Συμπλήρωμα

import_contactsΠρωτεϊνικό σύμπλεγμα στο πλάσμα του αίματος, το οποίο αλληλεπιδρά διαδοχικά με σύμπλοκα αντιγόνου-αντισώματος. Ιστορικά, ο όρος χρησιμοποιήθηκε για τον εντοπισμό ενός συστατικού του ορού, το οποίο αδρανοποιούσε βακτήρια, εάν εκτίθεντο σε θερμοκρασία των 56ºC επί μισή ώρα. $

To σύστημα του συμπληρώματος είναι ένα από τα 4 μείζονα συστήματα που διαθέτει ο οργανισμός (τα άλλα 3 είναι: το σύστημα πήξεως, ιοδολύσεως και σύστημα κινίνης), που, απο κοινού ενεργοποιούνται σε κάθε περίπτωση βλάβης. Ειδικότερα, το συμπλήρωμα γεφυρώνει τις διαδικασίες της φλεγμονής με το ανοσοποιητικό σύστημα κι έτσι, εμξπλέκεται όχι μόνο στην αντίσταση του οργανισμού έναντι της λοιμώξεως, τόσο της σύμφυτης, όσο και της προσαρμοσμένης  (ανοσολογικής) άμυνας, αλλ΄επίσης και στους μηχανισμούς της ιστικής βλάβης και επουλώσεως. 

Το συμπλήρωμα ασκεί δυσμενείς επιδράσεις, επίσης, όπως επαγωγή της φλεγμονής και της ιστικής βλάβης και έναρξη των φαινομένων που εμπλέκονται στην αναφυλαξία.
Αποτελείται από πλέον των 20 πρωτεϊνών, που παράγονται από πληθώρα κυττάρων, όπως τα ηπατοκύτταρα, τα μακροφάγα και τα επιθηλιακά κύτταρα. Μερικές πρωτεΐνες του συμπληρώματος συνδέονται με ανοσοσφαιρίνες ή επιφανειακά συστατικά των κυττάρων, ενώ άλλες είναι προένζυμα, που, ενεργοποιούμενα, διασπούν άλλες πρωτεΐνες του συμπληρώματος. $Τα πρωτεϊνικά συγκρίμματα που προκύπτουν, ενεργοποιούν κύτταρα, αυξάνουν την αγγειακή διαπερατότητα ή προάγουν τον οψωνισμό βακτηρίων, αδρανοποιούν ιούς και μμικρόβια ρυθμίζουν τη χημοταξία, τη φαγοκύττωαη και την απελευθέρωση μεσολαβητών από τα λευκοκύτταρα, τη διαλυτότητα των ανσοσυμπλεγμάτων τη σύσποαση τν λείων μυϊκών ινών και την κυτταρική λύση.
Όπως και στην περίπτωση του συστήματος πήξεως, τα συστατικά των δύο προαναφερομένβων οιδών ενεργοοποιήσεως υφίστανται ελεγχόμενη, αλλά δυνητικά ενισχυόμενη αλληλουχία εξελίξεωμν που απολήγουν στην παραγωγή ενεργών συγκριμμάτων (βλέπε παραπάνω) πολλά από τα οποία είναι βιοδραστικά, και από τα οποία το σημαντικότερο είναι το C5a. Το C5a ενισχύει τη χημοταξία, ενεργοποίηση και συγκέντρωση των λευκοκυττάρων -διαικασία, που μπορεί να εμφανίζεται υπερβολική σε μερικές παθολογικές καταστάσεις, ώστε νμα προκαλούν κυτταρικές βλάβες, όπως, π.χ., η ενδοθηλιακή βλάβη επί ARDS.
Η ενεργοποίηση του συμπληρώματος εξελίσσεται  σε 4 οδούς:
η κλασική, που ενεργοποιείται μέσω αμοσοσυμπλεγμάτων που περιέχουν IgG ή IgM αντισώματα. Η ανεπάρκεια αυτής της οδού ενεργοποιήσεως προδιαθέτει στην νόσο των ανοσοσυμπλεγμάτων. 
η εναλλακτική, (ή οδός της προπερδίνης) ενεργοποιείται απ΄ευθείας από τα μικρόβια ή άλλα κύτταρα κι έτσι, ανεπάρκεια της εναλλακτικής οδού συνεπάγεται επιρρέπεια στις μικροβιακές λοιμώξεις.
η διαδρομή της λεκτίνης και, 
η λυτική
Οι δύο πρώτες, η κλασική και η εναλλακτική εμπλέκουν την ενεργοποίηση της κοβερτάσης C5, που απολήγει στην παραγωγή C5b, που είναι απαραίτητη για την πρόκληση βλάβης στην κυτταρική μεμβράνη της λυτικής οδού. βλεπε, επίσης: Συμπλήρωμα και οψωνισμός.
 ⚐ Όπως σε ανοσοαντιδράσεις, χυμικές και κυτταρικές, κια άλλες παθολογικές αντιδράσεις έναντι της ιστικής βλάβης, το συμπλήρωμα είναι 'δίκοπο μαχαίρι' το οποίο, ενώ δραστηριοποιείται για την αναχαίτιση λοιμώξεων, μπορεί να προκαλέσει βλάβη στον ξενιστή, επί διαφόρων καταστάσεων τοπικής ή γενικής ενεργοποιήεώς του.
Ανεπάρκεια συμπληρώματος. Μπορεί να είναι σύμφυτη ή επίκτητη.
-Η σύμφυτη (κληρονομική)  εν γένει, προδιαθέτει σε νόσο των ανοσοσυμπλεγμάτων, μέσω της κλασικής ενεργοποιήσεώς του, ή μικροβιακών λοοιμώξεων, μέσω της εναλλακτικής. Γενικά, περιγράφονται 15 διαφορετικές διαταραχές του συστήματος του συμπληρώματος, από τις οποίες οι 14 συνέχονται με παθολογικές καταστάσεις: Όπως C1-INH, που εμπλέκται στο σύμφυτο αγγειοοίδημα. Το C1, C2 και C4, που συνδυάζονται με αυτοάνοσα νοσήματα, ιδίως τον συστηματικό ερυθηματώδη λύκο. C3-παράγων D, που ελέγχει τις πρωτεΐνες Ι και Η, με μικροβιακές λοιμώξεις και, τέλος, η προπερδσίνη (C5-9)που σχετίζεται με την λοίμωξη από Neisseria.
-Η επίκτητη ανεπάρκεια του συμπληρώματος είναι δευτεροπαθής της υπερβολικής ενεργοποιήσεως. Η μορφή αυτή 'υποσυμπληρωματιναιμίας', συνοδεύεται από και, ενδεχομένως συσχετίζεται με, μερικές περιπτπώσεις ARDS, σηπτικού shock, κυτταρικής βλάβης από τα κυκλώματα εξωσωματικής κυκλοφορίας, αιμόλυση και αγγειΐτιδες. 
Η εργαστηριακή προσέγγιση της ανεπάρκειας του συμπληρώματος αφορά, κυρίως, το C3 και C4 και μέσω λειτορυγικών εξετάσεων το ολικό, αιμολυτικό συμπλήρωμα.