-1.0%. Ο όγκος αυτός αρχικά περιγραφόταν από τους Ιατρούς Εργασίας, των εργοστασίων Αμιάντου κι έχει διευκρινιστεί ότι η σχέση του μεσοθηλιώματος με τον αμίαντο, ανεξαρτήτως του ποσού εκθέσεως κια προσβάλει, ακόμη και τα μέλη των οικογενειών των εκτεθειμένων εργατών, που μεταφέρουν τις ίνες αμιάντου στα ενδύματά τους. Δεν καταγράφονται ειδικέ ςχρωμοσωμιακές μεταβολές που συνδέοντια με την παθογένια του μεσοθηλιώματος, αν κια υπάρχουν διαταραχές στον ξενιστή, οι οποίες, εν τούτοις, είναι εντελώς μη ειδικές. Οι διάοροι τύποι αμιαντωσικών ινών έχουν δαιφορετικές ιδιότητες κια διαφορετική ικανότητα καρκινογενέσεως. Οι πλεόν απθογόνες είναι οι ίνες με σχήμα βελόνας, όπως του κυανού κροκιδόλιθου και του φαιού αμοσίτου|τύποι ινών|μακροφάγα και αμίαντος|. Το μεσοθηλίωμα εξορμάται από τον υπεζωκότα ή το περιτόναιο. και οι ασθενείς, χαρακτηριστικά εμφανίζονται με πλευριτική συλλογή ή ασκίτη.
απεικόνιση. Από την ακτινογραφία θώρακος, συνήθως αναγνωρίζεται ετερόπλευρη πλευριτική συλλογή, εντοπισμένες μάζες στο θωρακικό τοίχωμα και, αργότερα, εγκυστωμένη συλλογή ή διάχυτες λοβιώδεις βλάβες. Σημειώνεται ότι οι υπεζωκοτικές πλάκες πιστοποιούν, μόνο, την προηγηθείσα έκθεση στον αμίαντο και δεν αποδεικνύουν την παρουσία μεσοθηλιώματος, ούτε, το μεσοθηλίωμα αποτελεί προϊόν τους. Η στρογγύλη ατελεκτασία είναι καλοήθης βλάβη, που περιβάλλεται από υπεζωκότα και απεικονίζεται ως "μάζα" που συνδυάζεται με έκθεση στον αμίνατο και μπορεί να μιμηθεί μεσοθηλίωμα.
Στην αξονική τομογραφία αναγνωρίζεται εγκυστωμένη πλευριτική συλλογή ή διάχυτες υπεζωκοτικές μάζες, με πάχυνση των ενδολοβιδίων πτυχών, επινέμηση του θωρακικού τοιχώματος κια πιθανόιν υπεζωκοτικές πλάκες. Η μαγνητική τομογραφία μπορεί να είναι επικουρική στον ορισμό εντοπισμένης παθήσεως, π.χ., της εκτάσεως του όγκου και της ενδεχόμενης επινεμήσεως του θωρακικού τοιχώματος. Η τομογραφία εκπομπής ποζιτρονίου είναι, επίσης χρήσιμη για τον καθορισμό της πιθανότητας μιας μάζας να είναι όγκος και της περιγραφής της εκτάσεως και των επινεμήσεών της. Για την τεκμηρίωση της διαγνώσεως χρειάζεται βιοψία υπεζωκότος, η οποία μπορεί να μην αποδώσι επαρκή πόσοτητα υλικού, οπότε χρειάζεται VATS.
διάγνωση.Τις περισσότερες των περιπτώσεων, η διάγνωση τίθεται με κυτταροπαθολογική μελέτη του πλευριτικού εξιδρώματος, αλλά στις υπόλοιπες χρειάζεται διατοιχωματική λήψη βιοψίας με λεπτή βελόνη και ιστοπαθολογική ανάλυση. Η διαφοριοδιάγνωση από το αδενοκαρκίνωμα παραμένει δυσχερής, αλλά η κλινική εικόνα παρέχει βοήθεια, λόγω της μεγαλύτερης συλλογής που συνοδεύει το δεύτερο, και στερείται το πρώτο.Το επόμενο βήμα για τη διάγνωση είναι η λήψη βιοπτικών δειγμάτων από τον υπεζωκότα ή το περιτόναιο. Πιθανόν να χρειαστούν περισσότερα δείγματα για την τεκμηρίωση της διαγνώσεως.
σχετική με τη μεσοθηλίνη πρωτεΐνη του ορού, ΣΜΠΟ. Η ΣΜΠΟ είναι ένα κυκλοφορούν στο περιφερικό αίμα προϊόν, της μεσοθηλιακής διαφοροποιήσεως πρωτεΐνης, μεσοθηλίνης. Το 84% μιας σειράς 44 ασθενών με μεσοθηλίωμα, εμφάνισαν αυξημένα επίπεδα ΣΜΠΟ, ένναντι <2% ασθενών με άλλες πνευμονοπάθειες με ευαισθησία 84% και ειδικότητα >80%.
Σταδιοποίηση - προγνωστικοί παράγοντες. Η σταδιοποίηση εφαρμόζεται, κυρίως, για χειρουργική αντιμετώπιση. και βασίζεται στο σύστημα ΤΝΜ, για τον πνευμονικό καρκίνο, με παράλληλη πρόγνωση. Για περιπτώσεις με πτωχή κατάστασης υγιεινής, ιδίως επί ανδρών, με σαρκοματοειδή μορφή μεσοθηλιώματος και αυξημένο αριθμό λευκών αιμοσφαιρίων, αναμένεται πτωχή πρόγνωση.
θεραπεία - χειρουργική Στη διαγνωστική επέμβαση καταφεύγουμε προκειμένου να παραληφθεί βιοπτικό δείγμα, αλλά η παρηγοηριτηή πλευρεκτομή επιλέγεται, συνήθως, για ανακούφιση από τα συμπτώματα. "Δυνητικά θεραπευτική" εν τούθτοις, μπορεί να αποβεί η εξωϋπεζωκοτική πνευμονεκτομή, που ακολουθείται από μερικούς με συμπληρωματική χημειοθεραπεία. έχει οδηγήσει σε μεγαλύερους μέσους χρόνους επιβιώσεως σε εξειδικευμένα Κέντρα.Ατυχώς η πλειονότητα των ασθενών με μεσοθηλίωμα. Η έκβαση της θεραπείας είναι ιδιαίτερα επιφυλακτική και η χημειοθεραπεία, γενικά, αναπατολεσματική, με δείκτες αποδόσεως <10%, αν και έχουν χρησιμοποιηθεί σύγχρονα σχήματα με σισπλατίνη και περμετεξέδη,μπορεί να προσφέρουν κάποιες υποσχέσεις. Η ακτινοβολίες μπορεί να είναι επικουρικές για την ανακούφιση από τον πόνο. Ενίοτε απαταιτούνται πολλαπλές ενσταλλάξεις σκληρυντικής ουσίας, όπως το ταλκ, η τετρακυκλίνη, και η μπλεομκίνη. Θεωρήθηκε ότι η θεραπεία κυτοκινών μπορεί να έχει κάποιο αποτέλεσμα, κια επιχείρηθηκε η ενστάλλαξη ιντερφερόνης στην θυπεζωκοτική κοιλότητα. Η θεραπεία αυτή έχει αποδειχθεί αναποτελεσματική.
Χημειοθεραπεία. Ο συνδυασμός πεμετρεξέδης + σισπλατίνη απολήγουν σε βελτιωμένη, εν γένει, επιβίωση σχεδόν 3 μηνών, συγκριτικά με τη χρήση κάθε φαρμάκου μόνου του, με δείκτη απαντήσεως 41%. Η γεμσιταβίνη + σισπλατίνη έχει επίσης διχετεί ότι συνεπάγεται ανάλογα αποτελέσματα, με θεραπευτικούς δείκτες 48% και 33% σε μια σειρά 74 ασθενών, ενώ ταυτόχρονα επισημάνθηκαν βελτίωση των συμπτωμάτων και βελτίωση της ποιότητας ζωής. Οι αναστολείς των ευοδωτικών των αυξητικών παραγόντων ιματινίβη και γεφιτινίβης δεν έχουν εντούτοις, δείξει ικανοποιητικά κλινικά αποτελέσματα. Πρόσφατα ενθαρυντικά αποτεέλσαμ έχουν παραληφθεί με τη χρήση πεμετρεξέδης, αναστολέως της διυδροφολικής ρεδουκτάσης, που έχει αναχθεί να είναι η πρότυπη θεραπεία. Οι ασθενείς με μεσοθηλίωμα έχουν αυξημένες τιμές VEGF στο περιφερικό αίμα και ο μεσοθηλιωματικός ιστός χρωματίζεται έντονα με τη σχετική χρωστική (για τον υποδοχέα 3 VEGFR. Για το λόγο αυτόν, οι ασθενείς έχουν αντιμετωπιστεί όπως η μπεβασιζουμάμπη (:avastin)|avastin|, ενός ανασυνδυσμένου μονοκλωνικού αντισώματος αντισώματος και με τους αναστολείς αγγειογενέσεως όπως η θαλιδομίδη |θεραπεία αμυλοείδωσεως, επίσης| έχει δείξει ότι μπορεί να σταθεροποιήσει τους ασθενείς με εξελικτικό μεσοθηλίωμα. Περίπου 25% γτων ασθενών έχουν σταθεροποιημένη πάθηση για περίοδο, μεγαλύτερη των 6 μηνών, ως αποτέλεσμα θεραπεάις με θλιδομίδη. Η σοραφενίβη, ένας πολυαναστολέας κινάσης των υποδοχέων VEGF κιαι ων υποδοχέων του παράγοντος των αιμοπεταλίων έχει επίσης χρησιμοποιηθεί, με υπό μελέτη αποτελέσματα. . Φ
Ακτινοβολία. Ο μείζων περιορισμός στην ακτινοθεραπεία είναι η ανατομία του πνεύμονος. - ο όγκος καλύπτιε το μέγιστο μέρος της υπεζωκοτικής κοιλότητας και της ενδολόβιε ςπτυχψές, κι έστι είναι σχεδόν αδύνατη η αποφυγή της πνευμονίτιδας εξ ακτινοβολίας.
ανοσοθεραπεία και γενετική θεραπεία. Η τοπική θεραπεία με κυτοκίνες, με τη χρήση ανασυνδυασμένης ιντερλευκίνης 2, ή ιντερφερόνης-γ, εντός της κοιλότητας του όγκου ή στον ίδιο τον όγκο, έχει επιφέρει κάποιες θετικές απάντήσεις σε ασθενείς με εξελιγμένη πάθηση Ανασυνδυασμένη ινετερφερόνη -α επιφέρει, επίση,ς περιορισμένες θετικές απαντήσεις και, αξιοπερίεργα, κάποιες εντυπωσιακές απαντήσεις που διάκεσαν 5-13 χρόνια (!) Η εφαρμογή γενετικών θεραπειών στο μεσοθηλίωμα με τη χρήση παρασκευασμένων ιών ή τη χρήση γονιδίων αυτοχειρίας (suicide gene therapy), χωρίς ιδιαίτερα αποτελέσματα.
Η φωτοδυναμική θεραπεία που επάγει την αύξηση των τοξικών ριζών οξυγόνου στην κοιλόττηα του όγκου, είναι μια θεραπευτική προσπάθεια εργώδης και χρονοβόρρα, αλλά αποδοτική ως μορφή μειώσεως του όγκου. Άλλοι νεότεροι χημειοθεραπευτικοί παράγοντες, όπως, π.χ., οι νεο-αγγειογενετικοί παράγοντες, παράγοντες που μειώνουν τον χαλκό, αναστολείς της παοακετυλάσης της ιστόνης, ανοσοτοξίνες, και αναστολείς πρωτεοσώματος έχουμ, επίσης δοκιμαστεί. Οι αναπαραγόμενη πλευριτική συλλογή αναστέλλεται με διενέργεια με πλευροδέσεως με ταλκ, ή επέμβαση. Ο νευροπαθητικός, σωματικός και σπλαγχνικός είναι συχνά σοβαροί τύποι πόνου και για την αντιμετώπισή τους χρειάζεται η χορήγηση οπιούχων με μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη και, μερικές φορές, νευρικό αποκλεισμό. Επίσης αναγκαιεί η λήψη μέτρων ψυχοκοινωνικής υποστηρίξεως.
πρόγνωση. Ατυχώς η πρόγνωση είναι πτωχή, με επιβίωση που αναμένεται μεταξύ 6-18 μήνες.
βιβλιογραφία
1. Armstrong BK, Musk AW, Baker JE, et al. (1984) Epidemiology of
mesothelioma in Western Australia. Medical Journal of Australia
141: 86–88.
2. Gazdar AF and Carbone M (2003) Molecular pathogenesis of
mesothelioma and its relationship to Simian Virus 40. Clinical
Lung Cancer 5: 177–181.
3. Kindler HL (2000) Malignant pleural mesothelioma. Current
Treatment Options in Oncology 1(4): 313–326.
4. Marom EM, Erasmus JJ, Pass HI, and Patz EF Jr (2002) The role
of imaging in malignant pleural mesothelioma. Seminars in
Oncology 29: 26–35.
5. Nowak AK, Lake RA, Kindler HL, and Robinson BW (2002) New
approaches for mesothelioma – biologics, vaccines, gene therapy,
and other novel agents. Seminars in Oncology 29: 82–96.
6. Robinson BWS (2004) Soluble mesothelin-related protein – a sensitive new marker for mesothelioma. American Journal of
Oncology Review 3: 230–233.
7. Robinson BWS, Creancy J, Lake R, et al. (2003) Mesothelinfamily
proteins and diagnosis of mesothelioma. Lancet 362: 1612–1616.
8. Rusch VW (1995) A proposed new international TNM staging
system for malignant pleural mesothelioma. From the International
Mesothelioma Interest Group. Chest 108: 1122–1128.
9. Rusch VW (1999) Indications for pneumonectomy. Extrapleural
pneumonectomy. Chest Surgery Clinics of North America 9: 327–338.
10. Scott B, Mukherjee S, Lake R, and Robinson BWS (2000) Malignant
mesothelioma. In: Hanson H (ed.) Textbook of Lung Cancer,
pp. 273–293. London: Martin Dunitz.
11. Segal A, Whitaker D, Henderson D, and Shilkin K (2002) Pathology
of mesothelioma. In: Robinson BWS and Chahinian AP
(eds.) Pathology and Mesothelioma. Mesothelioma, vol. 8, pp.
143–184. London: Martin Dunitz.
12. Wagner JC, Sleggs CA, and Marchand P (1960) Diffuse pleural mesothelioma. British Journal of Industrial Medicine 17: 260–271.
13. Whitaker D and Shilkin KB (1984) Diagnosis of pleural malignant
mesothelioma in life – a practical approach. Pathology 143:
147–175.