Λοβιακή (λοβώδης) πνευμονία

Επί λοβώδους πνευμονίας, ο παθογόνος μικροοργανισμός προκαλεί βλάβη στους τελικούς αεροχώρους και εξίδρωμα στις κυψελίδες. Το κυψελιδικό υφρό μολύνεται και διασεπίρεται σε όλο τον λοβό, μέσω των πόρων του Kohn και των διαύθλων της Lambert. Η προκαλούμενη πύκνωση που συνεπάγεται η διασπορά του μολυνθέντος κυψελιδικού εξιδρώματος, οριοθετείτι με τις μεσολόβιες σχισμές. Το αποτέλσμα είναι πύκνωση παρακείμενων πρωτογενών λοβιδίων, ολόκληρου τμήγματος ή λοβού. Επομένως, διαμορφώνεται η εικόνα του αεροβρογχογράμματος που αποτελεί χαρακτηριστικό εύρημα επί λοβώδους πνευμονίας, ομού με τη διατήρηση του ακτινολογικού όγκου του πάσχοντος τμήματος/λοβού. Το αεροβρογχόγραμμα είνα χαρακτηριστικό εύρημα νόσου των αεροχώρων. Η λοβώδης πνευμονία είναι η συνηθέστερη εικόνα της πνυεμονιοκοκκικής πνευμονίας, ή της πνευμονίας εκ κλεμπσιέλλας.
Ομότιμη, σαφώς αφοριζόμενη διήθηση, με λοβιακή κατανομή, συνήθως στους κάτω λοβούς. Διατηρείται ο ακτινολογικός όγκος και εμφανίζει αεροβρογχόγραμμα. Συνήθως οφείλεται σε στρεπτόκοκκο, κλεμπσιέλλα, φυματίωση, σταφυλόκκοκο και εμφανίζετια ως πύκνωση, η οποία κλινικά αναγνωρίζται με βρογχική αναπνοή, αιγοφωνία, αύξηση των δονήσεων στη ψηλάφηση και αμβλύτητα στην επίκρουση. Μπορεί να ακουστεί πλευριτική τριβή και να αναγνωριστεί κυάνωση |βρογχοπνευμονία|