ΛΕΜΦΟΕΙΔΕΙΣ ΑΝΤΙΔΡΑΣΤΙΚΕΣ ΠΝΕΥΜΟΝΟΠΑΘΕΙΕΣ. |
Περιγράφονται 3 μορφές καλοήθους υπερπλασίας του πνευμονικού λεμφικού ιστού, δηλαδή: i η εστιακή βρογχιολίτις, ii η πνευμονική, οζώδης λεμφική υπερπλασία και, iv η λεμφοκυτταρική διάμεση πνευμονία. θεωρούνται ότι εντάσσονται στο φάσμα της λεμφοειδούς υπερπλασίας, επί BALT (: bronchus-associated lymphoid tissue) |πνευμονικές λεμφοπαραγωγικές παθήσεις|
εικόνα 1. εστιακή βρογχιολίτις. (&) επί ασθενούς με ρευματοειδή αρθρίτιδα. Στην εικόνα διακρίνονται κεντροβοτρυδιακά και περιβρογχοαγγειακά οζίδια, υποπλεύρια οζίδια και οζίδια εφαπτόμενα στην μεσολόβιο αριστερά |εστιακή βρογχιολίτις|λεμφοζιδιακή βρογχιολίτις|νόσος Castleman|.
Η Λεμφοκυτταρική διάμεση πνευμονία χαρακτηρίζεται από διάχυτη λεμφοειδή διήθηση στο κυψελιδικό διάμεσο χώρο, που απαρτίζεται από Τ-λεμφοκύτταρα και ποικίλο αριθμό πλασματοκυττάρων.
εστιακή λεμφοειδής υπερπλασία, ΕΛΥ
Η ΕΛΥ είναι ασυνήθης καλοήθης παθολογική κατάσταση που χαρακτηρίζεται ιστολογικά από εντοπισμένο πολύμορφο πολλαπλασιασμό καλοήθων μονοπύρηνων κυττάρων, ο πληθυσμός των οποίων αποτελείται από ένα μίγμα πολυκλωνικών λεμφοκυττάρων, πλασματοκύττάρων και ιστικυττάρων (8). Η εστιακή λεμφοειδής υπερπλασία αναγνωρίζεται κατά μήκος των βρογχαγγειακών ελύτρων και στην περιφέρεια των δευτερογενών βοτρυδίων (στον υποπλεύριο και ενδολοβιδιακό διάμεσο ιστό, όπου σχηματίζονται επιθηλιοειδή κοκκιώματα (&).
Η πνευμονική, οζώδης λεμφοειδής υπερπλασία (πνευμονικό ψευδολέμφωμα)είναι διακριτή μορφή αντιδραστικού πολλαπλασιασμού του λεμφικού ιστού που συνδέεται με τις IgG4-σκληρωτικές παθήσεις. που χαρακτηρίζονται από αδρές οζώδεις διηθήσεις εξ ωρίμων πολυκλωνικών λεμφοκυττάρων και πλασματοκυττάρων που αφορίζονται καλώς και κείνται υποπλεύρια με την παρουσία ινώσεως μεταξύ των συναθροίσεων αυτών. Η πνευμονική, οζώδης λεμφοειδής υπερπλασία (πνευμονικό ψευδολέμφωμα) είναι διακριτή μορφή αντιδραστικού πολλαπλασιασμού του λεμφικού ιστού που συνδέεται με τις IgG4-σκληρωτικές παθήσεις. που χαρακτηρίζονται από αδρές οζώσεις διηθήσεις εξ ωρίμων πολυκλωνικών λεμφοκυττάρων και πλασματοκυττάρων που αφορίζονται καλώς και κείνται υποπλεύρια με την παρουσία ινώσεως μεταξύ των συναθροίσεων αυτών. Ο όρος χρησιμοποιείται από μερικούς ως συνώνυμο του ψευδολεμφώματος, αν και πολλές διαταραχές από εκείνες που στο παρελθόν καλούνταν ψευδολεμφώματα, ήδη καταχωρούνται στην ομάδα των MALΤωμάτων.
Η νόσος Castleman (βλ. πίνακα 1) χαρακτηρίζεται από την παρουσία, στον ίδιο ασθενή, υαλοειδούς και πλασματοκυττάρων, διατεταγμένα σε ομόκεντρες στιβάδες (:onion like). Διακρiνεται σε εντοιπισμένη και πολυκεντρική πάθηση.