Οι ΜΜΡ συνιστούν οικογένεια εξωκυττάριων πρωτεϊνασών, που, γενικά, ομαδοποιούνται σε δύο κατηγορίες, σε εκείνες με καταλυτική δραστηριότητα και σε εκείνες με δραστηριότητα ενδοπεπτιδάσης. Στον πνεύμονα, ουσιωδώς όλοι οι κυτταρικοί τύποι (à244) έχουν την ικανότητα να παράγουν ΜΜΡ, αν και τόσο ο τύπος, όσο και οι συγκεντρώσεις του ποικίλλουν, ανάλογα με τον κυτταρικό τύπο και τις συνθήκες. Έτσι, η λειτουργία δεδομένης ΜΜΡ που παράγεται από έναν κυτταρικό τύπο, είναι διαφορετική από εκείνη που παράγεται από άλλα κύτταρα. Η δράση των ΜΜΡ εκτείνεται πέραν της λειτουργίας του μεταβολισμού και της αποδομήσεως του εξωκυττάριου δικτύου και, ήδη, αναγνωρίζεται η δράση τους επί ποικιλίας εξωκυττάριων πρωτεϊνών, όπως οι κυτοκίνες, οι χυμοκίνες, τα αντιμικροβιακά πεπτίδια, και άλλες πρωτεΐνες που ρυθμίζουν ποικιλία δράσεων στις φλεγμονώδεις και ανοσιακές διεργασίες.
Σε πολλές παθολογικές καταστάσεις, που συνοδεύονται ή οφείλονται στη φλεγμονή, αναγνωρίζονται αυξημένα επίπεδα πολλών ΜΜΡ. Αν και οι αναστολείς τους έχουν χρησιμοποιηθεί ως θεραπευτικά μέσα αναστολής της ιστικής καταστροφής σε παθήσεις, όπως το πνευμονικό εμφύσημα, η ρευματοειδής αρθρίτις και η αγγειοπάθειες, ο ακριβής ρόλος των ΜΜΡ δεν έχει, ακόμη, πλήρως, διαλευκανθεί, ακόμη και εάν είναι γνωστό ότι μια συγκεκριμένη ΜΜΡ μπορεί να εμπλέκεται στην επιδείνωση ή τη βελτίωση μιας παθολογικής εκτροπής. Είναι γνωστό ότι οι ΜΜΡ συνιστούν σημαντικούς παράγοντες που εμπλέκονται δυναμικά στις διεργασίες του ελέγχου του ιστικού ανασχηματισμού και του πολλαπλασιασμού των λευκοκυττάρων στις εξελίξεις της φλεγμονής. | εξωκυττάριο δίκτυο | ιδιοπαθής πνευμονική ίνωση-παθογένεια |