Πνευμονικό οίδημα εξ επανεκπτύξεως

περιεχόμενα λήμματος
 
===========================================
 
αναφέρεται στο λήμμα Σύνδρομο Αναπνευστικής δυσχέρειας ενηλίκων ως διαφοροδιαγνωστική παθολογική οντότητα
  • Οφείλεται στην ταχεία αναρρόφηση πλευριτικού υγρού ή αέρος επί πνευμοθώρακος και την απότομη έκπτυξη του συστοίχου πνεύμονος
  • ετερόπλευρο πνευμονικό οίδημα μπορεί να παρατηρηθεί είτε λόγω διαταραχής στη σύστοιχη πλευρά, ως πνευμονικό οίδημα ή λόγω παθολογικής καταστγάσεως που εδράζεται στην αντίιθετη πλευρά.
    • από την ίδια πλευρά: 1. φλεβική απόφραξη, 2. παρατεταμένη κατάκλιση από την εξαρτημένη πλευρά, 3. βρογχική απόφραξη (ονομαζόμενη “Drowned Lung”)
    • από την άλλη πλευρά: 1. απόφραξη της πνευμονικής αρτηρίας, όπως επί σύμφυτη απουσία ή υποπλασία της πνευμονικής αρτηρίας, 2. θρομβοεμβολική νόσος, που προσβάλλει μόνο μια πνευμονική αρτηρία, 3. ετερόπλευρη αρτηριαική απόφραξη. 
    • διαταρχές τους αντίθετου πνεύμονος
    • ετερόπλευρο εμφύσημα
    • πνευμονεκτομή
Συχνά, για την αναστολή των πρωίμων συσπάσεων της μήτρας και τον πρώιμο τοκετό χρησιμοποιούνται β-δρενεργικοί υποδοχείς, όπως η ριτοδρίνη και η τερβουταλίνη. Οι θεραπείες αυτές μπορεί να προκαλέσουν πνευμονικό οίδημα κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης. Η συχνότητα ποικίλλει από 0.3-9%. Στον παθογενετικό μηχανισμό εμπλέκεται η παρατεταμένη έκθεση στις κατεχολαμίνες, που προκαλούν δυσλειτουργία του μυοκαρδίου, αύξηση της διαπερατότητας των τριχοειδών και ο μεγάλος όγκος υγρών που χορηγήθηκαν σε απάντηση της μητρικής ταχυκαρδίας. Τα γλυκοκορτικοειδή που χρησιμοποιούνται για τον πρόωρο τοκετό μπορεί, επίσης να εισφέρουν στην κατακράτηση των υγρών και εμφάνιση τοκολυτικού πνευμονικού οιδήματος.
Η κλινική εικόνα χαρακτηρίζεται από αναπνευστική δυσχέρεια και ευρήματα συμβατά με πνευμονικό οίδημα. Η διάγνωση βασίζεται στα κλινικά ευρήματα και στη διαφορική διάγνωση συμπεριλαμβάνονται το καρδιογενές πνευμονικό οίδημα, η εμβολή αμνιακού υγρού, και η πνευμονία εξ εισροφήσεως.  Θεραπευτικώς, διακόπτονται τα συμπαθητικομιμητικά φάρμακα που χορηγούνται για αναστολή των πρώιμων συσπάσεων της μήτρας, οπότε, συνήθως το απότοκο πνευμονικό οίδημα υποστρέφεται ευχερώς. Η επικουρική θεραπεία είναι υποστηρικτική ή χορηγούνται διουρητικά.   
προεκλαμψία και πνευμονικό οίδημα
Πνευμονικό οίδημα μπορεί, σποραδικά, να εμφανιστεί σε συνδυασμό με προεκλαμψία. Στο 3% των ασθενών με προεκλαμψία (&).Οι ασθενείς με προεκλαμψία εμφανίζουν μείωση του ενδαγγειακού όγκου, ώστε το πνευμονικό οίδημα, συνηθέστερα, προκαλείται στην πρώιμη μετά τον τοκετό περίοδο που συνήθως συνοδεύεται από αθρόα αντικατάσταση υγρών. Η μείωση των συγκεντρώσεων αλβουμίνης και η μυοκαρδιακή δυσλειτουργία εισφέρουν στο σχηματισμό πνευμονικού οιδήματος. Κατά την εγκυμοσύνη παρατηρείται, γενικώς, μείωση των πρωτεϊνών πλάσματος και μείωση της ογκωτικής πιέσεως του πλάσματος, που συνεπάγονται μείωση της κρίσιμης τριχοειδικής πιέσεως στα πνευμονικά τριχοειδή, πέρα από την οποία αναπτύσσεται αναπτύσσεται πνευμονικό οίδημα.  
-κλινική εικόνα και διάγνωση.  Η κλινική εικόνα είναι παρόμοια με εκείνης της οξείας αναπνευστικής δυσχέρειας επί ασθενούς με προεκλαμψία. Η προεκλαμψία χαρακτηρίζεται από υπέρταση, πρωτεϊνουρία και περιφερικό οίδημα, κατά το 3ο τρίμηνο.
-θεραπεία. Η βασική θεραπεία έγεκιται στον περιορισμό της λήψεως υγρών, και τη χορ΄ξγηση συμπληρωματικού οξυγόνου και διουρητικών. Μπορεί να χρειασθεί η παρεμβατική παρακολούθηση εάν απαιτηθούν αγγειοδιασταλτικά φάρμακα.