φυσιολογική κυματομορφή CO2.
Η οξυγόνωση και η ο αερισμός των πνευμόνων είναι διακριτές φυσιολογικές λειτουργίες που πρέπει να εκτιμώνται τόσο σε διασωληνωμένους νασθενείς, όσο και σε ασθενείς με ελεύθερη αναπνοή. Η παλμική οξυμετρία παρέχει στιγμιαίες μετρήσεις της οξυγονώσεως |παλμική οξυμετρία|
Στο κεφάλαιο αυτό συζητείται η μη παρεμβατική μέθοδος μέτρησης της μερικής πίεσης του CO2 στον εκπνεόμενο αέρα, ανά μονάδα χρόνου. Η σχέση της συγκέντρωης του CO2 στον εκπνεόμενο αέρα με το χρόνο παρίσταται γραφικά με το παραπλεύρως σχήμα, το καπνογράφημα.
Α-Β: αερισμός νεκρού χώρου. Παριστά την 'εναρξη της εκπνοής, όταν ο νεκρός χώρος εκκενώνετραι από τον 'αχρησιμοποίητο' αέρα, με τον οποίον είχε πληρωθεί στην αμέσως προηγούμενη εισπνοή.
Β-C: ανιούσα εκπνευστική φάση. παριστά την ταχεία αύξησαη της συγκέντρωσης του CO2 στο εκπνευστικό αερόρευμα, καθώς το συγκεντρωθέν στις κυψελίδες CO2 φάνει στους ανώτερους αεραγωγούς.
C-D: κυψελιδικό πλατώ. Παριστά τη συγκέντρωση του CO2 που φτάνει σε ομοιογενή μορφή από τις κυψελίδες μέχρι τη ρινική κοιλότητα. Το σημείο D που παριστά το σημείο ορίου του κυψελιδικού πλατώ, παριστά τη μέγιστη συγκέντρωση του CO2 στο τέλος της εκπνοής του αναπνεόμενου όγκου αέρος. και, επομένως, ονομάζεται τελοεκπνευστική συγκέντρωση CO2, (EtCO2 ) και αυτή είναι η τιμή που εμφανίζεται στο μόνιτορ.
D-E: κατιούσα εισπνευστική φάση. Παριστά τον εισπνευστικό τομέα του αναπνευστικό κύκλου |καπνογραφία|
Μεταβολές του σχήματος είναι διαγνωστικό παθολογικών καταστάσεων, ενώ μεταβολές του τελοεκπνευστικού CO2 (EtCO2), η μεγίστη συγκέντρωση CO2 στο τέλος της ήρεμης εκπνοής, μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την εκτίμηση της βαρύτητας της πάθησης και της απάντησης στη θεραπεία. Η καπνογραφία, επίσης, είναι η πλέον αξιόπιστη μέθοδος ότι ο τραχειοσωλήνας έχει τοποθετηθεί σωστά στην τραχεία κατά τη διασωλήνωση.
Η καπνογραφία αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της αναισθησίας από τις δεκαετίσς 1970-1980
Οι συσκευές μέτρησης των συγκεντρώσεων του CO2 (ή τηςε μερικής πίεσης) χρησιμοποιοώντας μια από τις επόμενες δύο διαμορφώσεις: είτε μετρώντας το κύριο (μόνο για ιασωληνωμένους) ή το πλάγιο αερόρρευμα (για διασωληνωμένους ή μη). όπως φαίνεται στη παραπλεύρως στη φωτογραφία.
Του τελοεκπνευστικού CO2 (EtCO2 ) μπορεί να γίνει είτε ποιοτικός ή ποσοστικός έλεγχος. και για τον έλεγχο αυτό χρησιμοποιείται υπέρυρθρη ακτινοβολία, όντας γνωστό ότι το CO2 απορροφά το υπέρυθρο φώς με ένα ειδικό μήκος κύματος, 4.26 μm.
Άτομα μ φυσιολογική αναπνευστική λειτουργία εμφανίζουν ένα τραπεζοειδούς σχήματος καπνογρφάφημα, και μικρή κλίση μεταξύ των κυψελιδικών τιμών και των τιμών στο αρτηριακό αίμα. μεταξύ 0-5 mmHg. η φυσιολογική αυτή κλίση αποδίδεται στον αερισμό του νεκρού χώρου. Αντίθετα, οι ασθενείς με αποφρακτικές πνευμονοπάθειες εμφανίζουν ανομοιογενή εκκένωση των κυψελίδων τους λόγω διαταραχών της σχέσης αερισμού αιμάτωσης, V̇/Q̇, κι έτσι εμφανίζουν μια περισσότερο καμπύλη την ανιούσα γραμμή του γραφήματος. και μια ανιούσα κλίση του κυψελιδικού πλατώ.
Οι ασθενείς με παθολογική αναπνευστική λειτουργία και διαταραχές V̇/Q̇ και ανομοιογενή κένωση των κυψελίδων η κλίση EtCO2-PaCO2 διευρύνεται και έτσι, είναι χρήσιμη για την εκτίμηση τάσεων ανάλογα με την βαρύτητα της υποκείμενης πάθησης. Η τιμή EtCO2 μπορεί ή δεν μπορεί να συσχετίζεται με την PaCO2 |http://respi-gam.net/node/4996|.
Για άτομα σε αυτόματη αναπνοή η μέτρηση του eTCO2 και, επομένως, η διενέργεια καπνογραφίας μπορεί να διευκολύνει στις ακόλουθες περιπτώσεις: [α] για την ταχεία εκτίμηση των βαριά ασθενών και εκείνων με εγκεφαλικές βλάβες εκδηλούμενες με σπασμούς, για τον προσδιορισμό της απόδοσης της θεραπείας |ΕΡΓΟΣΠΙΡΟΜΕΤΡΙΑ: Η διαχείριση της καρδιοπνευμονικής δοκιμασίας κοπώσεως - παραγωγή CΟ2|η συμβολή της καπνογραφίας στο σύστημα ABCDE|η συμβολή της καπνογραφίας στη διαχείριση του συνδρόμου αναπνευστικής δυσχέρειας|Αντίθετα, με την παλμική οξυμετρία, η καπνογραφία δεν εκτίθεται στον κίνδυνο παρερμηνείας σε συνθήκες χαμηλής περιφερικής αιμάτωσης. Έχει αναγνωριστεί ότι τιμές EtCO2 χαμηλότερες των 35 mmHg είναι ανεξάρτητα από άλλους παράγοντες, ενδεικτική μαζικής μετάγγισης. Αναγνωρίζεται θετική, ισχυρή γραμμική συσχέτιση μεταξύ των διττανθρακικών του ορού, HCO3̄ , και του eΤCΟ2. σε ασθενείς με διαβητική κετοοξέωση και σε παιδιά με γαστρεντερίτιδα ( &, &). Τέλος, υπάρχει αντίστροφη σχέση μεταξύ του eΤCΟ2 και του γσλακτικού οξεός, σε περιπτώσεις σήψης, σοβαρής σήψης και σηπτικού shock.