Ο πταρμός, όπως ο βήχας, είναι ένας πολύπλοκος αντανακλαστικός μηχανισμός, που χαρακτηρίζεται από μια ισχυρή εκπνευστική προσπάθεια, που ακολουθεί μια ή περισσότερες βαθειές εισπνοές. Παρά το γεγονός ότι συγκαταλέγεται μεταξύ των σημαντικοτέρων αμυντικών αντανακλαστικών του αναπνευστικού συστήματος έχει μελετηθεί ατελέστερα, συγκριτικά με το βήχα. Το αντανακλαστικό του πταρμού μπορεί εύκολα να προκληθεί είτε με εισπνοή ισχυρών ερεθιστικών ουσιών, όπως η ξυλόλη, το βενζόλιο, η φαινόλη, η πυριδίνη, ο αιθέρας, το χλωροφόρμιο, η φορμαλίνη, το οξεικό οξύ και το έλαιο μουστάρδας, ή κατόπιν ηλεκτρικού διερεθισμού του ηθμοειδούς μυός, ή με την εφαρμογή βερατρίνης στα ρουθούνια, ή, τέλος, με μηχανικό ερεθισμό του ρινικού βλεννογόνου. Η αθρόα υπερπαραγωγή ρινικών εκκρίσεων που παράγονται μετά την εισπνοή αλλεργιογόνων ή ερεθιστικών ουσιών, ενεργοποιεί τον παθογενετικό μηχανισμό του αντανακλαστικού, σε υπερευαίσθητους ασθενείς με "πυρετό εκ χόρτου". Θερμικοί διερεθισμοί των δερματικών νεύρων απολήγουν σε αύξηση των ρινικών εκκρίσεων, που, με τη σειρά τους, διεγείρουν τις νευρικές απολήξεις προς πρόκληση διαδοχικών "ομοβροντιών" σπασμωδικού πταρμού. Ο Γαληνός εγνώριζε την πρόκληση του αντανακλαστικού -ιδίως στα νήπια- με τη χρήση κυανού ή ιώδους, ισχυρού φωτός, που προκαλούσε μεταβολές του μεγέθους της κόρης. Στο Μεσαίωνα, στην εποχή της πανώλους, ο πταρμός εθεωρείτο ως το πρώτο σημείο της ανανήψεως από τη βαρειά νόσο, γι αυτό και αντιμετωπιζόταν με ανακούφιση και την "επευφημία: με την υγεία σου".