Εκτίμηση της σπιρομετρήσεως, ως μεθόδου προσυμπτωματικού ελέγχου

Οι οδηγίες όλων των διεθνών επιστημονικών Οργανώσεων συνιστούν ότι κάθε διάγνωση ΧΑΠ πρέπει να τεκμηριώνεται από διενέργεια σπιρομετρήσεως (&). Η Χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια, γα παράδειγμα, χαρακτηρίζεται από φυσιολογικές διαταραχές, πουε ελέγχονται στο Εργαστήριο με σπιρομέτρηση (οι διαταραχές αερισμού) και του πνευμονικού παρεγχύματος-ανταλλαγής αερίων που ελέγχονται με μελέτη ΑΑΑΑ και μέτρηση DLCO, όπως και η μετρηση των πνευμονικών όγκων εν ηρεμία και κατά την άσκηση. Οι παραπάνω δείκτες χρησιμοποιούνται ως αντικειμενικές φυσιολογικές μετρήσεις, που εισφέρουν στη διάγνωση πνευμονοπαθειών, την εκτίμηση της βαρύτητά τους (&) και τη μελέτη των μηχανισμών, με τους οποίους εκδηλώνεται η νοσηρότητα. Επιπλέον, στην ΧΑΠ, ο FEV1 χρησιμοποιείται για την σταδιθοποίηση κατά βαρύτητα της παθήσεως -αν και η μέθοδος αυτή έχει αναγνωριστεί ως ανεπαρκής για τον θεραπευτικό προσανατολισμό (&). .
 

Η κύρια συνεισφορά της σπιρομετρήσεως μπορεί να είναι η ταυτοποίηση ατόμων με υπομείμενη αποφρακτικού ή περιοριστικού τύπου μείωση της ικανότητας αερισμού στους πνεύμονες, στους οποίους αναγκαιοί συστηματικότερος παρακλινικός έλεγχος για ακριβή διάγνωση της καταστάσεώς τους. 
Όμως, λόγω του τρόπου με τον οποίον αξιολογούνται τα αποτελέσματάτης, η σπιρομέτρηση, ως μέθοδος προσυμπτωματικού ελέγχου σε επίπεδο Α'βάθμιας φροντίδας υγείας, τείνει να υποεκτιμά την επίπτωση της ΧΑΠ στις νεαρότερες ηλικίες και να υπερεκτιμά την επίπτωση στις μεγαλύτερες. Πρέπει με ιδιαίτερη έμφαση να σημειωθεί ότι δεν είναι ευχερής η διάκριση της υποκείμενης αιτιολογίας μιας εκτροπής που μετρήθηκε με αντικειμενικά κριτήρια, όπως παραπάνω, ή εάν πρόκειται για τη συνλήθη διακύμανση της ίδιας της εξετάσεως, ή εάν είναι παθολογική έκφραση από τη λειτουργία της αναπνοής εξωπνευμονικών παθήσεων. Πρέπει να κατανοηθεί, αναφορικά με τις φυσιολογικές αποκλίσεις των δοκιμασιών ή της απαντητικότητάς τους, η τεχνική της επαναλήψεως των εξετάσεων μετά παρέλευση χρονικού διαστήματος.  .