ΦΥΜΑΤΙΩΣΗ: Ιστορία

Η φυματίωση, γνωστή και ως 'φθίση' και 'λευκή πανώλης' είναι λοιμώδης νόσος με σχετικά μακρά διαδρομή και χρόνια πορεία, έτσι, που ασκεί αρνητική ενδοοικογενειακή επιρροή, στην υγεία και τη ποιότητα ζωής πολλών οικογενειών, ανεξάρτητα οικονομικού επιπέδου. Υπάρχει από την προϊστορική εποχή και προσβάλλει περισσότερα από 9 εκατ. άτομα προκαλώντας περισσότερους από 1.5 εκατ. θανάτους το χρόνο. Διατίθεται δραστική θεραπεία από 60ετίας, αλλά απαιτεί λήψη φαρμάκων τουλάχιστον για 6 μήνες, προκαλώντας, έτσι, σοβαρά προβλήματα συμμορφώσεως σε μεγάλη αναλογία ασθενών. Η αυξανόμενη αντίσταση στα γνωστά αντιφυματικά και η διάδοση ανθεκτικών στελεχών μυκοβακτηριδίου, καθίσταται, προοδευτικά, σοβαρό πρόβλημα δημόσιας υγείας, ενώ νέες πηγές μολύνσεως (&, &)

Iστορία της Φυματιώσεως σε εικόνες

Robert Fludd 1574-1637
Robert Koch, 1882,Πρώσος Ιατρός, που ανακάλυψε το αίτιο της φυματιώσεως και της ανοσολογικές του εξαρτήσεις (φαινόμενο Koch)
Ο R. Koch παρακολουθεί τον γαμπρό του, στρατιωτικό Ιατρό, να χορηγεί ενδοδερμικά ποσότητα παλαιάς φυματίνης, σε ασθενή με ενεργό νόσο. 
η σελίδα τίτλου της διατριβής του R. Koch που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Berliner Klinische Wochenschrift, στις 20 Απριλίου 1882.
 
Opera medica, Sylvius, 1679
στο σύγγραμμά του, το 1720, ο βρετανός Ιατρός Benjamin Marten, περιέγραψε τον ακριβή τρόπο μεταδόσεως της νόσου
Hermann Brehmer, εισηγητής της σανατοριακής αγωγής για τη φυματίωση.
Ο Jean-Antoine Villemin, Γάλλος στρατιωτικός Ιατρός, περιέγραψε τον τρόπο μεταδόσεως της φυξματιώσεως από τον άνθρωπο, στα βοοειδή και στα τρωκτικά, υποστηρίοζντας ότι η νόσος οφείλεται σε ζώντα μικροοργανισμό. 
συσκευή τεχνητού πνευμοθώρακος για την εφαρμογή θεραπευτικών τεχνητών σταθεροποιήσεως του πνεύ,μονος, ια τη θεραπεία της πνευμονικής φυματιώσεως.
Ινστιτούτο Carlo Forlanini. Επινόησε τον τεχνητό πνευμοθώρακα, ως θεραπεύτική απρέμβαση για τη χειρρουργική θεραπεία της φυματίωσεως του Πνεύμονος
Wilhelm Konrad von Röntgen, 1895

Η φυματίωση συνοδεύει την ανθρωπότητα σε ολόκληρη την μακραίωνη διαδρομή της, αφού ίχνη της συναντήθηκαν στις μούμιες των αιγυπριακών πυραμίδων (2.400 πΧ.) αλλά και σε οστά του νεολιθικού ανθρώπου (3.700 π.Χ.), του ανθρώπου του Νεάντερταλ. Ο Ιπποκράτης περιέγραψε τη νόσο ως "φθίση" (460 πΧ.), που τη θεώρησε ως την πλέον συχνή και ευχερώς μεταδιδόμενη νόσο, που σχεδόν, πάντα, οδηγεί στον θάνατο. Ο Ιπποκράτης είχε τρομάξει πολύ με την λοιμογόνο δύναμη της φυματιώσεως, ώστε προχώρησε σε μια σύσταση, προςς τους μαθητές του, την οποία ουδείς έκτοτε τόλμησε να επαναλάβει. Κατέστησε επιφυλακτικούς τους Ιατρούς, αποτρέποντάς τους να επισκέμπτονται "φθισικούς" σε τελικά στάδια, επειδή ο αναπότρεπτος θανατός τους, θα έθιγε τη φήμη του ιατρικού σώματος.
Η λεμφαδενική της μορφή, γνωστή ως scrofula, ήταν συχνή στην μεσαιωνική Ευρώπη. Κατά τη διάρκεια της βιομηχανικής επαναστάσεως, η φυματίωση αναδείχθηκε σε μάστιγα, καθώς, έφτασε το 1% της θνησιμότητας του γενικού πληθυσμού. Στους λόγους της τρομακτικής επιδημίας, συγκαταλέγονταν η 'βίαιη' μετανάστευση του αγροτικού πληθυσμού, που από την αραιοκατοίκηση σε υγιεινό περιβάλλον, στην ύπαιθρο, σωρεύτηκαν σε μικρά υπόγεια, ανήλια καταλείμματα, που οι βιομήχανοι κατασκεύαζαν γύρο από τα εργοστάσια, όπου στιβάζονταν, υποσιστιζόμενοι, οι εργάτες. Αποκλήθηκε ως 'λευκός θάνατος' προς αντιδιαστολή της έτερης μάστιγας, της πανώλης, που αποκλήθηκε "μαύρος θάνατος". 
Στο σύγγραμμά του Opera Medica, ο Sylvius, 1679, παραθέτει ακριβη παθολογοανατομική περιγραφή των φυματίων, που μεταβάλλουν την όψη των πνευμόνων και των άλλων προσβεβλημένων οργάνων. Περιγράφει, επίσης την εξέλιξη σε (ψυχρό) απόστημα και σπήλαιο.
Το 1720, ο βρετανός Ιατρός Benjamin Marten σημείωνε ότισημείωνε ότι η φυματίωση προκαλείται από μικροσκοπικόύς ζώντες οργανισμούς, οι οποίοι μετά την εγκατάστασή τους στο σώμα, μπορούσαν να προκαλέσουν τις βλάβες και τα συμπτώματα της νόσου. Συμπλήρωσε ότι ο συχνωτισμός με πάσχοντα, είναι επικίνδυνος μεταδόσεως, μέσω των σταγονιδίων της εκπνοής του, που είναι φορείς των μικροσκοπικών οργανισμών, που προκαλούν τη νόσο. Ο συχνωτισμός πρέπει να είναι απρατεταμένος, επεσήμανε. έτσι, 140 χρόνια πριν τον Robert Koch, o Benjamin Marte παρέδωσε τις επιδημιολογικές αρχές της νόσου.
Η 'επαναστατική' αντίληψη ότι η φυματίωση είναι θεραπεύσιμη νόσος, οφείλεται στον Ιατρό και Βοτανολόγο Hermann Brehmer, ο οποίος, το 1854, παρουσίασε τη διατριβή του επί της χρησιμότητας της σανατοριακής θεραπείας (καθαρός αέρας, καλή θρέμψη, ανάπαυση).
Αργότερα, ο Ο Jean-Antoine Villemin, Γάλλος στρατιωτικός Ιατρός, περιέγραψε τον τρόπο μεταδόσεως της φυματιώσεως από τον άνθρωπο, στα βοοειδή και στα τρωκτικά, υποστηρίοζντας ότι η νόσος οφείλεται σε ζώντα μικροοργανισμό. 
  Το 1882, ο Robert Koch, επιτέλους, ανακάλυψε μια τεχνική χρώσεως, που τον βοήθησε να καταστήσει ορατό το μυκοβακτηρίδιο της φυματιώσεως. Αυτό που ενθουσίασε την κοινωνία της εποχής δεν ήταν τόσο η ανακάλυψη του Koch, όσο η ελπίδα, ότι η εκρίζωση της μάστιγας θα μπορούσε, πλέον, να ελπίζεται βάσιμα. 'Αρχισαν να ιδρύονται και να λειτουργούν χιλιάδες σανατόρια, με διττό σκοπό: [α] την απομόνωση των ασθενών και, [β] την εφαρμογή υγεινοδιατητικών θεραπευτικών μέτρων. Τα μέτρα αυτά, εμπλουτίστηκαν αργότερα, από την παρατήρηση του Ιταλού Forlanini, ο οποίος παρατήρησε ότι ο ακινητοποθημένος πνεύμονας, έτεινε προς μια ευνοϊκή έκβαση της νόσου. Εισήγαγε τον τεχνητό πνευμοθώρακα και άλλες χειρουργικές τεχνικές ακινητοποιήσεως
Μεγάλη ώθηση στην αντιμετώπιση της φυματιώσεως επευτεύχθη με την ειδαγωγή από τον Wilhelm Konrad von Rontge, το 1895, της ακτινοβολίας Χ, με την οποία κατέστη δυνατή η εκτίμηση της βαρύτητας και η παρακολούθηση της εξελίξεως του ασθενούς.  Και, τέλος, μεγάλη ώθηση στον αγώνα κατά τη φυματιώσεως έδωσαν οι Calmette και Guerin, οι οποίοι, χρησιμοποιούντες ειδικά καλιεργητικά υπστρώματα, πέτυχαν να απομειώσουν τη λοιμογόνο δύναμη του μυκοβακτηριδίου βόειου τύπου, θέτωντας τις βάσεις του αντιφυματικού εμβολιαμσού με BCG, το οποίο αν και σχετικά αδρανές, χρησιμοποιείται μέχρι σήμερα. Ακολούθως, στα μέσα του 2ου παγκοσμίου πολέμου, εμφανίστηκε η χημειοθεραπεία, η οποία έμελλε να αλλάξει τη επίδραση της φυματιώσεως στην ανθρώπινη υγεία.
Γενικά, η χημειοθεραπεία των λοιμωδών νοσημάτων με τη χρήση των σουλφαναμιδών και της πενικιλλίνης, είχε ήδη από ετών εισαχθεί στη θεραπευτική των λοοιμώξεων, αλλά αυτοί οι παράγοντες είναι ανεργοί για τη φυματίωση. Από το 1914 ο Selman A. Waksman μελετούσε μσυστηματικά τους μικοροοργανισμούς του ε΄δαφους, αλλά μόις το 1939, ανακάλυψε την αξιοσημείωτη ιδιότητα μερικών μυκήτων, ιδίως του ακτινομύκητα, να αναστέλλουν μικροβιακές αναπτύξεις. Αργότερα, το 1940, απομόμωσε ένα αντινβιοτικό, την ακτινομυκίνη, με αντιμυκοβακτηριδιακές ιδιότητες, το οποίο, εν τούτοις, απεδείχθη τοξικό για τον άνθρωπο και τα ζώα. Η επιτυχία ήρθε το 1943, όταν εισήγαγε την στρεπτομυκίνη, από τον μύκητα streptococcus griseys, που συνδύαζε πολύ υψηλή μικορβιοκτόνο δύναμη με έλαχιστη τοξικότητα.  στις 20 Νοεμβρίου 1940, το αντιβιολτικά χορηγήθηκε σ ε΄'εναν βαρειά πάσχοντα από φυματίωση, με άμεσα αποτελέσματα, εντυπωσιακά, καθώς, η εξέλιξη της νόσου ανεκόπη, τα μικρόβια εξαφαν΄σιτηκαν από τα πτύελα και εμφάνισε ταχεία ανάρρωση. Παρ' όλες τις παρενέρεγειες του αντιβιοτικού, ιδίως, στην ακοή, η φυματίωση δεν αποτελούσε πλέον τρόμο στους ιατρούς, όπως στον Ιπποκράτη, 2500 χιλιάδες, περίπου, χρόνια, πριν.  
  Τα επόμενα χρόνια ακολούθησε η εισαγωγή του ενός μετά το άλλο, των αντιφυματικών φαρμάκων, γεγονός που ήταν ιδιαίτερα σημαντικό, επειδή η χορήγηση της στρεπτομυκίνης, ως μονοθεραπεία, απεδείχθεή ότι προκαλούε, πολύ σύντομα, ανθεκτικές μεταλλάξεις του μυκοβακτηριδίου. Με τη διάθεση και άλλων αντιφυματικών,  το πρόβλημα της ανθεκτικότητας αντιμετωπίσιηκε με τη συχγορήγηση δύο ή τριών ομοειδών. Έτσι, μετά τη στρεπτομυκίνη, ανακαλύφθηκε το παραμινοσαλικυλικό οξύ (1949), η ισονιαζίδη (1952), η πυραζιναμίδη (1954), η κυκλοσερίνη (1955), η εθαμβουτόλη (1962), και η ριφαμπυκίνη (1963). Οι αμινογλυκοσίδες, όπως η καπρεομυκίνη, η βιομυκίνη, η καναμυκίνη, και η αμικασίνη και οι νεώτερες κινολόνες (π.χ., moxifloxacin, levofloxin, ofloxacin και ciprofloxacin), είναι δραστικές, αλλά συνήθως, χρησιμοποιούνται σε πολυανθεκτικές μορφές. Πρόσφατα, από την Global Alliance for TB Drug Developmen (: επαγρύπνιση για την ανάπτυξη νέων αντιφυματικών σκευασμάτων) μελετώνται νέα φάρμακα και συνδυασμοί τους, προκείμένου να μειωθεί ο χρόνος θεραπείας.|αντιφυματική θεραπεία |διαθέσιμα αντιφυματικά φάρμακα|