Κλιματική αλλαγή -γενικά

Μετά μια περίοδο δισταγμών και επιφυλάξεων, οι ερευνητές δείχνουν να συμφωνούν ότι η ρύπανση της ατμόσφαιρας, μπορεί, πράγματι, να προκαλέσει ευρείας κλίμακος και επικίνδυνη για τη ζωή στον πλανήτη κλιματική αλλαγή. Η Κλιματική αλλαγή απολήγει μεταξύ άλλων στην υπερθέρμανση του πλανήτη, όπως προκύπτει από την αύξηση της θερμοκρασίας των ωκεανών, την άνοδο του επιπέδου της θάλασσας και την μείωση της κάλυψης από χιόνι του βορείου ημισφαιρίου. Επιπλέον, έχουν παρατηρηθεί μεταβολές στο ποσό, την ένταση, τη συχνότητα, και τον τύπο της καθίζησης ρύπων και της αύξησης της επίπτωσης ακραίων καιρικών φαινομένων, όπως καύσωνες, ξηρασίες, πλημμύρες και τυφώνες (&). Το κοινωνικό και οικονομικό κόστος είναι τεράστιο, καθώς για παράδειγμα, στο κύμα καύσωνος στην Ευρώπη το 2003, αημειώθηκαν 40000 περισσότεροι των αναμενομένων θανάτων, ενώ πάνω από 80 δισ δολάρια ήταν το οικονομικό κόστος του τυφώνα Κατρίνα. Σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία, το κόστος των καταστροφών από ακραία καιρικά φαινόμενα έχει, σχεδόν, διπλασιαστεί, από το 1980.   

Η κλιματική αλλαγή μειώνει την ποιότητα του αέρος, αυξάνοντας τους ατμοσφαιρικούς ρύπους, όπως το Ο3, και τα αιωρούμενα σωματίδια (RM2.5-10) και επιρρεάζοντας της κατάτμιση και διασπορά των ρύπων και των προδρόμων τους μορφών, επάγοντας την καθίζησή τους και μειώνοντας τον αερισμό της ατμόσφαιρας, γεγονότα που απολήγουν στην μείωση της αποσύρσης των αερίων ρύπων. Το τροποσφαιρικό Ο3 προέρχεται από τα ΝΟΧ, το μεθάνιο (CH4), CO και πτητικούς οργανικούς παραγόντες (VOCs), με την επίδραση του ηλιακού φωτός. Στη συσσώρευση οξειδωτικών αερίων ρύπων εισφέρουν οι ανθρώπινες δραστηριότητες από τις εξατμίσεις των αυτοκινήτων, τις βιομηχανίες, τις υψικαμίνους, τα χημικά εργοστάσια. Ο ρυθμός του σχηματισμού Ο3 είναι θερμοεξαρτώμενος κι έτσιι, η αύξηση της θερμοκρασίας, ή αύξηση της εκπομπής πτητικών οργανικών ουσιών και η μείωση της καθήλωσης των αερίων ρυπών, αποτελούν του κύριους οδηγούς για την αύξηση του Ο3 . Το  Ο3 διεγείρει φλεγμονώδεις αντιδράσεις στους πνεύμονες και βλάβες στους ευαίσθητους πνευμονικούς ιστούς, μειώνει την αναπνευστική λειτουργία, και αυξάνει τη νοσηρότητα και θνητότητα από πνευμονοπάθειες, ιδίως μεταξύ των παιδιών και των ηλικιωμένων. Η έκθεση στο  Ο3 μπορεί να προκαλέσει οξείες και χρόνιες  πνευμονοπάθειες, ΧΑΠ, ή άσθμα και να διεγείρει παροξύσνεις τους. Oi Orru et al., (2013) αξιολόγησαν το μέγεθος της πρόσθετης παραγωγής  Ο3 από την αύξηση της θερμοκρασίας και την επίδρασή του στον αριθμό των εισαγωγών για τις προαναφερόμενες παθήσεις και την από κάθε αιτία θνησιμότητα στην Ευρώπη. Η μεγαλύτερη αύξηση στην εξαρτώμενη από το Ο3 θνησιμότητα από κάθε αιτία και νοσηρότητα λόγω κλιματικής αλλαγής, αναγνώρισαν αύξηση κατά 4-5% για το Βέλγιο, την Ιρλανδία, την Ολλανδία και το Ηνωμένο Βασίλειο. Οι ίδιοι συγγραφείς εκπόνησαν μια πρόβλεψη ηγιοα τις ερχόμενες δεκαετίες και διαπίστωσαν ακόμη μεγαλύτερες αυξήσεις για τις ερχόμενες δεκαετίες. Τα εισπνεόμενα αιωρούμενα σωματίδια ορίζονται ως μικρά συγκρίματα ανόργανης ή οργανικής ύλης, αρκετά μικρά, ώστε να καθηλώνονται στους πνεύμονες και κατάλληλης αεροδυναμικής διαμέτρου, ώστε να προωθούνται ως του περιφερικούς ευαίσθητους ιστούς, στο επίπεδο των βοτρυδίων |παθογένεια|κάθαρση αεραγωγών|καθήλωση|. Τα αιωρούμενα σωματίδια εμπίπτουν, γενικά, σε δύο τάξεις από πλευράς μεγέθους τους: Τα (PM10) που μπορούν να καθηλωθούν στους αεραγωγούς και τα (PM2.5) τα οποία μπορούν να προωθηθούν και να καθηλωθούν στις κυψελίδες. Συχνότερα εκλύονται από τις μηχανές των οχημάτων, τις πυρκαγιές, τα συστήματα θέρμανσης και τα εργοστάσια. Η κλιματική αλλαγή μεταβάλλει τη συγκέντρωση των αιωρούμενων σωματιδίων με διάφορους τρόπους, στους οποίους περιλαμβάνονται η αύξημένη έκλυση επ΄αφορμή ακραίων φυσικών φαινομένων, όπως οι πυρκαγιές, οι τυφώνες, και η μειωμένη κάθαρση της ατμόσφαιρας λόγω της μείωσης της καθίζησής τους στην επιφάνεια της γης. Ασκούν ιδιαίτερα δυσμενή επιρροή στην αναπνευστική υγεία και τη θνητότητα (&). Οι Liu et al. (2019) αξιολόγησαν την συνδρομή των αιωρούμενων σωματιδίων στη γενική θνησιμότητα και τη θνητότητα από αναπνευστικά νοσήματα, ενώ σε μια άλλη μελέτη των Silva et al., (2017) δείχτηκε ότι η πρώιμη θνητότητα θα αυξηθεί από μεταβολές της ρύπανσης της ατμόσφαιρας απότοκες κλιματικών μεταβολών. Από τα συμπεράσματα της προαναφερόμενης μελέτης φαίνεται ότι αυξήσεις των συγκεντρώσεων των ΡΜ2.5 λόγω κλιματικής αλλαγής θα απολήξει σε 55600 θανάτους/έτος το 2030 και 215000 θανάτους κατ΄έτος το 2100, σ όλες τις περιοχές εκτός της Αφρικής με τη μεγαλύτερη αύξηση της θνητότητας στην Ινδία (80200 θάνατοι/έτος) 40 θάνατοι το χρόνο ανά εκατομμύριο κατοίκων), 50400 στη μέση Ανατολή, και 47200 θάνατοι/έτος στην ανατολική Ασία. Σε μια άλλη μελέτη (&) αποδείχτηκε αύξηση της θνητότητας, οφειλόμενης στη συνέργεια μεταξύ αύξησης της θερμοκρασίας και ατμοσφαιρικής ρύπανσης. Ο ΠΟΥ εκτιμά ότι η κλιματική αλλαγή πρόκειται να προκαλέσει επιπλέον 250.000 θανάτους στον κόσμο κατ΄έτος, μεταξύ του 2030 και τοο 2050 (&), διευκολύνοντας τη διασπορά μικροβιακών και χημικών παραγόντων στο υδάτινο οικοσύστημα και την διοχέτευσή τους στην διατροφική αλυσίδα, αυξάνοντας τους κινδύνους κατά της υγείας (&,&,&,&,&).    
Η κλιματική αλλαγή απειλεί να μειώσει τη διαθεσιμότα των φυσικών πόρων σε πολλές περιοχές και ενδεχομένως, σε παγκόσμιο επίπεδο. Η επαπειλούμενη έλλειψη νερού, τροφής και μέσων διαβίωσης θα μπορούσε να οδηγήσει σε ολοένα μεγαλύτερους πληθυσμούς σε απόγνωση, ενισχύοντας τον κίνδυνο διακρατικών συγκρούσεων και συρράξεων. Η κλιματική αλλαγή ασκεί δυσμενείς επιδράσεις σε κρίσμους παράγοντες της κοινωνικής και περιβαλλοντικής υγείας, όπως η ρύπανση της ατμόσφαιρας, η ομοιοστασία των οικοσυστημάτων, το καθαρό και επαρκές νερό και τροφή. Οι ηλικιακές ομάδες που είναι περισσότερο εκτεθειμένες σε παγκόσμιο επίπεδο είναι τα παιδιά, οι ηλικιωμένοι και άλλες ομάδες ειδικότερα επιρρεπείς. Η από τη θερμότητα του περιβάλλοντος εξαρτώμενη θνητότητα και νοσηρότητα, τα ακραία φυσικά φαινόμενα, τα ρυπασμένα και καταπονημένα οικοσυστήματα παριστούν τα σημαντικότερα πεδία ειδικού ενδιαφέροντος, που εγείρουν θεωρήσεις τόσο για την υγεία, όσο και την οικονομία. Στόχος του Συμποσίου (Istituto Superiore di Sanità, Rome 3-5 December 2018- (&) ήταν η προαγωγή της πολυτομεακής και πολυεπιστημονικής εκτίμησης και πρόληψης των γεγονότων που σχετίζονται με την κλιματική αλλαγή και την εφαρμογή μέτρων μείωσης των δυσμενών επιπτώσεων της στην υγεία. Στο Συμπόσιο εκείνο παρουσιάαστηκε ο Διεθνής Χάρτης της Ρώμης για την Υγεία και την κλιματική Αλλαγή. Περιλαμβάνει μια σειρά συστάσεων κι ενεργειών που συζητήθηκαν και αξιολογήθηκαν από όλους τους συμμετέχοντες με σκοπό την ενημέρωση των υπευθύνων για τη χάραξη πολιτικής και των εμπλεκομένων φορέων στη διαχείριση των συνεπειών της κλιματικής αλλαγής,   
Από τη βιβλιογραφία και την κλινική πράξη γνωρίζουμε ότι οι υψηλές θερμοκρασίες εισφέρουν σηξμαντικά στην αύξηση της θνητότητας από καρδιαγγειακές και αναπνευστικές αιτιολογίες. ιδίως μεταξύ των ακραίων ηλικιών (&). Στο κύμα καύσωνος το καλοκαίρι του 2003, για παράδειγμα, σημειώθηκαν 70000 περισσότεροι θάνατοι από τους αναμενόμενους (&). Μερικές από τις πιο εμφανείς επιπτώσεις και συνέπειες της κλιματικής αλλαγής στην ανθρώπινη υγεία είναι: 1) αύξηση σε ασθένειες που μεταδίδονται μέσω φορέων, λόγω μεγαλύτερης υγρασίας και θερμότητας 2) αποσταθεροποίηση της παραγωγής τροφίμων από την ξηρασία
και τις ακραίες καιρικές συνθήκες. 3) αύξηση των αλλεργιών και του άσθματος που προκαλείται από τη ρύπανση. 4) αύξηση του κινδύνου για τρόφιμα και ασθένειες που οφείλονται στο νερό προέρχονται επίσης από θερμότερα ύδατα και πλημμύρες
(&).   
Ακραία φυσικά γεγονότα, όπως οι εκτεταμένες πυρκαγιές δασικών εκτάσεων, και τα παρατεταμένα κύματα καύσωνος επιφέρουν αύξηση των αιωρούμενων σωματιδίων και όζοντος, συχνά πέραν των ορίων ασφαλείας (&). ¨Εχει συγκεντρωθεί σημαντικός όγκος πληροφοριών από ολόληρο τον κόσμο, από τις οποίες προκύπτει ότι παρόμοια επεισόδια απολήγουν στην αύξηση των συγκεντρώσεων των ατμοσφαιρικών ρύπων και σοβαρής επίδείνωσης των επιδημιολογικών δεικτών αναπνευστικής υγείας (&,&). 
Αναφορικά με τα παρατεταμένα κύματα καύσωνος έχει επανειλημμένα διαπιστωθεί σοβαρή συσχέτιση με ταυτόχρονα επεισόδια ατμοσφιρικής ρύπανσης, όπως το Ο3,  που εκτείνεται ακόμη και πέραν των ορίων ασφαλείας (&). Οι Lin et al., μελέτησε την επίδραση ακραίων μετεωρολογικών φαινομένων, όπως επεισόδια καύσωνος, νηνεμίας και θερμοκρασιακής αναστροφής απολήγουν σε επίταση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης, μέσω συνεπειών κλιματικής αλλαγής (&). Στις συνθήκες αυτές παρατηρήθηκαν αυξήσεις των συγκεντρώσεων του Ο3, μέχρι +58%, συγκριτικά με τις κανονικές ημέρες, ενώ τα επεισόδια καύσωνος και θερμοκρασιακής αναστροφής, απέληξαν σε αύξηση 28% και 14% αντίστοιχα (&). Αναφορικά με τις δυσμενείς επιδράσεις της ρυπάνσεως του περιβάλλοντος, γενικά, και της ατμόσφαιρας, ειδικότερα, διακρίνονται τρεις περιοχές μέγιστου ενδιαφέροντος: η ρύπανση των εσωτερικών, των εξωτερικών χώρων και οι δυσμενείς συνέπειες στην υγεία από την κλιματική αλλαγή. Έχει γνωστεί ότι η ρύπανση των εσωτερικών χώρων ευθύνεται για 1.5 επιπλέον εκατομ. πρώιμων θανάτων στην Ευρώπη, το χρόνο (7.5 εκατομ. παγκοσμίως), ενώ ακόμημεγαλύτερος είναι ο αριθμός αν προστεθούν οι θάνατοι στα Νοσοκομεία και εκείνων που διαβιούν χρονίως κλινήρεις. Σε πρόσφατες μελέτες έχει διακριβωθεί αύξηση των συγεκεντρώσεων Ο3 και σωματιδίων με επιπλέον πρόκληση ανεπιθυμήτων συνεπειών στην υγεία (&). Η συχνότητα των πρόσθετων περιπτώσεων πρώιμων θανάτων λόγω κλιματικών ακραίων φαινομένων φαπίνετια ότι κατά κύριο λόγο οφείλονται σε θανάτους από καρδιαγγειακές και αναπνευστικές παθήσεις (&, &). Επιπλέον, η κλιματική αλλαγή επιφέρει δυσμενείς επιπτώσεις στη συναισθηματική ισορροπία των 'θυμάτων' της προκαλώντας κι ενισχύοντας το stress και την ευερεθιστότητα: οι ισχυροί τιφώνες κια οι κάυσωνες, για παράδειγμα, προκαλούν κατάθλιψη, οργή, ακόμη και βία (&,&).     
Οι δυσμενείς επιδράσεις χαμηλών συγκεντρώσεων ρύπων στον εξωτερικό χώρο είναι δυσκολότερο να διευκρινισθούν, λόγω της πολυπλοκότητας των εμπλεκομένων μηχανισμών. Είναι γνωστό ότι η κλιματική αλλαγή είναι αποκύημα ανθρωπογενών δράσεων και, ιδίως, της ακόρεστης καταναλώσεως υγρών καυσίμων, που απολήγουν στην εκπομπή αερίων θερμοκηπίου (ΕΑΘ), κατά την παραγωγή ενέργειας για τις ανάγκες της βιομηχανίας, των μεταφορών, της γεωργίας, του κλιματισμού των βιομηχανικών κτιρίων και των κατοικιών.
Kατα τη Σύμβαση-Πλαίσιο των Ηνωμένων Εθνών για τις Κλιματικές Μεταβολές (UNFCC), η κλιματική αλλαγή ορίζεται ειδικότερα ως η μεταβολή στο κλίμα που οφείλεται άμεσα ή έμμεσα σε ανθρώπινες δραστηριότητες, διακρίνοντας τον όρο από την κλιματική μεταβλητό- τητα που έχει φυσικά αίτια(&). Οι άνθρωποι επηρεάζουν ολοένα και περισσότερο το κλίμα και τη θερμοκρασία της γης μέσω της χρήσης ορυκτών καυσίμων, της αποψίλωσης των ομβρόφιλων δασών και της κτηνοτροφίας. Οι δραστηριότητες αυτές προσθέτουν τεράστιες ποσότητες αερίων του θερμοκηπίου στα αέρια που υπάρχουν στην ατμόσφαιρα, προκαλώντας αύξηση του φαινομένου του θερμοκηπίου και υπερθέρμανση του πλανήτη (&). Επιπλέον, >90% του πληθυσμού διαβιοί σε περιοχές όπου η ποιότητα του αέρα δεν ικανοποιεί τις προδιαγραφές που έχει θέσει ο ΟΗΕ (&). Το  European Environmental Agency ανακοίνωσε ότι οι περισσότεροι κάτοικοι αστικών περιοχών είναι εκτεθειμένοι σε συγκεντρώσεις PM2.5 και ΡΜ10 πάνω από τα όρια του ΟΗΕ (74% και 42%, αντίστοιχα) (&). Είναι ενδιαφέρον να τονιστεί ότι η ρύπανση της ατμόσφαιρας παριστά μια από τις κύριες αιτίες πρώιμου θανάτου στον κόσμο(&, &). Σε μια παλαιότερη μελέτη μας είχαμε διαπιστώσει ότι υγιή παιδιά, κάτοικοι περιοχών του λεκανοπεδίου Αττικής με υψηλή ατμοσφαιρική ρύπανση είχαν πνευμονική λειτουργία, εντός προβλεπόμενων για το φύλο, την ηλικία και το ύψος τους ορίων, αλλά, συγκριτικά με παιδιά κατοίκους περιοχών χωρίς ατμοσφαιρική ρύπανση, το +95% ορίων αξιοπιστίας της πρώτης ομάδας συνέπιπετ με το -95% ορίων αξιοπιστίας της δεύτερης (&). Η ατμοασφαιρική ρύπανση και η κλιματική αλλαγή ασκούν δυσμενείς επιδράσεις τόσο στη λειτουργία και την ανάπτυξη του αναπνευστικού συστήματος, όσο και στην ποιότητα της ζωής των εκτεθειμένων ατόμων. Εισαφέρουν στην αύξηση του επιπολασμού της αλλεργικής ρινίτιδας και του βρογχικού άσθματος, μεταξύ άλλων αναπνευστικών και εξωπνευμονικών παθήσεων (&). Παρατηρείται αύξηση του χρόνου παραμονής των ατόμων στην οικία ή σε εν γένει κλειστούς χώρους (~80%)κι έτσι εκτίθενται περισσότερο σε ενδοοικιακούς ρύπους, όπως η οικιακή σκόνη, ακάρεα, προϊόντα απολέπισης και τριχόπτωσης των κατοικιδίων ως και διαφόροι μύκητες, ο καπνός, και άλλους ρύπους με αρνητικές επιπτώσεις στην υγεία και την ακμαιότητα του αναπνευστικού συστήματος. Η κλιματική αλλαγή τροποποιεί τη διαθεσιμότητα και τη διασπορά και την μετανάστευσή τους σε περιοχές των αλλεργιογόνων που προέρχονται από την μικροπανίδα και χλωρίδα, 
και αυξάνουν την επίπτωση των αλλεργικών επεισοδίων. Η διάθεση περισσοτέρων από 4000 νέες χημικές την ημέρα αυξάνει επίσης τον κίνδυνο εμφάνισης φαινομένων υπερευαισθησίας. 
Οι ατμοσφαιρικοί από τις εκπομπές εξωτερικής και εσωτερικής καύσης ρύποι, η αθρόα παραγωγή νεών χημικών ουσιών και η ευρύτερη διαθεσιμότητα των γνωστών αλλεργιογόνων προκαλούν αύξηση του επιπολασμού της αλλεργικής ρινίτιδας κι του άσθματος. Οι δύο παθολογικές οντότητες μοιράζονται κοινούς παθογενετικούς μηχανισμούς και παριστούν συνήθεις παθήσεις, με προοδευτικά αυξανόμενους επιδημιολογικούς δείκτες. Ο καπνός των τσιγάρων επίσης περιέχει οπερίπου 4500 τοξικές πτητικές ουσίες και επιμερισμένη ύλη και τουλάχιστον 50 διαφορετικά καρκινογόνα παραπροϊόντα καύσης. . 
Είναι γεγονός ότι οι κατάλληλες πολιτικές αναπροσαρμογές απαιτούνται επειγόντως και θα οδηγήουν σε μείωση της αύξησης των βλαπτικών αυτών παραγόντων και μερικές από αυτές έχουν ήδη αποδειχθεί αποτελεσματικές στη μείωση του παγκόσμιου φορτίου των εξαρτωμένων από τη ρύπανση παθήσεων (π.χ. ο περιορισμός του καπνίσματος σε δημόσιους λκειστούς χώρους, &). Σε μια πρόσφατη δημοσίευσή τους οι Marcos et al. 2020) μεταξύ άλλων πολλών που ασχολούνται με το θέμα της εισφοράς της ανθρώπινης παχυσαρκίας στη διαμόρφωση της κλιματικής αλλαγής, παρουσιάζουν μια ανάλυση των εκτιμώμενων επιπλέον εκπομπών αερίων θερμοκηπίου (~700 μεγατόνοι. ισοδυνάμου CO2/έτος), που προέρχονται από τον πληθυσμό των παχυσάρκων, που ανέρχονται περίπου στο ποσόν του 1.6% της παγκόσμιας παραγωγής αερίων θερμοκηπίου. Την επιβάρυνση αυτή διακρίνει 3 χαρακτηριστικά γνωρίσματα: μεγαλύτερες μεταβολικές οξειδωτικές απαιτήσεις που οιφείλονται σε μεγάλο βαθμό στην μεγαλύτερη σωματική μάζα των παχυσάρκων (7% του συνόλου). Αύξηση της παραγωγής τροφίμων που απαιτείται για την παροχή υψηλότερης ενεργειακής πρόσληψης (52%) και μεγαλύτερη χρήση ορυκτών καυσίμων για τη μεταφορά βαρύτερων σωμάτων (41%). 
βλεπε: κλιματική αλλαγή και πνευμονοπάθειες| |Οι επιδράσεις της κλιματικής αλλαγής στην επίπτωση των αναπνευστικών λοιμώξεων|
  Η υπερθέρμανση του πλανήτη μετρά τα μέσα του 20ου αιώνα προφανώς οφείλεται στην επιδείνωση του φαινομένου του θερμοκηπίου, που αποτελεί συνέπεια της αύξησης των συγκεντρώσεων του CO2, CH4 και NO(&). Οι προβλέψει είναι δυστυχώς εξαιρετικά δυσοίωνες, ενόσω υπολογίζεται ότι προς το τέλος του 21ου αιώνα, η θερμοκρασία του πλανήτης θα έχει αυξηθεί κατά 1.1 - 6.4°C  (&). 

Η αύξηση της θερμοκρασίας και η αύξηση της ξηρασίας εισφέρουν στην ερημοποίηση περιοχών με εν γένει ξηρά κλλιματα (&). Η ερημοποίηση και η αύξηση της ξηρασίας προάγουν ανεμοθύλεες που αποτελούν κρίσιμο βλαπτικό παράγοντα της αναπνευστικής υγείας (&), ιδιαίτεςρα σε ήδη προσβεβλημένα από πνευμονοπάθειες άτομα. Η άμμος των ερήμων περιπέχει χαλαζία που προκαλεί βρογχική φλεγμονή (&,&) κι έτσι, η έκθεση σε αιωρούμενα σωματίδια, μεταφερόμενα από απομακρυσμένες, (ενίοτε> των 4000 km) ερήμους έχουν αποδειχθεί υπεύθυνη στην αύξηση της νοσηρότητς και θνητότητας από καρδιαγγειακές και πνευμονικές παθήσεις (&), επισκέψεις σε ΤΕΠ καρδιοπνευμονικών παθήσεων (&), αγγειακά εγκεφαλικά επεισόδια (&), και νοσηλείες για άσθμα (&) και πνευμονίες (&).  
Η συγκέντρωση στην ατμόσφαιρα τείνει να αυξάνεται σε περιόδους καύσωνος, σε περιοχές που χρησιμοποιείται ηλεκτρική ενέργεια για κλιματισμό, εάν η τελευταία παράγεται από εργοστάσια ππου χρησιμοποιούν λιγνίτη, ως καύσιμη ύλη. Η υπερθέρμανση του πλανήτη και τα αιωρούμενα σωματίδια διαντιδρούν μεταξύ τους και παράγουν πολλαπλασιαστικό αποτέλεσμα, καθώς το ένα αυξάνει την βλαπτική εππίδραση του άλλου, ακόμη και στις αναπτυγμένες χώρες όπου οι συγκεντρώσεις αιωρούμενων σωματιδίων παραμένουν εν γένει χαμηλές (&, &). Οι συγκεντρώσσεις των αιωρούμενων σωμτιδίων στην ατμόσφαιρα έχουν μειωθεί δραστικά στον αναπτυγμένο δυτικό κόσμο, μετά τα ρυθμιστικά μέτρα και τις τις αποφάσεις για μείωση των συγκεντρώσεών τους, που ελήφθησαν στο παρελθόν |10 αρχές για καθαρό αέρα|. Παρόλα αυτά, ακόμη και εάν οι συγκεντρώσεις των αιωρούμενων σωματιδίων συνεχίζουν να μειώνονται στο μέλλον, η σχετική τοξικότητά τους μπορεί να αυξάνεται, λόγω της συνέργειας με την υπερθέρμανση του πλανήτη και της προαναφέρομενης συνέργειάς τους.