4. κάλιο και ΗΚΓφικές διαταραχές.
βλέπε: υπερηχοκαρδιογράφημα - Echocardiogram, Υπερηχοκαρδιογράφημα , κοπώσεως, Υπερηχοκαρδιογράφημα αντιθέσεως
Η εκπομπή ηχητικών κυμάτων από ένα ηχοβολέα, αντανακλώνται, τροποποιημένοι, ανάλογα με το είδος των ιστών που σναντούν, διαφορετικών ακουστικών ιδιοτήτων. Υγρές, κινούμενες δομές όπως οι διάφοροι ιστοί, αντανακλούν τα ηχητικά κύματα, ανάλογα με την κινητική τους κατάσταση. Ο λόγος 'σήματος-προς-θόρυβο' βελτιώνεται ε μείωη της αποστάσεως του εξαταζόμενου ιστού από τον ηχοβολέα. Μπορούν να διαφοροπιηθούν διάφορες ιστικές δομές εάν η 'αντανακλαστικότητά τους' π[ροβληθεί ως προς τον χρόνο, προς σχηματισμό του υπερηχοκαρδιαφγραφήματος τύπου Μ (M-mode). Η μέθοδος επιτρέπει την ακριβή μέτρηση των διαστάσεων, όπως το μέγεθος του αριστερού κόλπου ή τις τελοδιαστολικές διαστάσεις της καρδιάς. Εάν το σύστημα μετρήσει ταχύτητες, παρέχεται η μορφή Doppler - ένα συνεχές κύμα ανασύρει την μεγαλύτερη ταχύτητα που σημειώθηκε κατά μήκος μιας γραμμής, ένα παλμικό κύμα εστιάζει επί ενός ειδικού σημείου και το Doppler στών, επί ενός σημείου του μυοκαρδίου Οι ταχύτητες μπορεί να χρησιμοποιηθούν για τον υπολογισμό κλίσεων πιέσεων. Το Doppler χρησιμοποιείται για να μετρήσει τις βαλβιδικές ταχύτητες, και παραμέτρους που σχετίζονται με την κίνηση των τοιχωμάτων.
Ένας ευρύς ηχοβολέας δίνει δυσδιάστατες κινούμενες εικόνες που μπορεί να τύχουν επεξεργασίας ώστε να παραληφθούν τρισδιάστατες καταγραφές, με κατάλληλο ηχοβολέα και επεξεργασία μέσω ειδικού λογισμικού. Τα πρότυπα 'παράθυρα' επιτρέπουν την απεικόνιση των διαμερισμάτων της καρδιάς, προκειμένου να εκτιμηθούν δομικές αλλοιώσεις και δυσλειτουργίες. Δειγματισμός διαφόρων ταχυτήτων στα όρια μιας δυσδιάστατης εικόνων και ορίζοντας χρώματα για θετικές και αρνητικές ταχύτητες,, δημιουργούνται οπτικές εικόνες, ροής. Η μέθοδος αυτή είναι ιδανική για τον έλεγχο της βαλβιικής ανεπάρκειας.
διαγνωστικές χρήσεις της υπερηχοκαρδιογραφίας. Η συμβατική υπερηχοκαρδιογραφία ενδείκνυται γiα τη διάγνωση των: [α] περικαρδιακή συλλογή και επιποματισμός. [β] βαλβιδοπάθειες, στις οποίς περιλαμβάνονται κι εκτεταμένος εγκολεασμός, [γ] διατατική μυοκαρδιοπάθεια, [δ] καρδιακοί όγκοι και ενδοκαρδιακοί θρόμβοι, [ε] συγγενείς καρδπάθειες (π.χ., ατρησία αορτής), [στ] δεξιά κοιλιακή λειτουργία και πιέσεις.
Το υπέρηχοκαρδιογράφημα κοπώσεως χρησιμοποιείται για τη διάγνωση της ισχαιμίας και της ζωτικότητας του μυοκαρδίου.
Το standard υπερηχοκαρδιογράφημα αντιθέσεως, χρησιμοποιείται για τη διάγνωση της δεξιάς-προς-αριστερά διαφυγής, ιδίως της μεσοκολπικής ΄ή μεσοκοιλιακής επικοινωνίας.
Το διαπνευμονικό υπερηχοκαρδιογράφημα χρησιμοποιείτι για τη διάκριση της δεξαμενής αίματος από το ενδοκάρδιο και τη διάκριση των χαρακτηριστικών τους, στα οποία ευθύνονται, μερικές φορές, η κακής ποιόττηας εικόνες. Χρησιμοποιείται, επίσης, για την ανίχνευση θρόμβου εντός της αριστερής κοιλίας κια άλλων ειδικών καταστάσεων, όπως η συγγενής ανεπάρκεια, γνωστής ως υπερτροφίας κορυφής.
Doppler απεικόνιση των ιστών. Χρησιμοποιείται για τη βελτίωση της ακτίβειας των εικόνων του τοιχώματος της αριστερής κοιλίας, και εκτίμηση της κινητικότητάς της.
τρισδιάστοη υπερηχοκαρδιογραφία. Χρησιμοποιείται για τη διάγνωση σύμφυτων διαμαρτιών, και στη μελέτη των βαλβιδοπαθειών, όπως και για ερευνητικούς λόγους.
διοισοφαγική υπερηχοκαρδιογραφία. Ενδείκνυετι για τη διάγνωση του διαχωριστικού ανευρύσματος της αορτής, ενδοαορτικού θρόμβου, την εκτίμηση αθηραμτικών πλακών, υον αποκλεισμό ενδοκαρδίτιδας, δυσλειτουργίας ή διαρροής προσθετικής βαλβίδος, διεγχειρητική εκτίμηση της λειτουργικής καταστάσεως της αριστερής κοιλίας, και ενόσω το διαθωρακικό υπερηχοκαρδιογράφημα αποκλείνει από την τεχνική αρτιότητα.
διαγγειακό υπερηχοκαρδιογράφημα. Παρέχει εικόνες υψηλής αναλύσεως και είναι χρήσιμο στην εκτίμηση του μεγέθους αθηρωματικών πλακών και στην εντόπιση μετακινήσεως τοποθετηθέντων stents.
Kλασικό M-mode υπρηχοκαρδιογράφημα. Λόγω της βελτιώσεως των ρτεχνικών σε πραγματικό χρόνο υψηλής αναλύσεως εικόνων, το `m-mode υπερηχοκαρδιοράφημα, τείνει να παραμερίζεται, αν και εξακολουθεί να παρέχει εξηγήσιμες εικόνες, ιδιαίτερα σε περιπτώσεις με ανεπάρκεια τη αορτής, όπου αναδεικνύει την επίπλευση της οπίσθιας γλωχίνος της μιτροειδούς, με πρόπτωση μιτροειδούς, όπου μια ή δύο γλωχίνες προπίτουν κατά τη διάρκεια της συστολής, ή με στένωση της μιτροειδούς