Εξωκυττάριο δίκτυο

 Ο έλεγχος της συνθέσεως,
εναποθέσεως και αποδομήσεως του εξωκυττάριου δικτύου, ΕΔ, προβλέπεται για τη διατήρηση της ομοιοστασίας των ιστών και την ιστική αποκατάσταση (&, &). Αντίθετα, η ανώμαλη συγκέντρωση συστατικών του ΕΔ αποτελεί κρίσιμο στοιχείο στην παθογένεια διαφόρων, συνήθων παθολογικών καταστάσεων στους πνεύμονες, μεταξύ των οποίων οι λοιμώξεις των αεραγωγών, αγγειακές και  παρεγχυματικές παθήσεις (&). Αναφέρονται πολλοί παράγοντες, που εμπλέκονται στην μετάπτωση από τη φυσιολογική στη παθολογική ομοιοστασία του ΕΔ και την υπερβολική του εναπόθεση σε ινωτικές παθήσεις, που παριστούν μείζονα ερευνητικά πεδία στην παθολογοανατομία της ΙΠΙ. Τα ινοκύτταρα είναι μεσεγχυματικά, κυκλοφορούντα (&), μυελογενή  κύτταρα που μπορούν να διαφοροποιούνται σε ινοβλάστες και μυϊνοβλάστες. Κυτοκίνες, αυξητικοί παράγοντες και ένζυμα, που απελευθερώνονται από το ανοσοαρμόδια κύτταρα επάγουν ευθέως την ενεργοποίηση των ινοβλαστών (μαύρα βέλη) και εμμέσως στην ενεργοποίηση των μυοϊνοβλαστών (κόκκινα βέλη), μέσω περαιτέρω επαγωγής των προ-φλεγμονωδών και προ-ινωτικών παραγόντων σε άλλα ανισοκύτταρα |ινοβλάστες- μυοϊνοβλάστες- ινοκύτταρα|μετά την είσόδό τους στους ιστούς, κι έτσι, αποτελούν πλούσια πηγή για την δημιουργία νησίδων ινοβλαστών που αποτελούν χαρακτηριστικό παθολογοανατομικό εύρημα της συνήθους διάμεσης πνευμονίας, όπως αναγνωρίζεται σε περιπτώσεις ιδιοπαθούς πνευμονικής ινώσεως.|ΙΠΙ-πιν3|ΙΠΙ-πιν1|.              

Οι βασικές μεμβράνες (ΒΜ) είναι λεπτά φύλα ειδικού εξωκυττάριου δικτύου,  ΕΔ, που υποστηρίζει τα επιθηλιακά και ενδοθηλιακά κύτταρα και περιβάλλει όλα τα μυϊκά κύτταρα, τα λιπώδη κύτταρα  και τα περιφερικά νεύρα. Διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στη διήθηση, στη διαμερισματοποίηση, εντός των ιστών και στη διατήρηση της ακεραιότητας των επιθηλιακών κυττάρων. Επηρεάζει τον κυτταρικό πολλαπλασιασμό, τη διαφοροποίηση των κυττάρων, τη μετανάστευση και την επιβίωσή τους. Στους πνεύμονες, οι ΒΜ συσχετίζονται με τα βρογχικά και αγγειακά μυϊκά κύτταρα, το βρογχικό επιθήλιο, τα νεύρα, τον υπεζωκότα, ενώ συμμετέχουν στη δομή της κυψελιδοτριχοειδικής μεμβράνης, ένθετες μεταξύ των ενδοθηλιακών κυττάρων των τριχοειδών και των επιθηλιακών κυττάρων των κυψελίδων. Στα βασικά δομικά τους συστατικά συμπεριλαμβάνονται το κολλαγόνο IV και η λαμινίνη, όπως ακόμη και η εντακτίνη/ινοδογόνο και διάφορες πρωτεογλυκάνες (περλεκάνες).  Στις βασικές μεμβράνες των κυψελιδικών κυττάρων ανιχνεύονται δύο είδη κολλαγόνου IV (a1)2a2 and a3a4a5, αν και δεν φαίνεται ότι διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στους πνεύμονες. Εν τούτοις, η α3 αλυσίδα εμπεριέχει το επίτοπο που προσβάλλεται επί συνδρόμου Goodpasture, μιας αυτοάνοσης παθήσεως που χαρακτηρίζεται από κυψελιδική αιμορραγία και σπειραματονεφρίτιδα. Λαμινίνες, που εμπεριέχουν την αλυσίδα α5, ευρίσκονται διάσπαρτες τόσο στον αναπτυσσόμενο, όσο και στον αναπτυγμένο πνεύμονα. Η αναχαίτιση της εκφράσεως της α5, απολήγει στην αδυναμία διαχωρισμού των λοβών και την ωρίμανση του πνεύμονος.
Μέχρι πρόσφατα, επικρατούσε η πεποίθηση ότι τοΕΔ ήταν, γενικά, μια στατική δομή που χρησίμευε μόνο για τη διατήρηση της αρχιτεκτονικής δομής του πνευμονικού παρεγχύματος. Ήδη είναι γνωστή η δυναμική εισφορά του ΕΔ και η επηρρέπειά του στο να υφίσταται προσαρμοστικό ανασχηματισμό, στις διάφορες αναπτυξιακές και παθοφυσιολογικές εξελίξεις. Η σύνθεσή του, η τρισδιάστατη δομή του και ο πρωτεολυτικός ανασχηματισμός του εμπλέκονται στη διαμόρφωση του κυτταρικού μικροπεριβάλλοντος που ρυθμίζει την κυτταρική ανάπτυξη, το σήμα, την αρχιτεκτονική, την κινητικότητα, τη διαφοροποίηση και την επιβίωση κυτταρικών οργανώσεων, στον πνεύμονα.
Το ΕΔ του πνεύμονος είναι πολύπλοκο και δυναμικό δίκτυο κολλαγόνου, ελαστίνης, πρωτεογλυκάνων, και γλυκοπρωτεϊνών (&, &). Κατά παράδοση, θεωρούμενο ως απλό υποστηρικτικό όργανο για την πολύπλοκη πνευμονική αρχιτεκτονική τοΕΔ του πνεύμονος, το ΕΔ θεωρείται ήδη ως 'κλειδί' για την ανάπτυξη της ΙΠΙ. Το σκληρό ΕΔ επάγει τον πολαπλασιασμό των ινοκυττάρων, μειώνει την απόπτωσή τους και επάγει την μετάπτωση 'ήρεμων΄επιθηλίων σε μια αυτενεργοποιούμενη κατάσταση που οδηγεί την εξελικτική πορεία προς την ίνωση (&, &).  Το κρισιμότερο ένζυμο στον μεταβολισμό του ΕΔυ είναι οι μεταλλοπρωτεάσες δικτύου, ΜΜΡ, οι οποίες αποδομούν πολλά διαφορετικά συστατικά του ΕΔ, ενεργοποιούν και αποδομούν βιολογικούς μεσολαβητές, και διευκολύνουν τη μετανάστευση των κυττάρων (&). 
Η πνευμονική ίνωση είναι η τελική παθογενετική εξέλιξη πολλών, χρόνιων πνευμονοπαθειών που αθροιστικά ονομάζονται διάμεσες πνευμονοπάθειες. Αντίθετα με πολλές οξείες φλεγμονώδεις διεργασίες, που χαρακτηρίζονται από ταχέως i. λυόμενες αγγειακές μεταβολές, ii. οίδημα και, iii. ουδετεροφιλική φλεγμονή, η ίνωση είναι αποτέλεσμα χρόνιας φλεγμονής που κατανοείται ως ανοσοαπάντηση, που επιμένει για πολλούς μήνες και η οποία καταλήγει αυτόματα σε ιστική αναδιαμόρφωση και ιστική επιδιόρθωση.