Αναπνευστικό Σύστημα, Aνώτερο

Το ανώτερο αναπνευστικό σύστημα μπορεί να θεωρηθεί ως ένα σύστημα εν σειρά αεροδυναμικών φίλτρων, τα οποία αποσύρουν όλη τη διαμερισμένη ύλη που παρασύρεται με το εισπνεόμενο αερόρευμα. Η ειδική ανατομική κατασκευή, με τις αλληλοδιάδοχες στενώσεις και διευρύνσεις και τις αιφνίδιες μεταβολές της διευθύνσεως του αερορρεύματος συνεπάγεται πρόσκρουση κι ενσφήνωση των σωματιδίων Η κάθαρση των εκκρίσεων, των σωματιδίων και των αποπεσσόντων κυττάρων παρασύρονται με τη βλενοκροσσωτή συσκευή προς το στοματοφάρυγγα με ταχύτητα 6mm/min από όπου καταπίνονται ή αποχρέμπτονται.

 σχηματική αναπαράσταση και MRI (ίδια περίπτωση) ανώτερου αναπνευστικού συστήματος. διακρίνεται η γλωττιδική σχισμή και η επιγλωττίδα.

 

 

 

 

βλέπε: παθήσεις ανωτέρων αναπνευστικών οδών,

Λόγω της θέσεως του, στην είσοδο του συστήματος αεραγωγών που προωθεί τον εισπνεόμενο αέρα στο πνευμονικό παρέγχυμα, ο ρινικός βλεννογόνος είναι συνεχώς εκτεθειμένος σε εισπνεόμενους βλαπτικούς παράγοντες, μικροβιακούς, αλλεργιογόνους, ερεθιστικούς και τοξικούς από το περιβάλλον. Προκειμένου να αποφευχθεί η συνεχής φλεγμονή που επάγονται εξωγενή βλαπτικά ερεθίσματα, το ρινικό επιθήλιο είναι εξοπλισμένο με ποικιλία μηχανισμών που εισφέρουν στη διατήρηση της ομοιοστάσεως του βλεννογόνου, στα οποία περιλαμβάνονται τα επιθηλιακά κύτταρα, συνδεόμενα στερρά μεταξύ τους, μέσω ειδικών μοριακών συνδέσεων, την  παραγωγή βλέννης, με μικροβιοκτόνες και ακινητοποιητικές δράσεις, και η κροσσωτή λειτουργία, που ωθεί τους εισβολείς προς τον φάρυγγα, απ΄όπου καταπίνονται ή αποβάλλονται ως απόχρεμψη. Επιπλέον, όμως, σημαντικό ρόλο στις εκδηλώσεις φλεγμονής διαδραματίζουν ενδογενείς παράγοντες. 

Η συχνότερη πάθηση των ανώτερων αναπνευστικών οδών είναι η ρινίτις, που ορίζεται ως συμπτωματική φλεγμονή του ρινικού βλεννογόνου. Η παραρινοκολπίτις ορίζεται ως φλεγμονή των παραρρινίων κόλπων, που μπορεί να εμφανίζεται με ή χωρίς ρινικούς πολύποδες. Ανάλογα με τη διάρκεια ορίζεται οξεία παραρινοκολπίτιδα (<12 εβδομάδες) ή χρονία (>12 εβδομάδες). Η σχέση μεταξύ της φλεγμονής στις άνω και στις κάτω αναπνευστικές οδούς είναι γνωστή ως "ενιαία νόσος των αεραγωγών",  που αναφέρεται στη συνύπαρξη συμπτωμάτων από το άνω και κατώτερο αναπνευστικό σύστημα, ιδιαίτερα σε ασθενείς με άσθμα και ΧΑΠ. Στον επόμενο πίνακα , συνοψίζονται  οι ενδογενείς ή εξωγενείς παράγοντες που εμπλέκονται είτε στην πρόκληση ρινίτιδας/παραρινοκολπίτιδας ή στην εμφάνιση φλεγμονωδών αντιδράσεων από το κατώτερο αναπνευστικό. 

==============πίνακας 1======================
ενδογενείς ή εξωγενείς παράγοντες που εμπλέκονται στις φλεγμονώδεις αντιδράσεις του ανώτερου ή κατώτερου αναπνευστικού συστήματος. 
 ==========================================
-ενδογενείς παράγοντες
-γενετικοί: αλλεργική ρινίτις: SNPs (: απλός πολυμορφισμός) σε γονίδια που κωδικοποιούν λευκοτριένια, υποδοχείς χυμοκινών, κυτοκίνες, TLRs. Μη αλλεργική ρινίτις: SNPs σε γονίδια που κωδικοποιούν Cfos και Cdc. παραρινοκολπίτις: CRS με ρινικούς πολύποδες: SNPs σε γονίδια που κωδικοποιούν TGF-β1,
iNOS (προκλητή σύνθεση ΝO), PARS2, IL-1α, IL-33 και γονίδια σχετιζόμενα με ηωσινοφιλία. 
-ανοσοανεπάρκειες: πρωτοπαθείς ανοσοανεπάρκειες: αυξημένη επίπτωση χρόνιων φλεγμονωδών καταστάσεων ανώτερων οδών. δευτεροπαθείς ανοσοανεπάρκειες: δυσίατες παραρινοκολπίτιδες, με ανθεκτικά ή ασυνήθη μικρόβια. 
-ορμόνες: ρινίτις εγκυμοσύνης. Η ρινίτις και παραρινοκολπίτιδα μπορεί να συσχετίζεται με υποθυρεοειδισμό, η ρινίτις με ακρομεγαλία
-συστηματικές παθήσεις: η ρινίτις με σαρκοείδωση. Η παραρινοκοπλίτις με δυσίατη παραρινοκολπίτιδας επί συνδρόμου Churg-Strauss, κοκκιωμάτωση με πολυαγγειΐτιδα, σαρκείδωση. 
-ψυχολογικοί παράγοντες: Αυξημένη επίπτωση αλλεργικής ρινίτιδας σε άτομα που βίωσαν επώδυνες ψυχολογικές καταστάσεις. Αυξημένη επίπτωση σε άτομα με ψυχολογικές καταπιέσεις.   
-εξωγενείς παράγοντες
-ιοί: ρινίτις: κοινό κρυολόγημα. οξεία παραρινοκοκπίτιδα. 
-βακτηρίδια: εποίκιση Staphylococcus aureus, επί αλλλεργικής ρινίτιδας.  Επιλοίμωξη ιογενούς παραρινοκοπλίτιδας. Χρόνια παραρινοκολπίτιδα με ρινικούς πολύποδες, αυξημένη εποίκιση από Staphylococcus aureus και αυξημένη IgE έναντι Staphylococcus aureus και ενεροτοξινών. 
-μύκητες: Μπορεί να προκαλέσουν αλλεργική υπερευαισθητοποίηση. Παραρινοκολπίτιδα: μυκήτωμα, οξεία μυκητιασική παραρινοκολπίτις. Κοκκιωματώδεις και χρόνιες μυκητιασικές παραρινοκολπίτιδες, σε ανοσοκατεσταλμένους ασθενείς. 
 -αλλεργιογόνα. Προκαλούν αλλεργική ρινίτιδα. Αυξημένη επίπτωση παραρινοκολπίτιδας επί ατοπικών ατόμων. 
-επαγγελματικοί παράγοντες: Ρινίτις: αλλεργική ρινίτιδα σε μεγαλομοριακές ενώσεις. Αλλεργική ρινίτις σε χαμηλομοριακές ενώσεις, ρινίτις επαγόμενη από ερεθιστικούς παράγοντες. Παραρινοκολπίτιδα: αυξημένη επίπτωση σε επαγγελματική έκθεση ατόμων με χρόνια παραρινοκολπίτιδα που χρειάζονται ενδοσκοπική επέμβαση παραρινίων κόλπων. 
-κάπνισμα: το ενεργητικό και παθητικό κάπνισμα αυξάνει τον κίνδυνο ρινίτιδας. αυξημένη επίπτωση παραρινοκολπίτιδας επί καπνιστών.
-ρύπανση της αμόσφαιρας κι έκθεση σε προϊόντα καύσεως πετρελαίου: επιδείνωση προϋπαρχουσας ρινίτιδας. Ασθενής συσχέτιση μεταξύ ρυπάνσεως του περιβάλλοντος και επιπτώσεως της χρόνιας παραρινοκολπίτιδας. 

========================================== 

ατοπία Η ατοπία είναι ισχυρός προδιαθεσικός παράγων αλλεργικής ρινίτιδας κια αλλεργικού άσθματος. Επιπλέον, ο πολυμορφισμός του γονιδίου της IL-13, ενός γονιδίου που έχει συχνότερα συνδεθεί με το άσθμα, συνδέεται, επίσης, με την αλλεργική ρινίτιδα, σε μούχλες, σε μια μεγάλη κορεάτικη κλινική μελέτη. Ασθενείς με μεταλλάξεις του γονιδίου  υποδοχέως του μετασχηματιστικού παράγοντος -β (TGF-β), είναι ιδιαίτερα επιρρεπείς στην εμφάνιση αλλεργίας και άσθματος, ενώ πολυμορφισμοί του γονιδίου 7 και 8 του υποδοχέως TLR συνδέονται, επίση,ς με αλλεργική ρινίτιδα σε Σουηδούς και Κινέζους. 'Έχουν ταυτοποιηθεί γονίδια τα οποία συνδέονται με ατοπική ρινίτιδα και μεταξύ των γονιδίων αυτών, το Cfos  και το Cdc42 φαίνεται ότι εμπλέκονται σθεναρότερα στο αλλεργικό άσθμα. Με τη χρόνια παραρινοκολπίτιδα συνδέονται περισσότεροί από 53 πολυμορφισμοί νουκλεοτιδίων, με τους σημαντικότερους να αφορούν τα γονίδια που κωδικοποιούν τη βιοσύνθεση των λευκοτριενίων και των προσταγλανδινών, της συνθέσεως του ΝΟ, και της παραγγωγής κυτοκινών, όπως  της IL-6, -22 και -33.  Μεταξύ των ασθενών με χρόνια παραρινοκολπίτιδα, που απαιτείται χειρουργική θεραπεία, ο γενότυπος  του υποδοχέα της γεύσεως του πικρού T2R38 ήταν διαφορετικός παρό,τι στον γενικό πληθυσμό.  

ανοσοανεπάρκεια (βλέπε: ανοσοανεπάρκεια) 

δυσλειτουργία βλεννοκροσσωτής καθάρσεως (βλέπε:  δυσλειτουργία βλεννοκροσσωτής καθάρσεως

ορμονικές διαταραχές .  Η ανατροπή της ορμονικής ισορροπίας, όπως, π.χ., κατά την  εγκυμοσύνη έχουν συνδεθεί με την εμφάνιση ρινίτιδας ή παραρινοκολπίτιδας και η ρινίτις της εγκυμοσύνης (22%), τυπικά άρχεται κατά τη διάρκεια του 2ου μήνα της εγκυμοσύνης, ενώ παρέρχεται σύντομα μετά τον τοκετό. Ούτε το άσθμα ούτε η ατοπία φαίνεται ότι εμπλέκονται ως προδιαθεσικοί παράγοντες και η παθογένεια της συχετίσεως αυτής παραμένει, ουσιωδώς, ανερμήνευτη, αν και έχουν προταθεί διάφορες θεωρίες: Τα οιστρογόνα προκαλούν αγγειοδιαστολή, με την αύξηση του ΝΟ, εμφανίζουν προφλεγμονώδη δράση (χημοταξία και ωρίμανση των σιτευτικών κυττάρων) και αύξηση της εκφράσεως των υποδοχέων ισταμίνης στα επιθηλιακά και ενδοθηλιακά κύτταρα. Δεν είναι σαφές, εν τούτοις, εάν η ρινίτις της εγφκυμοσύνης προδιαθέτει σε παραρινοκολπίτιδα, καθώς σε δύο περιορισμένης εκτάσεως μελέτες δεν αναδείχθηκε σχέση παραρινοκολπίτιδας κι εγκυμοσύνης.

Παρ΄όλο ότι η ρινίτις και η χρόνια παραρινοκολπίτιδα  έχουν αναφερθεί ότι συντρέχουν με παθήσεις του θυρεοειδούς, δεν υπάρχουν επαρκείς ενδείξεις ότι ο υποθυρεοειδισμός συνδέεται με ρινίτιτδα ή/και παραρινοκολπίτιδα. 

Έχει, επίσης, επισημανθεί ότι η ρινίτις συνδέεται με μεγαλακρία. παρ΄όλο ότι η ρινική καταρροή δεν συγκαταλέγεται στις παρενέργεις από τη χορήγηση ανασυδναυσμένης αυξητικής ορμόνης.  
 

αγγειΐτις και κοκκιωματώδεις νόσοι (βλέπε: νοσήματα ανωτέρων αναπνευστικών οδών επί συστηματικών παθήσεων)

ψυχολογική καταπόνηση. Είναι γνωστό ότι οι ψυχολογικές καταπονήσεις μπορούν να μεταβάλουν την αμυντική ομοιοστασία του οργανισμού κι έχει αποδειχθεί ο επιδεινωτικός ρόλος των ψυχικών καταπονήσεων στο άσθμα (&, &) |άσθμα και αυτοκτονία|, αλλά είναι λίγα γνωστά, αναφορικά με την επίδραση των ψυχολογικών καταπονήσεων στις λοιμώδεις και αλλεργικές παθήσεις του ανώτερου αναπνευστικού. Η απ΄ευθείας επίδραση του stress στη φλεγμονή των κατώτερων αεραγωγών έχει λεπτομερώς μελετηθεί κι έχει βρεθεί μείωση της εκφράσεως των υποδοχέων των κορτικοειδών, στα περιφερικά λευκά αιμοσφαίρια παιδιών που τελούσαν υπό το κράτος stress. Σε μια άλλη μελέτη, διαπιστώθηκε ενεργοποίηση των σιτευτικών κυττάρων των αεραγωγών, από μια ορμόνη που απελευθερώνει κορτικοτροπίνη, και η οποία εκρίνεται στους αεραγωγούς σε συνθήκες stress.
Σε μια ευρείας κλίμακος μελέτη παρατηρήσεως διαπιστώθηκε ότι εκείνοι που βιώνουν ψυχολογική καταπίεση είναι περισσότερο εκτεθειμένοι στην εμφάνιση ρινίτιδας, αλλεργικής ρινοεπιπεφυκιτίδας. Έχει μάλιστα κατανοηθεί ότι η ένταση της αλλεργίας έχει δοσοεξαρτώμενη σχέση με την ένταση της ψυχολογικής καταπονήσεως. Όπως προειπώθηκε, κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης αυξάνεται η επίπτωση της αλλεργικής ρινίτιδας, όπως του άσθματος, επί προστιθέμενου ψυχολογικού stress. Επίσης, τα παιδιά με γονείς υπό ψυχολογικό stress έχουν υψηλότερες συγκεντρώσεις IgE και ισχυρότερη αντιγονο-ειδική απόκριση των περιφερικών λευκοκυττάρων, καθώς, επίσης, αυξημένη συγκέντρωση TNFa και μειωμένα επίπεδα ιντερφερόνης-γ. Πέραν της ψυχολογικής καταπονήσεως η ευερεθιστότητα, αλλά όχι η κατάθλιψη, φαίνεται ότι συνδέονται με το άσθμα και τη ρινίτιδα. Εν τούτοις, η σχέση αιτίου αιτιατού, μεταξύ ρινίτιδας/άσθματος και ψυχολογικής επιβαρύνσεως δεν έχει απόλυτα διευκρινιστεί. Επιπλέον, το stress φαίνεται ότι καθιστά ευάλλωτους τους πάσχοντες στην ιογενή ρινίτιδα, όπως πρόφατα αναγνωρίστηκε σε μια ευρείας κλίμακος μελέτη. Η επιρρέπεια στις ιογενείς λοιμώξεις επιβεβαιώθηκε μετά απομόνωση του ιού σε ρινικές εκπλύσεις και τίτλους αντισωμάτων. Παρ΄όλο ότι είναι πιθανό ότι το stress προκαλεί ή επιδεινώνει την παραρινοκολπίτιδα, δεν έχει αναφερθεί κάτι σχετικό, στην προσιτή μας βιβλιογραφία.