Είναι, η απλούστερη μέθοδος αναλογικής βαθμονομήσεως της δύπσνοιας, και γι αυτό, ίσως, η δημοφιλέστερη. Στην παραγματικότητα, είναι μια οριζόντια ή κάθετος (αξιοπιστότερη) γραμμή, συνήθως μήκους 100 mm, με την αρχή της να δηλώνει 'καθόλου δύσπνοια' και το πέρας της την 'μέγιστη ή ακραία μορφή δύσπνοιας', ανάλογα με την εμπειρία του κάθε ασθενούς. Ο εξεταζόμενος σημειώνει στην αριθμημένη γραμμή, το με΄τρο της δύσπνοιας που ο ίδιος βιώνει.
Η οπτική αναλογική κλίμακα (visual optical scale, VAS) αποτιμήσεως της βαρύτητας της δύσπνοιας, αποτελείται από μια γραμμή, μήκους συνήθως 100 mm, που τοποθετείται οριζόντια ή κάθετα, επί χάρτου. Η VAS, που αποτελεί ένα συνεχές που παριστά όλες τις εντάσεις α ισθήσεως, το ένα άκρο του οποίου οριοθετείται από το όχι δύσπνοία,και το άλλο, συνεχώς δύπνοια. Η βαρύτητα ορίζεται ως το μήκος της γραμμής από το αριστερό της άκρο (ή το κάτω άκρο της επί καθέτου τοποθετήσεως) μέχρι του σημείου που υποδεικνύεται από τον εξεταζόμενο. Το κατώτερο σημείο είναι δηλωτικό μη δύσπνοιας, ενώ το ανώτερο, δηλωτικό μέγιστης δύσπνοιας. Ο εξεταζόμενος υποδεικνύει με το δείκτη του, το σημείο του υποδεκάμετρου που υποδηλώνει τον βαθμό της δύσπνοιας που της συγκεκριμένη στιγμή βιώνει. Η VAS χρησιμοποιείται για την αρχική εκτίμηση της δύσπνοιας, και για την εκτίμηση της αποδόσεως της θεραπείας (β37). Σημειώνεται ότι η VAS δεν είναι μέθοδος, κατάλληλη για σύγκριση της εντάσεως της δύπσνοιας, μεταξύ ασθενών, καθώς δεν έχει προτυποποιηθεί, αλλά έχουν εκπνονηθεί σωρεία μελετών έχουν επισημάνει την επαναληπτικότητα και ευαισθησία της VAS (β38-40), όπως σε ομάδες καρκινοπαθώνς ασθενών, κι επίσης άσθματος (β4, 41), και υπάρχει ταύτιση με τα αποτελέσματα της κλίμακας Βοrg (β42,3). Αναπαράγεται σε συνθήκες μεγίστης κοπώσεως και στις επιδράσεις της θεραπείας (β7).
κλίμακα Likert. Στην κλίμακα αυτή, 7 σημείων (1:συνεχής, 2: το περισσότερο της ώρας, 3: πολύ ώρα, 4: περιορισμής διάρκειας, 6: όχι συχνά, 7: καθόλου). Ο Gyuatt et al., (β47) βρήκαν ότι η κλίμακα Likert ήταν καλύτερα κατανοητή απ΄ότι η VAS, αν και οι δύο τεχνικές απολήγουν σε συγκρίσιμη απαντητικότητα, μετά ένα πρόγραμμα αποκαταστάσεως. Οι Dudgeo et al., (β48) σε μια κλίμακα Likert 4 σημείων (1:καθόλου δύσπνοια, 2: δύσπνοια, 3:πολύ δύσπνοια, 4: τρομερή δύσπνοια), που χρησιμοποιήθηκε από τους Reuben και Μor (β49) σ΄ένα πληθυσμό καρκινοπαθών και βρέθηκε εξαιρετική συσχέτιση (r=0.89, p=0.001).
αριθμητικοί δείκτες δύσπνοιας. είναι ένας δείκτης 10 σημείων που συσχετίζεται ικανοποιητικά με την τροποποιημένη κλίμακα Borg, αν και δεν έχει χρησιμοποιηθεί, όσο εκτεταμένα άλλες μέθοδοι.
διάγραμμα κόστους οξυγόνου (&). Το διάγραμμα κόστους οξυγόνου (oxygen cost diagram) είναι μια παραλλαγή της μεθόδου VAS ή της κλίμακας Borg που σχεδιάστηκαν για την εκτίμηση της δύσπνοιας, σ ασθενείς με πνευμονοπάθειες. Πρόκειται για ένα ερωτηματολόγιο με ενδιάμεση αναπαραγωγικότητα και κλινική αξία (β68). Η κλίμακα χρησιμοποιεί μια κάθετη γραμμή μήκους 100 mm με περιγραφικούς όρους για την καθημερική δραστηριότητα που ευρίσκονταισ ε διάφορα σημεία και από τις δύο πλευρές της γραμμής. Οι περιγραφές αντιστοιχούν με τις απαιτήσεις σε οξυγόνο για την αντίστοιχη δραστηριότητα. Οι δραστηριότητες προς το κάτω όριο της γραμμής αντιστοιχούν σε δραστηριότητες χαμηλής καταναλώσεως, πχ., κάθισμα, ενώ οι δραστηριότητες για τις οποίες απαιτείται μεγαλύτερη κατανάλωση, εμφανίζοντια προς την κορυφή της γραμμής.
Εικόνα 1. διάγραμμα κόστους οξυγόνου
Ο ασθενής επιλέγει μια δραστηριότητα, η οποία του εμποδίζεται λόγω εμφανίσεως δύσπνοιας (β68) και το αντίστοιχο σημείο στην γραμμή, συσχετίζεται ικανοποιητικά με την κατανάλωση οξυγόνου που απαιτείται για την αντίστοιχη δραστηριότητα (r=0.68, p=0.001). όΤο διάγραμμα κόστους οξυγόνου συσχετίζεται ικανοποιητικα, με την MRC όσο και με την BDI, σε ασθενείς με καρδιοπνευμονικές παθήσεις, ποικίλης αιτιολογίας και κυμαινόμενης βαρύτητας (β15). Μερικοί υπσοτηρίζουν ότι το διάγραμμα κόστους οξυγόνου είναι το πλέον κατάλληλο εργαλείο αποτιμήσεως απαντήσεως στη θεραπεία (β15). Στα μειονεκτήματά της συγκαταλέγεται το γεγονός ότι η μέθοδος αυτή σχετίζεται με περιπατητικές δραστηριότητες κι, επομένως, μπορεί να έχει περιορισμένη αξία σε ασθενείς με δύσπνοια ηρεμίας.
βασικός δείκτης δύσπνοιας, Ο baseline dyxspea index, BDI είναι πολυδιάστατη μέθοδος που χρησιμοποιεί μια κλίμακα εκ 5 σημείων. για την ποσοτικοποίηση της λειτουργικής διαταραχής, του μεγέθους του παραχθέντος έργο και του του μεγέθους της καταβαλλόμενης προσπάθειας, μετά την οποία εμφανίζεται δύσπνοια (β18). Είναι ένας εύχρηστος δείκτης, που 'βλέπει' τη δύσπνοια ως απομονωμένο σύμπτωμα, και παρέχει εκτίμηση του τρόπου με τον οποίο ο ασθενής διαχειρίζεται την πάθησή του. Ο δείκτης αυτός, εν τούτοις, όπως και ο δείκτης μεταπτώσεως σε δύσπνοια δεν είναι κατάλληλοι για σύγκριση μεταξύ ασθενών, επειδή ο κάθε ασθενής έχει διαφορετικές προσδοκίες και μπορεί να έχουν προσαρμόσει τη συμπεριφορά τους, ώστε να προσαρμοζέται στην πάθησή τους. Ο βασικός δείκτης δύσπνοιας μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την τροποποίηση παραμέτρων, όπως η φυσιολογική διαταραχή που επάγει τη δύσπνοια, το μέγεθος του έργου που απολήγει σε δύσπνοια, και το μέγεθος της προσπάθειας, μετά ορισμένη χρονική στιγμή, που απολήγει σε δύσπνοια. Ένας εκπαιδευμένος τεχνικός υποβάλει ερωτήσεις αναφορικά εμ τις διάφορες διαστάσεις και ακολούθως με ωάση ειδικά κριτήρια εντοπίζει μια τιμή, μεταξύ 0 (σοβαρή δύσπνοια) και 4 (όχι δύσπνοια), δημιουργώντας ένα score 0-12 με τις χαμηλότερες τιμές να αντιστοιχούν στη σοβαρότερης εντάσεως δύσποια.
δείκτης μεταπτώσεως σε δύσπνοια
βλέπε: ερωτημαολόγια