Ζωτική χωρητικότητα, ιστορικά δεδομένα

Ο όγκος αέρος που μπορεί να εισπνευσθεί, επί ήρεμης, βαθειάς εισπνοής, μετρήθηκε, αρχικά, από τον Borelli, to 1679. Ο όγκος αυτός υπολογίστηκε σε 3.3-4.9 L, υπό θερμοκρασία περιβάλλοντος. Η ανάγκη να διορθωθεί ως προς τη θερμοκρασία του περιβάλλοντος επισημάνθηκε από τον Goodwyn (1788). To 1831, o Throckrah έδειξε ότι η ζωτική χωρητικότητα είναι μικρότερη στις γυναίκες, συγκριτικά με τους άνδρες και ότι μειώνεται μεταξύ εργατών σε εργοτάξια με περιβαλλοντικούς ρύπους, όπως η σκόνη. Η πρώτη ποσοτική εκτίμηση της ζωτικής χωρητικότητας εισήχθη από τον Hutchinson (1846), που τον όρισε ως το μεγαλύτερο όγκο αέρος που μπορεί να εκπνευσθεί, μετά βαθειά εισπνοή. Σχεδίασε το σπιρόμετρο, όργανο για τη μέτρησή της, και εκπόνησε εξισώσεις προσεγγίσεως του μέτρου της ζωτικής χωρητικότητας συναρτήσει της ηλικίας και του ύψους, για κάθε φύλο χωριστά.

Ζωτική χωρητικότητα, προβλεπόμενες τιμές
Ζωτική χωρητικότητα, βίαιη, FVC
Ζωτική χωρητικότητα, βραδέως εκπνεόμενη, slow vital capacity
Ζωτική χωρητικότητα, δοκιμασία
Ζωτική χωρητικότητα, δυναμική
Ζωτική χωρητικότητα εισπνευστική, βίαιη
Ζωτική χωρητικότητα, εισπνευστική-εκπνευστική
Ζωτική χωρητικότητα εισπνευστική-εκπνευστική, μέγεθος
Ζωτική χωρητικότητα, ιστορικά δεδομένα
παράμετροι της FVC
παρατηρήσεις
εκτίμηση