Αναλύσεις 17 περιπτώσεων συνυπάρξεως σαρκοειδώσεως και λεμφώματος δείχνουν ότι η συνύποαρξή τους δεν είναι τυχαία (►). Σε παλαιότερες δημοσιεύσεις έχει βρεθεί 11πλάσια συχνότητα λεμφώματος σε ασθενείς με σαρκοείδωση, παρ΄όλο ότι η διαφορική διάγνωση είναι δύσκολη, ιδίως, λόγω της ενεργοποιήσεως των λεμφοκυτττάρων και της αναμίξεως του ΔΕΣ (►). Έχει, γενικά, δειχθεί ότι οι πάσχοντες από σαρκοείδωση είναι επιρρεπέστεροι να προσβληθούν από κακοήθειες, άλλες πλήν του λεμφώματος. Το σύνδρομο σαρκοειδώσεως-λεμφώματος είναι 5.5 φορές συχνότερο σε μεσήλικες που πάσχουν από ενεργό σαρκοείδωση, πιθανόν ως αποτέλεσμα ανοσολογικών ανωμαλιών που παρατηρούνται στα πόψιμα στάδια της παθήσεως. Σε μια ευρεία ανασκόπηση, στην οποία επιχειρήθηκε να ορισθεί η κλινική εικόνα της συνυπάρξεως (►) ως κριτήρια εντάξεως χρησιμοποιήθηκε η βιοπτικά αποδεδειγμένη σαρκοείδωση (►) και το βιοπτικά αποδεδειγμένο λέμφωμα (►). Ενώ στα κριτήρια αποκλεισμού συμπεριλήφθηκαν η διάγμνωση άλλων κακοηθειών και τα ευρήματα σαρκοειδόμρφων βλαβών. Τα τελευταία ευρήματα, δευτεροπαθή κακηθειών, θεωρούνται ότι παράκεινται σε θέσεις πρωτοπαθούς νεοπλάσματος ή στους επιχώριους λεφαδένες. Ακολούθως διακρίνονται τρεις ομάδες: Στην ομάδα Α, η σαρκοείδωση προηγείται του λεμφώματος, ενώ στην ομάδα Β εντάσσονται περιπτώσεις ταυτόχρονης αναπτύξεως (σε διάστημα <1 μηνός). Στην ομάδα Γ καταχωρούνται περιπτώσει, κατά τις οποίες το λέμφωμα προηγείται της σαρκοειδώσεως. Μεταξύ των πρωτευόντων τελικών σημείων της μελέτης αυτής τέθηκαν τα συμπτώματα και σημεία των δύο παθήσεων: [α] ήτοι του λεμφώματος επί ασθενούς με σαρκοείδωση, [β] της σαρκοειδώσεως, επί ασθενούς με λέμφωμα. Συγκρίθηκαν η αρχική κλινική εικόνα των ασθενών της ομάδας Α με την ομάδα Γ ή της ομάδας Γ με την ομάδα Α, δηλαδή ανάλογα με την αρχική κλινική εικόνα ως προς την αρχικά διαγνωσθείσα πάθηση. δευτερεύον τελικό σημείο τέθηκε η διαγνωστική διαδικασία που έδωσε τα καλύτερα αποτελέσματα.
Στη μελέτη αυτή συμπεριλήφθηκαν 112 περιπτώσεις, από τις οποίες 3 αποδόθηκαν σε φυματίωση, δύο σε φαρμακοεπάγωγες παθήσεις, 3 σε λεμφοματοειδή κοκκιωμάτωση και 1 πςρίπτωση στην οποία αποδείχθηκε όγκος συμπαγών οργάνων. 14 περιπτώσεις είχαν συστηματικό ερυθηματώδη λύκο, 1 περίπτωση βρέθηκε με κοκκιωματώδη αγγειΐτιδα, Στις περισσότερες των υπολοίπων περιπτώσεων, η σαρκοείδωση προηγούταν του λεμφώματος (69.6%). Το μη Hdgkin λέμφωμα ήταν συχνότερο και η ενδιάμεση περίοδος μεταξύ της εμφανίσεως των δύο παθήσεων ήταν σημαντικά μεγαλύτερο στην ομάδα Α.
σαρκοείδωση και καρκινοειδές
Η σχέση μεταξύ σαρκεοειδώσεως και διαφόρων νεοπλασμάτων είναι γνωστή από ετών, παρ΄όλο ότι δεν εχει, ακόμη, διευκρινισθεί κατά πόσο η σαρκοείδωση προδοιαθέτει στη νεοπλασία, ή η νεοπλασία επάγει σαρκοειδικές αντιδράσεις. Η σχέση μεταξύ σαρκοειδώσεως και καρκινοειδούς είναι άγνωστη. Το καρκινοειδές εξορμάται από τα κύτταρα Kulchitsky του βρογχικού επιθηλίου (&), όπως και το μικροκυτταρικό καρκίνωμα. Η σαρκοείδωση είναι συστηματική πάθηση που χαρακτηρίζεται από το σχηματισμό μη τυροειδοποιούμενων κοκκιωμάτων που καταστρέφούν τις οργανικές δομές, ιδίως των πνευμόνων και των λεμφαδένων αλλά επίσης, των αρθρώσεων, του δέρματος, των οφθαλμών και άλλων οργάνων (&). Η ταυτόχρονο συνύπαρξη σαρκοειδώσεως και καρκινοειδούς είναι ασυνήθης. Περίπτωση συνυπάρξεως σαρκοειδώσεως και καρκινοειδούς όγκου (&).
βλέπε: σαρκοείδωση και νεοπλάσματα