Πνευμονικά διηθήματα με ηωσινοφιλία

==ηωσινοφιλικές πνευμονοπάθειες==

 Πνευμονοπάθειες που προσβάλλουν τους μεγάλους αεραγωγούς ή το παρέγχυμα (ή και τα δύο) που συνοδεύοντα ιείτε από ιστική ηωσινοφιλία, ή αύξηση των ηωσινοφίλων στο περιφερικό αίμα ή και τα δύο. 

  1. κλινική εκτίμηση:
    1. καλοήθης: σύνδρομο Loeffler
      1. παροδικά, εμβαλωματικά, διηθήματα που συνοδεύονται από ηωσινοφιλία στο αίμα
      2. από τις βιοψίες, επίσης, ηωσινόφιλα στα διηθήματα
      3. συνήθως με ιστορικό ατοπίας
      4. μπορεί να διατρέχει ασυμπτωματικά, ή να προκαλεί σοβαρά συμπτώματα, υψηλό πυρετό και δύσπνοια
      5. ακτινολογικώς
        1. εμφανίζεται ως ανάστροφο πνευμονικό οίδημα
        2. τα διηθήματα μπορεί να είναι μονήρη ή πολλαπλά
          1. συνήθως παροδικά. Η μείωση του μεγέθους του ενός διηθήματος, εντός 24ώρου και η εμφάνιση άλλου, είναι συνηγορητικό εύρημα Σ.L.
          2. τα διηθήματα είναι περιφερικά
    2. μέσης βαρύτητας: ηωσινοφιλική πνευμονία
      1. χρόνια ηωσινοφιλική πνευμονία
        1. ιδιαίτερα σπάνια νόσος. Α:Γ=1:2
        2. ιστορικό ατοπίας
        3. εμφανίζεται ως συρρέοντα διηθήματα
        4. υψηλά επίπεδα κυκλοφορούσης IgE
        5. ηωσινοφιλικά αποστήματα στους πνεύμονες
        6. ηωσινοφιλκία άιματος
        7. παθολογοανατομικά ταυτόσιμη με Σ.L.
        8. ακτινολογικώς ταυτόσημη με το Σ.L εκτός από τογεγονός ότι τα διηθήματα διαρκούν πολλε΄ς ημέρες ή εβδομάδες, εάν αφεθούν χωρίς θεραπεία με κορτικοειδή
        9. κλινικώς
          1. οι περισσότερες περιπτώσεις διατρέχουν ασυμπτωματικά ή με ήπια συμπτώματα
          2. μερικές εμφανίζουν  υψηλό πυρετό, κακουχία, απώλεια βάρους
          3. απαντούν σε διάστημα ημερών στα κορτικοειδή
      2. υπερηωσινοφιλικό Σύνδρομο
        1. συχνότερο στις ηλικίες 30-40 ετών
        2. επιμένουσα ηωσινοφιλία για 6 μήνες, χωρίς γνωστό αίτιο ηωσινοφιλίας
        3. παροδικά διηθήματα, συχνά διάμεση ίνωση
        4. ο θάνατος οφείλεται σε βαλβιδοπάθειες
        5. μπορεί να προηγείται οξείας λεμφογενούς λευχαιμίας
    3. ηωσινοφιλική πνευμονοπάθεια
      1. διάμεσο οίδημα, συνήθως οφειλόμενο σε νιτροφουραντοΐνη
      2. εμβακωματικές εικόνες κυψελιδικής πληρώσεως, πενικιλλίνη, σουλφοναμίδες, υδροχλωροθειαζίδη
      3. συχνότερα προέρχεται από λοίμωξη με ασκαρίδες
      4. αλλεργικές αντιδράσεις με εμβαλωματικά διηθήματα
      5. ηωσινοφιλία περιφερικού αίματος
    4. σοβαρή: αγγειΐτις εξ υπερευαισθησίας, οζώδης πολυαρτηρίτις
  2. αιτιολογία
    1. ιδιοπαθής
    2. συνδέεται με ειδική αιτιολογία
      1. προκαλούμενη από φάρμακα
        1. νιτροφοραντοΐνη
        2. πενικιλλίνη
        3. σουλφοναμίδες
      2. επαγόμες από παράσιτα
        1. ασκαριδίαση
        2. παραγονομίαση
        3. στρογγυλοειδίωση
        4. τροπική ηωσινοφιλία
      3. επαγόμενη από μύκητες
        1. κυψελιδική βρογχοπνευμονική ασπεργίλλωση
    3. συνδέεται με νοσήματα συνδετικού ιστού ή αγγειΐδα
      1. ρευματοειδής αρθρίτις
      2. κοκκιωμάτωση Wegener
      3. αλλεργική κοκκιωμάτωση
      4. οζώδης πολυαρτηρίτις
    4.