Η ανάπτυξη της επιστήμης της νευροφυσιολογίας απετέλεσε το υπόστρωμα της ψυχοφυσικής μελέτης της δύσπνοιας και το πρόβλημα της αντικειμενικής εκτιμήσεως της αντιλήψεως ενός αισθητικού ερεθίσματος έχει απασχολήσει εντατικά την πειραματική ψυχολογία. Ο Fechner υποστήριζε ότι μία σταθερή εκατοστιαία μεταβολή ενός ερεθίσματος συνεπάγεται μια αντίστοιχα σταθερή εκατοστιαία μεταβολή στην αισθητική αντίληψη του ερεθίσματος αυτού και πρότεινε ότι η σχέση μεταξύ του μεγέθους του ερεθίσματος και της εντάσεως της αντιλήψεως είναι γραμμική, της μορφής: Y = k·Φ, όπου Υ, η ένταση της αισθητικής αντιλήψεως και Φ, το μέγεθος ερεθίσματος. Ο ψυχοφυσικός, δυναμικός νόμος του Fechner(&) βασίζεται στη θεωρία του Weber, σύμφωνα με την οποία η ελάχιστη μεταβολή της εντάσεως ενός ερεθίσματος που απαιτείται για την επίτευξη μίας μόλις αντιληπτής μεταβολής της αισθήσεως, εξαρτάται από τη βασική ένταση του ερεθίσματος, είναι δηλαδή dΦ/Φ̄=k. Είναι ενδιαφέρον να τονιστεί ότι ο νόμος Fehner ισχύει ακόμη και για οργανισμούς που στερούνται εγκεφάλου (&).
O νόμος Fechner βασίζεται στη δημοσίευση του Franciscus Donders επί της σχέσεως μεταξύ ερεθισμάτων που δρουν ταυτόχρονα και της επιλογής μεταξύ περισσότερων απαντήσεων. Κι αυτός βασίστηκε στην αρχική περιγραφή του Merkel. J. Merkel δημοσίευσε τη μελέτη του, σύμφωνα με την οποία ο χρόνος αντίδρασης είναι ανάλογος του πιθανού αριθμού ερεθισμάτων που δρουν ταυτόχρονα. Οι Ψυχολόγοι, έκτοτε αναζητούν ομοιότητες μεταξύ του παραπάνω νόμου και της θεωρίας της πληροφρίας.
Η εφαρμογή των ψυχοφυσικών τεχνικών στη μελέτη της αντικειμενικής ποσοτικοποιήσεως της δύσπνοιας επιχειρήθηκε ήδη από το 1970, οπόταν διαπιστώθηκε ότι η αντίληψη της μεταβολής των χαρακτήρων της αναπνοής ποσοτικοποιείται με τον ίδιο τρόπο, όπως και κάθε άλλο ερέθισμα. Διαπιστώθηκε ότι ο ψυχοφυσικός νόμος του Fechner έχει απόλυτη εφαρμογή στην αντικειμενική εκτίμηση του αισθήματος της δύσπνοιας. Από κλινικής απόψεως, επομένως, η εκτίμηση της βαρύτητας της δύσπνοιας, επιχειρείται ή [α] με αναφορά στις καθημερινές δραστηριότητες του ατόμου και την ικανότητα του να αυτοεξυπηρετείται είτε [β] με διάφορες ψυχοφυσιολογικές τεχνικές, η βασική επιδίωξη των οποίων είναι η ποσοτική εκτίμηση της εντάσεως της δύσπνοιας σαν αποτέλεσμα προβολής σε προτυπωμένες βαθμίδες κοπώσεως. Για το σκοπό αυτό, χρησιμοποιούνται κλίμακες, στις οποίες ο ασθενής σημειώνει την επίταση της αισθήσεως της αναπνοής του, που είναι απότοκος της υποβολής του σε κόπωση διαβαθμισμένης βαρύτητας. Μεταξύ των τεχνικών αυτών συγκαταλέγονται μέθοδοι αναλογικής και κατηγορικής διαβαθμίσεως της δύσπνοιας.