Περιεχόμενα
βιβλιογραφία
Οι συμβατικές μέθοδοι
λειτουργικού ελέγχου αναπνοής είναι εξαιρετικές μέθοδοι για τον έλεγχο του συνόλου πνευμονικού αερισμού και του βαθμού της λειτουργικής εκπτώσεως του αναπνευστικού συστήματος, αλλά περιορίζονται στην παροχή πληροφοριών αναφορικά με την περιοχική ετερογένεια του πνευμονικού παρεγχύματος και των αεραγωγών. Με τις απεικονιστικές μεθόδους μπορεί να διευκρινιστούν φαινοτυπικές λεπτομέρειες και να διακριθούν ασθενείς με πρωτοπαθείς παρεγχυματικές βλάβες από εκείνους με πρωτοπαθέις αλλοιώσεις στους αεραγωγούς και να ποσοτικοποιηθεί ο βαθμός και να αποτιμηθεί η κατανομή των παρεγχυματικών βλαβών και των αλλοιώσεων στους αεραγωγούς που αποκοινού διαμρφώνπυν τον συγκεκριμένο φαινότυπο.
Με την αξονική τομογραφία παραλαμβάνονται εγκάρσιες ανατομικές εικόνες στις οποίες η τιμή κάθε εικονικού στοιχείου (pixel) αντιστοιχεί στην ακτινολογική ενίσχυση του ορισθέντος όγκου ιστού (voxel). Η ακτινολογική ενίσχυση, που επίσης ονομάζεται ιστική πυκνότητα, κάθε σετ τομών της αξονικής τομογραφίας εγγράφεται από τον υπολογιστή και οργανώνεται σε δικτυακή μορφή. περιγράφεται αριθμητικά ως μονάδες Hounsfield, ΗU, σε μια κλίμακα τιμών που εκτείνεται από -1000 HU, η ενίσχυση της τιμής του αέρα, μέχρι +3000 HU. Τιμή ΗU ίση με το μηδέν, αντιστοιχεί στο νερό. Οι χιλιάδες των pixels σε μια αξονική τομογραφία καθιστούν τη μέθοδο αυτή απεικονίσεως την ακιβή μέθοδο για την αποτύπωση της πνευμονικής δομής, in vivo.
Η υψηλής αναλύσεως αξονική τομογραφία είναι ακτινολογική μέθοδος, που χρησιμοποιεί ιονίζουσα ακτινοβολία και θεωρείται ότι είναι η καταλληλότερη μέθοδος για τη διακρίβωση παρεγχυματικών βλαβών στον πνεύμονα. Με εξιλιγμένες τεχνικές μπορεί να διακρίνει ανατομικά συστατικά μέχρι 0.3 mm (βλέπε
εικόνα). Επομένως, δεν μπορεί να διακρίνει το τοίχωμα των βρογχιολίων και τα φυσιολογικά διαλοβιδιακά διαφραγμάτια, ενώ μπορεί να διακρίνει τα βλεβίδια και λεμφαγγεία (0.5 mm) και τα αρτηριόλια (1 mm) στο επίπεδο του δευτερογενούς βοτρυδίου. Διάφορα πρότυπα βλαβών, από κοινού παρατηρούμενα και ανάλογα με την συμμετοχή τους, μπορεί να διευκολύνουν τη διάγνωση. Τα πρότυπα αυτά, από κοινού με την ανατομική εντόπιση των βλαβών και τα κλινικά δεδομένα μπορούν να περιορίζσουν τη διαφοροδιαγνωστική λίστα των διάχυτων διάμεσων πνευμονοπαθειών και, σε πολλές περιπτώσεις, υποδεικνύουν την ορθή διάγνωση με μεγάλο βαθμό ακρίβειας. Τα πλέον κοινά πρότυπα της HRCT που αναγνωρίζονται σε περιπτώσεις διάμεσων πνευμονοπαθειών, είναι
ι. η πάχυνση τμημάτων του διάμεσου ιστού, ιι. οι όζοι και τα οζώδη πρότυπα, ιι. οι κυστικές αλλοιώσεις του παρεγχύματος, ιιι. οι εικόνες θαμβής υάλου, iv και η πύκνωση. |
προσέγγιση της διαγνώσεως με βάση την αναγνώριση ακτινολογικών προτύπων
Περιγράφονται 4 πρότυπα στην HRCT. α. οι δικτυώδεις σκιάσεις, β. οι όζοι και τα οζίδια, γ. οι σκιάσεις με αυξημένη ακτινολογική πυκνότητα, και, δ. οι εικόνες μειωμένης ακτινολογικής πυκνότητας. Στα πλαίσια των προτύπων αυτών, αναγνωρίζονται επιμέρους χαρακτήρες που περαιτέρω διευκολύνουν τη διάγνωση της υποκείμενης παθήσεως. Μεταξύ αυτών, η κατανομή των βλαβών και ο συρρέον ή επικαλυπτόμενος χαρακτήρας τους.
(βλέπε και:
δικτυώδεις σκιάσεις). Η πάχυνση του δικτύου του συνδετικού ιστού του πνεύμονος απολήγει στη διαμόρφωση δικτυωδών σκιάσεων, μεγάλης ποικιλομορφίας.
Η πάχυνση μπορεί να οφείλεται στη διήθηση του συνδετικού ιστού με υγρό, κύτταρα, ή εναπόθεση πρόσθετων κολλαγονικών ινών. Οι
δικτυώδεις σκιάσεις μπορεί να οφείλονται σε πάχυνση των διαλοβιδιακών διαφραγμάτων και συνδέονται με εξ έλξεως βρογχ(ιολιο)εκτασίες, και εικόνες μελιτοκηρύθρας.
πάχυνση διαλοβιδιακών διαφραγματίων.
Η πάχυνση των διαλοβιδιακών διαφραγματίων ορίζεται ως πάχυνση του διάμεσου ιστού που περιβάλλει και περιγράφει τα δευτερογενή λοβίδια. Οι γραμμές που αφορίζουν τα δευτερογενή λοβίδια είναι ευθείες και έχουν μήκος 1-2 cm. Η κεντρολοβιδιακή αρτηρία που κείται στο κέντρο του λοβιδίου είναι συχνά ορατή.
Στα φυσιολογικά άτομα διακρίνεται μικρός αριθμός διαλοβιδιακών γραμμών. Στους ασθενείς, όμως, μπορεί να φαίνονται πολύ περισσότερα, και διαγραμμίζουν τα πολύγωνα λοβίδια. Η πάχυνση των διαλοβιδιακών διαφραγματίων φαίνεται σε ποικιλία παθήσεων και το εύρημα είναι διαγνωστικά χρήσιμο όταν είναι το επικρατητικό εύρημα. Και η διαφορική διάγνωση εξαρτάται, πλέον, από το εάν η πάχυνση είναι ομαλή, οζώδης ή ανώμαλη.
πίνακας 1. διαφορική διάγνωση παχύνσεως διαλοβιδιακών διαφραγμάτω, ως κύριας διαταραχής
ομαλή: πνευμονικό οίδημα ( εικόνα 1), λεμφαγγειακή διασπορά όγκου, ιστιοκύτωση Χ χωρίς κύτταρα Langerhans (νόσος Erdheim-Chester ).
οζώδης: σαρκοείδωση, λεμφαγγειακή διασπορά όγκου, λεμφοπαραγωγικές παθήσεις
ανώμαλη: ίνωση, ιδιοπαθής πνευμονική ίνωση, πνευμονία εξ υπερευαισθησίας κλπ.
|
Σε κλινικές διατάξεις, ιδιαίτερη αξία έχουν οι πληροφορίες που αφορούν στην διάρκεια των συμπτωμάτων, και τον τρόπο της εξελίξεως της παθήσεως.
Βρογχ(ιολιο)κετασίες παρατηρούνται ως αποτέλεσμα διάμεσης ινώσεως οπότε αναφέρονται ως εξ έλξεως βρογχ(ιολ)εκτασίες.
Οι βρόγχοι συχνά φαίνονται ανώμαλοι, και δεν συνοδοεύονται με ακτινολογικά ευρήματα βρογχικής φλεγμονής (: αδρή αύξηση του πάχους των τοιχωμάτων και βύσματα εκκρίσεων). Οι εξ έλξεως βρογχ(ιολιο)εκτασίες συχνά συνοδεύονται από άλλα ευρήματα, όπως πνευμονικής ινώσεως, όπως η εικόνα μελιττοκηρύθρας και ανώμαλες δικτυώδεις βλάβες. Αν και οι οι εξ έλξεως βρογχ(ιολιο)εκτασίες έχουν παθογνωμονική σημασία για την ίνωση, η διαφορική διάγνωση είναι πολυπλοκότερη, παρ΄ό,τι επί παρουσίας μελιττοκηρύθρας. Η ιδιοπαθής πνευμονική ίνωση συνήθως συνοδεύεται με εξ έλξεως βρογχ(ιολιο)εκτασίες. Εν τούτοις, απουσία εικόνος μελιττοκηρύθρας, άλλες παθήσεις είναι πιθανότερες (πίνακας 1).
Σε ασθενείς με γνωστή κολλαγόνωση, οι αμφοτερόπευρες εξ έλεξεως βρογχεκτασίες μπορεί να θεωρηθούν παθογνωμονικές για τη διάγνωση της μη ειδικής ιδιοπαθούς διάμεσης πνευμονίας, παρουσία εικόνας θαμβής υάλου. Εάν τα ευρήματα δεν είναι σαφή, μπορεί να απαιτηθεί βιοψία ανοικτού πνεύμονος.
εικόνα μελιττοκηρύθρας
Η εικόνα μελιττοκηρύθρας αποτελεί δείγμα τελικού σταδίου σε σειρά παθήσεων που προκαλούν παρεγχυματική καταστροφή. Εμφανίζεται μ΄ένα χαρακτηριστικό τύπο βλάβης στην HRCT με υπολεύριες, παχυτοιχωματικές κύστεις, με κοινά τοιχώματα, που συχνά αθροίζονται σε αλλεπάλληλες στιβάδες.
Πίνακας 2. διαφορική διάγνωση μελιττοκηρύθρας-εξ έλξεως βρογχεκτασίες
Μελιττοκηρύθρα (εικόνα 3) |
εξ έλξεως (εικόνα 2) βρογχ(ιολιο)εκτασίες |
συνήθης διάμεση πνευμονία
oΙδιοπαθής πνευμονική ίνωση
oΣυνηθέστατη – 60-70%
oΚολλαγονώσεις
oΡευματοειδής αρθρίτις σκληρόδερμα
oΠνευμονία εξ υπερευαισθησίας
oΜη ειδική διάμεση πνευμονία
oΑμιάντωση
oΦαρμακοεπάγωγες πνευμονοπαθειες
oΣαρκοείδωση- όχι συχνά
|
•Συνήθης διάμεση πνευμονία
•Πνευμονία εξ υπερευαισθησίας
•Σαρκοείδωση
•Μη ειδική διάμεση πνευμονία
|
Υπάρχουν διάφοροι τύποι για την ταξινόμηση των όζων:
ι. σαφώς αφοριζόμενοι, έναντι ασαφώς αφοριζομένων.
ιι. κατανέμονται στα άνω ή κάτω πνευμονικά πεδία.
ιιι. η σχέση τους με τα δευτερογενή πνευμονικά λοβίδια. Ο τελευταίος τύπος ταξινομήσεως είναι περισσότερο κατάλληλος, επειδή παρέχει μια προσανατολισμένη διαφορική διάγνωση και αντανακλά την παθοφυσιολογία της υποκείμενης παθήσεως.
Υπάρχουν, τρεις τύποι οζιδίων που αναγνωρίζονται με την HRCT: Τα περιλεμφαγγειακά, τα τυχαίας κατανομής και τα κεντροβοτρυδιακά.
Πίνακας 3. διαφορική διάγνωση τύπων οζιδίων
-πρωτοπαθείς παθήσεις των λεμφαγγείων, καλώς αφοριζόμενα οζίδια, εμβαλωματικά συγκρίματα βλαβών
--βρογχαγγειακός διάμεσος ιστός, κεντροβοτρυδιακή περιοχή, διαμεσολόβια διαφραγμάτια, υποπλεύριες περιοχές.
---διαφορική διάγνωση. σαρκοείδωση, λεμφαγγειακή διασπορά όγκου, πυριτίαση (ασυνήθης) αμυλοείδωση, λεμφοειδής διάμεση πνευμονία (σπάνια)
|
διαφορική διάγνωση οζιδίων με τυχαία κατανομή (εικόνα 5)
-αιματογενής διασπορά όγκου
-σπάνια, λεμφαγγειακές παθήσεις μπορεί να εμφανιστούν με τυχαίας κατανομής οζίδια,
-ομοιόμορφη συμμετρική κατανομή:
--διαφορική διάγνωση
---κεγχροειδής φυματίωση, κεγχροειδής μυκητιασές βλάβες (ιστοπλάσμωση, κοκκιδιοδομύκωση), αιματογενής μετάσταση, σαρκοείδωση (σπανιότερα)
|
παθήσεις των μικρών αεραγωγών ή πνευμονικές αγγειοπάθειες
-ομοιόμορφη κατανομή, διάχυτη ή εμβαλωματική
-διαφορική διάγνωση
--καλώς αφοριζόμενα οζίδια
---ενδοβρογχικές λοιμώξεις, π.χ., βρογχοπνευμονία,
---ενδοβρογχικοί όγκοι, π.χ., βρογχοκυψελιδικό καρκίνωμα,
---εισρόφηση
ασαφως αφοριζόμενα, οζίδια, με απεικόνιση θαμβής υάλου
-πνευμονία εξ υπρευαισθησίας
-εστιακή βρογχιολίτις
-ιστικύττωση εκ κυττάρων Langerhans
-αγγειακά αίτια: οίδημα και αιμορραγία
|
περιλεμφαγγειακά οζίδια (εικόνα 4)
- κλινικές και ιστοπαθολογικές συσχετίσεις
Τα περιλεμφαγγειακά οζίδια χαρακτηρίζονται από τον τρόπο κατανομής τουςστα βρογχαγγειακά έλυτρα, τον υπεζωκότα, και τα διαλοβιδιακά διαφραγμάτια, αντίστοιχα με τις λεμφαγγειακές διαδορμές στον πνεύμονα.
Σαρκοειδώσεως, λεμφαγγειακής διασποράς όγκου, Πυριτίασης
Οζώδους λεμφοειδούς υπερπλασίας, Αμυλοείδωσης.
-σαρκοείδωση. Είναι μη λοιμώδης κοκκιωματώδης νόσος πιθανόν ανοσολογικής προελέυσεως. Η κατανομή των οζωδών κοκκιωμάτων κατά μήκος των μ]=λεμφαγγείων είναι σχεδόν παθογνωμονική στην HRCT. Η πνευμονική βιοψία, μέσω βρογχοσκοπήσεως μπορεί να απαιτείται εάν δεν υπάρχουν προσπελάσιμες βλάβες, όπως το δέρμα, -εκτός οζώδους υποδερμαστίτιδας, από την οποία προκύπτουν μη ειδικά ευρήματα ή από τους επιπλοής λεμφααδένες. Μεγάλος βαθμός διαγνωστικής ακρίβειας προκύπτει εάν ληφθούν περισσότερα των 4 βιοπτικών δειγμάτων. Αυτό είναι εφικτό επειδή τα λεμφαγγεία διατρέχουν τα βρογχαγγειακά έλυτρα κι επομένως, είναι προσιτά με διαβρογχψική βιοψία. Επιπλέον, η ευαισθησία και η ειδικότητα του δείκτη CD4/CD8>3.5 στο BAL είναι 52-59% και 94-96%, αντίστοιχα.
-λεμφαγγειακή διασπορά καρκίνου
- πυριτίαση
-οζώδης λεμφοειδής υπερπλασία
αμυλοείδωση
κεντροβοτρυδιακά οζίδια
Οι κλάδοι των τελικών βρογχιολίων εδράζονται στο κεντρικό τμήμα του δευτερογενούς λοβιδίου και συνοδεύονται από πνευμονικά αρτηρίδια και παρακείμενο υποστηρικτικό συνδετικό ιστό, εντός του οποίου διατρέχουν λεμφαγγεία. Επομένως, τα κεντροβοτρυδιακά οζίδια είναι απότοκα βρογχιολικών και
περιβρογχιολικών παθήσεων, καθώς επίσης και αγγειακών και περιαγγειακών παθήσεων. Αναγνωρίζεται ενίσχυση της ακτινολογικής εικόνας - εικόνας μωσαϊκού,σε συδυασμό με παγίδευση αέρος στην εκπνευστική HRCT, ή λειτουργικά ευρήματα ποφράξεως αεραγωγών, είναι ευρήματα αποκαλυπτικά προσβολής των περιφερικών αεραγωγών. Τα κεντροβοτρυδιακά οζίδια συνοδεύονται, συχνά, από σκιάσεις καλούμενες και ως δένδρο σε ανθοφορία ( tree-in-bud) στις οποίες η διαταραχή μοιάζει μ΄ένα δένδρο που φέρει μπουμπούκια, χωρίς φύλλα. Στην πελιονόττηα των περιπτώσεων, οι εικόνες αυτές είναι συμβατές με λοιμώδη νοσήματα. Η εικόνα tree-in-bud είναι συμβατή με κεντρολοβιώδη οζίδια και ιστοπαθολογικά παριστούν καταλήψεις αυλών βρογηχιολίων από λοιμώδες εξίδρωμα και συνήθως πάντα οφείλονται σε λοιμώξεις.
Η διαφορική διάγνωση έχει ως εξης: υποξεία μορφή πενυμονίας εξ υπερευαισθησίας, αναπνευστική β
ρογχιολίτις-συνοδευόμενη από διάμεση πνευμονοπάθεια, ισιτιοκύτωση Χ, εστιακή βρογχιολίτις, λοιμώδης πνευμονία (αιμόφιλος της γρίπης), Λοιμώξεις- βρογχοπνευμονία, φυματίωση και μη φυματιώδεις μυκοβακτηριώσεις, μυκητιάσεις, ιογενείς λοιμώξεις, παρασιτικές λοιμώδεις βρογχιολίτιδες, Κυστική ίνωση,
αλλεργική βρογχοπνευμονική ασπεργίλλωση Μη λοιμώδεις αιτιολογίες: βρογχιολιοκυψελιδικό καρκίνωμα. Εστιακή βρογχιολίτις, ενδαγγειακή μετάσταση Πνευμονία εξ υπερευαισθησίας, διάχυτη πανβρογχιολίτις.
Διάχυτη εξ ειροφήσεως βρογχιολίτις.
Οι εικόνες αυξημένης ακτινολογικής πκνότητας μπορεί να είναι: α. πύκνωση ή β. εικόνες θαμβής υάλου.
Οι εικόνες θαμβής υάλου είναι εικόνες πνευμονικής σκιάσεως που δεν αποκρύπτουν τα υποκείμενα αγγεία, και αποκαλύτπουν βλάβες κλάτω από το αναλυτικό όριο της HRCT. Αντίθετα, οι εικόνες πυκνώσεως
Είναι εικόνες αυξημένης ακτινολογικής πυκνότητας, στις οποίες τα δι αυτών διερχόμενα αγγεία συσκοτίζονται Οι εικόνες αυτές, γενικά, αντικατοπτρίζουν παθήσεις των κυψελίδων, του διαμέσου ιστού ή μικτές. Η διαφορική διάγνωση των παθήσεων που εκφέρονται με εικόνες σαν τις περιγραφόμενες, είναι δυσχερής λόγω επικαλύψεων, κια βασίζεται, κυρίως, στη διάρκεια των συμπτωμάτων, οξείες παθήσεις ή χρόνιες, την κατανομή των ευρημάτων (εστιακές, εμβαλωματικές ή διάχυτες/συμμετρικές).
-----------------------------πίνακας 5--------------------------------
διαφορική διάγνωση σκιάσεων πυκνώσεως /θαμβής υάλου, βάσισμένη στη διάρκεια των συμπτωμάτων
οξείες |
χρόνιες |
οίδημα |
πνευμονία εξ υπερευαισθησίας
|
DAD/ARDS/AIP |
σχετιζόμενες με το κάπνισμα διάμεσες πνευμονοπάθειες, αναπνευστρική βρογχιολίτις ILD, διάχυτη διάμεση πνευμονία |
λοιμώξεις: βακτηριακές, ιογενείς πνευμονικύστις carinnii μυκόπλασμα πνευμονίας, |
διάμεση πνευμονία μη ειδική διάμεση πνευμονία, και, σπανίως, συνήθης διάμεση πνευμονία |
αιμορραγία |
βρογχοκυψελιδικό καρκίνωμα |
πνευμονία εξ υπερευαισθησίας |
οργανούμενη πνευμονία |
ηωσινοφιλική πνευμονία, οξεία |
λεμφοειδής διάμεση πνευμονία |
μετακτινική πνευμονία, οξεία |
εξωγενής λιποειδής πνευμονία |
|
κυψελιδική πρωτεΐνωση |
|
σαρκοείδωση |
-----------------------------------πίνακας 6------------------------
διαδορική διάγνωση παθήσεων που προκαλούν πύκνωση ή θαμβή ύαλο, βασισμένη στην κατανομή
εστιακή κατανομή |
διάχυτη/συμμετρική |
εμβαλωματική |
λοίμωξη |
οίδημα |
λοίμωξη |
εισρόφηση |
DAD/ARDS/AIΡ |
σαρκοείδωση |
αιμορραγία |
λοίμωξη, άτυπα, ιογενής |
πνευμονία εξ υπερευαισθησίας |
βρογχοκυψελιδικό καρκίνωμα |
διέμαεση πνευμονία |
οργανούμενη πνευμονία |
πνευμονικό έμφρακτο |
αιμορραγία |
βρογχοκυψελιδικό καρκίνωμα |
|
βρογχοκυψελιδικό καρκίνωμα |
αιμορραγία |
|
κυψελιδική πρωτεΐνωση |
ηωσινοφιλική πνευμονία |
πρότυπο 4. μειωμένη ακτινολογική πυκνότητα
Ποικίλες διαταρα΄χες εκφέρονται με μείωση της ακτινολογικής πυκνότητας. Η εικόνα μελιττοκηρύθρας και οι βρογχεκτασίες (εξ έλξεως και οι λοιμώδεις) πρέπει να διακριθούν από άλλες ομάδες κυστικών παθήσεων. Το πνευμονικό εμφύσημα χαρακτηρίζεται από καταστροφή του πνευμονικού παρεγχύματος που προσβάλλει διάφορα μέρη του δευτεροπαθούς λοβιδίου και ταξινομείται σε τρεις διαφορετικές κατανομές.
------------------------------πίνακας 7.---------------------------
τύποι πνευμονικού εμφυσήματος (εικόνα 9)
κεντροβοτρυδιακό |
παραδιαφραγματικό |
πανλοβιώδες |
σχετιζόμενο με το κάπνισμα |
με ή χωρίς καπνσιτικό ιστορικό |
συνδέεται με ανεπάρκεια α1ΑΤ κια σπάνια με το κάπνισμα |
εστιακό, περιοχές με πυκνόττηα αέρος |
περιφερικό, υποπλεύριο |
προτίμηση στους κάτω λοβούς |
προτίμηση στους άνω λοβούς |
κύστεις με λεπτό καλώς αφοριζόμενο τοίχωμα |
διάχυτες περιοχές χαμηλής ακτινολογικής πυκνότητας |
χωρίς τοιχώματα στην περιφέρεια |
μονήρης στιβάδα στον υπεζωκότα |
ενισχυμένη η προβολή των αγγείων |
κεντροβοτρυδιακή αρτηρία στο κέντρο |
|
δύσκολο να αναγνωριστούν πρώιμες μορφές, επειδή η διαταραχή είναι διάχυτη |
κυστικές πνευμονοπάθειες
διαφορική διάγνωση: ιστιοκύττωση Langerhans (
εικόνα 10) , λεμφαγγειολυμυομάτωση, σωληνώδης σκλήρυνση, λεμφοειδής διάμεση πνευμονία, πνευμονία από πνευμονοκύστις carinnii, νευροϊνομάτωση
Οι πνευμνονικές κύστεις αναφέρονται σε καλώς αφοριζόμενες, περιγραφόμενες και, συνήθως στρόγγυλες, λεπτοτοιχωματικές (<2 mm) βλάβες. Συχνότερη αφορμη τνω οποίων είναι η εξελιγμένη πνευμονική ίνωση, που παράγει την εικόνα της μελιττοκηρύθρας. Οι κύστεις αυτές μπορεί να έχου διάμετρο από μερικά mm σε διάφορα cm. Οι παρακείμενς κύστεις έχουν κοινό το μεταξύ τους τοίχωμα, εύρημα που δεν απαντάται στις; άλλες κυστικές παθήσεις. Μερικές πνευμονοπάθειες μιμούνται τις κυστικές παθήσεις του πνεύμονα. Στη σύγχυση αυτή εμπέκονται, κυρίως, οι κυστικές βρογχεκτασίες και το πνευμονικό εμφύσημα, παρ΄όλο που δεν αποκλείεται και άλλες παθήσεις να συμπεριφέρονται ως κυστικές διαταραχές.
βλέπε, επίσης:
Βιβλιογραφία
1. Leslie KO. Pathology of interstitial lung disease. Clin Chest Med. 2004;25(4):657-703, vi.
2. Chinnaiyan KM, Alexander D, Maddens M, McCullough PA. Curriculum in cardiology: integrated diagnosis and management of diastolic heart failure. Am Heart J. 2007;153(2):189-200.
3. Ma Y, Gal A, Koss MN. The pathology of pulmonary sarcoidosis: update. Semin Diagn Pathol. 2007;24(3):150-61.
4. Kong PM, Pinheiro L, Kaw G, Sittampalam K, Teo CH. Erdheim-Chester disease: a rare cause of interstitial lung disease. Singapore Med J. 2007;48(2):e57-9.
5. Koss MN. Malignant and benign lymphoid lesions of the lung. Ann Diagn Pathol. 2004;8(3):167-87
6. American Thoracic Society. Idiopathic pulmonary fibrosis: diagnosis and treatment. International consensus statement. American Thoracic Society (ATS), and the European Respiratory Society (ERS). Am J Respir Crit Care Med. 2000;161(2 Pt 1):646-64.
7. Collard HR, Loyd JE, King TE Jr, Lancaster LH. Current diagnosis and management of idiopathic pulmonary fibrosis: a survey of academic physicians. Respir Med. 2007;101(9):2011-6.
8. Pereira CA, Malheiros T, Coletta EM, Ferreira RG, Rubin AS, Otta JS, et al. Survival in idiopathic pulmonary fibrosis-cytotoxic agents compared to corticosteroids. Respir Med. 2006;100(2):340-7.
9. Hunninghake GW, Zimmerman MB, Schwartz DA, King TE Jr, Lynch J, Hegele R, et al. Utility of a lung biopsy for the diagnosis of idiopathic pulmonary fibrosis. Am J Respir Crit Care Med. 2001;164(2):193-6. [ Links ]
10. Bagatin E, Pereira CA, Afiune JB. Granulomatous diseases of occupational etiology. J Bras Pneumol. 2006;32(Suppl 2):S69-S84.