Μυασθένεια gravis

  Οι ασθενείς με μυασθένεια gravis τυπικά εμφανίζουν χρόνια μείωση της αναπνευστικής ισχύος και αντοχής. Μείωση της Pdi κατά τη διάρκεια εκούσιων χειρισμών όπως η βίαιη ρινική εισρόφηση, αναδεικνύεται ευκολότερα παρ' ό,τι η διέγερση του φρενικού ν., υπό συχνότητα 1 Hz. 20% των ασθενών με θύμωμα εμφανίζονται να έχουν μυασθένeια gravis. ιδιαίτερα, εάν οι ασθενείς είναι άνδρες, ηλικίας >50 ετών. Η ομάδα αυτή των ασθενών εμφανίζετια να έχει θετικά αυτοαντισώματα υποδοχέων ακετυλοχολίνης, που δεσμεύουν τους υποδοχείς ακετυλοχολίνης στις μετασυναπτικούς κινητικούς νευρώνες, μειώνοντας τις διαθέσιμες θέσεις δεσμεύσεως της ακετυλοχολίνης κια προκαλώντας, έτσι, νευρική εξάνλτηση |αντιχολινεστεράσες

Στις αντιχολινεστεράσες συγκαταλέγονται:
η νεοστιγμίμνη και η πυριδοστιγμίνη
το ενδροφόνιο
τετραϋδροαμινοακριδίνη (ΤΗΑ, tacrine)
και νευροτοξικοί παράγοντες, όπως τα ενομοκτόνα κ.ά.
Η ακετυλοχολινεστεράση αναχαιτίζουν τη δράση της ακετυλοχολίνης στα χολινεργικά πέρατα των νεύρων.Επομένως, οι αντιχολινεσγτεράσες επιτρέπουν στην ακετυλοχολίνη να συγκεντρώνεται στις κεντρικ΄ς και περιφερικές θέσεις δράσεως.
Η νεοστιγμίνη και η πυριδοστιγμίνη είναι οικυριοότερες αντιχολινεστεράσες με θεραπευτική χρησιμότητα. Επιτρέπουν τη συγκέντρωση της ακετυλοχολίνης στις νευρομυϊκές ΄συνμάψεις και τις συνάψεις του αυτόνομου συστήματος. Διεγείρουν τις μουσκαρινικές δράσεις, όπως η παραγωγή σιέλου, δακρύων, ουρήσεως, και διάρροιας, σπασμοί του πεπτικού και πρόκληση εμέτων. Οι δράσεις τους ομαδοποιούνται υπό τον μνημονικό κανόνα SLUDGE (:salivation, lacrimation, urination, diarrhoea, GI cramps, emesis), καθώς επίσης και την πρόκληση εφιδρωσίας, θάμβος οράσεως και βραδυκαρδία, μέχρις ασυστολίας |Μυασθένεια Gravis).  Η ΤΗΑ δρα στις νευρομυϊκές συνάψεις  χωρίς την πρόκληση μουσκαρινικού αποτελέσματος.Η ΤΗΑ είναι επίσης ένα ελαφρύ αναληπτικό, παρατείνει την παράλυση που προκαλεί το εξαμεθόνιο, και μπορεί να χρησιμοποιηθεί από κοινού με την νεοστιγμίνη για την αναστροφή της δράσεως του κουραρίου. Λόγω των κεντρικών της δράσεων, θεωρείται ότι παρέχει ικανοποιητικές θεραπυτικές ιδιότητες, στη νόσο Alzheimer αν και το όφελος αυτό δεν έχει τεκμηριωθεί με κλινικές μελέτες. Οι νεότερες αντιχολινεστεράσες, όπως η δονεπεζίλη, η ριβαστιγμίνη, και η γαλανταμίνη έχουν αντίθετα, αποδειχθεί ότι παρέχουν περιορισμένο αποτέλεσμα στην άρση των συμπτωμάτων, καθώς η βελτίωση των οφελημάτων τους δεν εμφανίζεται παρά εάν χορηγηθούν σε υψηλ΄ς δόσεις, όπου οι παρενέρργειες υπερβαίνουν το όφελος. Επιπλέον, δεν είναι γνωστή η μακροπερίοδη αποτελεσματικότητά τους. Η ριβαστιγμίνη έχει επίσης χρησιμοποιηθεί για την αντιμτώπιση του παραληρήματος, στους ασθενείς της ΜΕΘ αν και η σχετική ένδειξη παρέχεται με μεγάλη επιφύλαξη. . .