Η δυσανοχή στην άσκηση είναι αποτέλεσμα της ανικανότητας να εξασφαλιστούν οι μεταβολικές ανάγκες, για την επιτέλεση ενός προεπιλεγμένου ή συντρέχοντος έργου. Ο στόχος των κλινικών δοκιμασιών κοπώσεως είναι η επιβολή καταπονήσεως στα όργανα εκείνα που επιβάλλουν τη δυσανοχή, σε βαθμό κατά τον οποίο η ανικανότητα να καταστεί ευδιάκριτη από τις μεταβολές των τιμών προεπιλεγμένων παραμέτρων. Η αποτίμηση των απαντήσεων στην άσκηση απαιτεί την επιλογή κατάλληλων παραμέτρων, οι οποίες αντανακλούν τη συμπεριφορά των οργάνων που εμπλέκονται στη δοκιμασία. Διευκρινίζοντας έναν τύπο ή μια απόκλιση από τη φυσιολογική απάντηση και ταυτίζοντας το μέγεθος ή τον τύπο της διαταραχής με χαρακτηριστικά των διαταραχών της φυσιολογικής λειτουργίας των εμπλεκομένων οργάνων, διακριβώνονται υποκείμενες παθολογίες.|δοκιμασίες κοπώσεως | Η ΦΥΣΙΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΑΣΚΗΣΗΣ |Δοκιμασία καρδιοπνευμονικής κοπώσεως, κατανάλωση Ο2, V̇O2 |Δοκιμασίες καρδιοπνευμονικής κοπώσεως, ενδείξεις |Δοκιμασίες κοπώσεως, κλιμακωτές|Δοκιμασίες κοπώσεως, σε σταθερές συνθήκες, steady state | δοκιμασίες βαδίσεως|
πίνακας 1. μελέτες επί της επιδράσεως της οξυγονοθεραπείας για την αντιμετώπιση της δύσπνοιας κατά την άσκηση. |
Η οξυγονοθεραπεία για άρση της δύσπνοιας κατά την άσκηση. Παρ΄όλο ότι δεν υπαρχουν αδιάσειστα στοιχεία, κατά τιε διεθνείς κατευθυντήριες οδηγίες, η χορήγηση οξυγόνου μπορεί να είναι επωφελής στους σθενείς σε ασθενείς που εμφανίζουν υποξαιμία (↓PaO2<55 mmHg, ↓κορεσμός< 88%), καθώς έχει δειχθεί σημαντική βελτίωση της δύσπνοιας και βελτίωση της ικανότητας στην άσκηση. Διατίθεντι, εν τούτοις, πληθώρα μικρών μελετών, κυρίες σε συνθήκες Εργαστηρίου, της αποδόσεως συμπληρωματικού οξυγόνου κατά την κόπωση, σε ασθενείς με χρόνιες πνυεμονοπάθειες, που έχουν δείξει βελτίωση της δύσπνοιας και αύξηση της αντοχής στην άσκηση. Εν τούτοις, οι μελέτες αυτές, χαρακτηρίζονται από μικρά δείγματα, βραυπερίοδη λήψη οξυγόνου κια ΄λελλειψη ομοφωνίας περί του τι είναι κλινική βελτίωση στις συνήθεις συνθήκες του Εργαστηρίου. Ο καθορισμός της ωφέλειας που θα λάβει ένας ασθενής από τη λήψη οξυγόνου κατά την άσκηση εξαρτάται από την ικανότητά μας να τη μετρήσουμε, όπως με τις δοκιμασίες βαδίσεως και τις κλίμακες δύσπνοιας. Αναφορικά, ιδιαίτερα, με τη δύσπνοια, δεν έχει, ακόμη, διευκρινιστεί το επίπεδο της ωφέλειας, που είναι σημαντικό για τον ασθενή, αλλά, ακόμη, και η νοηματοδότηση της βελτιώσεως της αποστάσεως βαδίσεως που ένας ασθενής μπορεί να επιτύχει. Μια΄από τις πλέον διαδεδομένες δοκιμασίες κοπώσεως είναι η 6λεπτη δοκιμασία βαδίσεως. Κατ΄αυτήν ο ασθενής βαδίζει κατά μήκος ενός διαδρόμου μήκους 15-50 μ., με προτυποποιημένη ενθάρρυνση, επί 6 λεπτά, και καταγράφεται η απόσταση που διανύθηκε. Έχει συζητηθεί ευρέως η διοφορά τηςδιανυόμενης αποστάσεως που έχει φυσιολογική σημασία για τον ασθενής, με ή χωρίς την χορήγηση συμπληρωματικού οξυγόνου. Σε ασθενείς με σταθεροποιημένη ΧΑΠ, η αύξηση κατά 54 μ. της αποστάσεως που διανύθηκε υπό οξυγόνο, σ΄ ένα πρόγραμμα αποκαταστάσεως (&), παρ΄όλο ότι ακόμη δεν έχει επιτευχθεί ομοφωνία (&), καθώς σε μια εργασία προτείενται ότι η αναγκαία απόσταση που πρέπει να διανυθεί είναι 35 m ή περίπου τομ 10% της θεμελιώδους αποστάσεως (: base line), ενώ σε μια άλλη προτείνονται τα 25μ (&, &). Η απόσταση αυτή μπορεί, επίσης να κυμαίνεται, ανάλογα με την υποκείμενη πάθηση (&). Επιπλέον, δεν έχει αποτιμηθεί η αποδοτικότητα της μακροπερίοδης χορηγήσεως περιπατητικής οξυγονοθεραπείας,κατά τις καθημερινές δραστηριότητες του ασθενούς. Όπως φαίνεται από τις διαλαμβανόμενες μελέτες στον πίνακα 1, δεν αναδεικνύεται σταθερό όφελος από τη χορήγηση οξυγόνου κατά την άσκηση, έναντι αέρος περιβάλλοντος για την άρση της επαγόμενης κατά την άσκηση δύσπνοιας, σε ασθενείς, στους οποίους ο κορεσμός ηρεμίας είναι ικανοποιητικός, αλλά οι οποίοι μπορεί ή όχι να εμφανίσουν αποκορεσμό, κατά την άσκηση. Οι Eaton et al., αναγνώρισαν μικρό όφελος στην ποιότητα ζωής, στην διπλή τυφλή, τυχαιοποιημένη μελέτη τους (πιν1). Οι μελέτες αυτές αναγνωρίζουν επίσης ότι ακόμη και εάν η χορήγηση συμπληρωματικού οξυγόνου αποτρέπει την εφάνιση αποκορεσμού κατά την άσκηση δεν απολήγει στην βελτίωση της δύσπνοιας, Tα παραπάνω ευρήματα επιβεβαιώθηκαν σε μια μεγάλης κλίμακας, πολυκεντρική μελέτη, των Moore et al. (2010),επί δυσπνοϊκών ασθενών με ΧΑΠ, χωρίς σοβαρή υποξαιμία, ηρεμίας (PaO2>60 mmHg, υπό αέρα δωματίου), τους οποίους χορηγήθηκε οίκοι οξυγόνο vs αέρας περιβάλλοντος κατά τη διάρκεια ακσήσεως για 3 μήνες. Αναγνωρίστηκε μια τάση βελτιώσεως και στους δύο βραχίονες της μελέτης, Εν τούτοις, δεν υπήρχε σιαφορά μεταξύ συμπληρωματικού οξυγόνου ή αέρος, αναφορικά με τη δύπσνοια.,, την ποιότηα ζωής την αναπνευστική λειτουργία, αν και δεν συμπεριελήφθη η παρουσία αποκορεσμού κατά την άσκηση στην μελέτη.