Η ανάπτυξη της επιστήμης της νευροφυσιολογίας απετέλεσε το υπόστρωμα της ψυχοφυσικής μελέτης της δύσπνοιας και το πρόβλημα της αντικειμενικής εκτιμήσεως της αντιλήψεως ενός αισθητικού ερεθίσματος έχει απασχολήσει εντατικά την πειραματική ψυχολογία. Ο Fechner υποστήριζε ότι μία σταθερή εκατοστιαία μεταβολή ενός ερεθίσματος συνεπάγεται μια αντίστοιχα σταθερή εκατοστιαία μεταβολή στην αισθητική αντίληψη του ερεθίσματος αυτού και πρότεινε ότι η σχέση μεταξύ του μεγέθους του ερεθίσματος και της εντάσεως της αντιλήψεως είναι γραμμική, της μορφής Y = k·Φ, όπου Υ, η ένταση της αισθητικής αντιλήψεως και Φ, το μέγεθος ερεθίσματος. Ο ψυχοφυσικός, δυναμικός νόμος του Fechner βασίζεται στη θεωρία του Weber, σύμφωνα με την οποία η ελάχιστη μεταβολή της εντάσεως ενός ερεθίσματος που απαιτείται για την επίτευξη μίας μόλις αντιληπτής μεταβολής της αισθήσεως, εξαρτάται από τη βασική ένταση του ερεθίσματος, είναι δηλαδή dΦ/Φ=k.
Η εφαρμογή των ψυχοφυσικών τεχνικών στη μελέτη της αντικειμενικής ποσοτικοποιήσεως της δύσπνοιας επιχειρήθηκε ήδη από το 1970, οπόταν διαπιστώθηκε ότι η αντίληψη της μεταβολής των χαρακτήρων της αναπνοής ποσοτικοποιείται με τον ίδιο τρόπο, όπως και κάθε άλλο ερέθισμα. Διαπιστώθηκε ότι ο ψυχοφυσικός νόμος του Fechner έχει απόλυτη εφαρμογή στην αντικειμενική εκτίμηση του αισθήματος της δύσπνοιας. Από κλινικής απόψεως, επομένως, η εκτίμηση της βαρύτητας της δύσπνοιας, επιχειρείται ή [α] με αναφορά στις καθημερινές δραστηριότητες του ατόμου και την ικανότητα του να αυτοεξυπηρετείται είτε [β] με διάφορες ψυχοφυσιολογικές τεχνικές, η βασική επιδίωξη των οποίων είναι η ποσοτική εκτίμηση της εντάσεως της δύσπνοιας σαν αποτέλεσμα προβολής σε προτυπωμένες βαθμίδες κοπώσεως (&). Για το σκοπό αυτό, χρησιμοποιούνται κλίμακες, στις οποίες ο ασθενής σημειώνει την επίταση της αισθήσεως της αναπνοής του, που είναι απότοκος της υποβολής του σε κόπωση διαβαθμισμένης βαρύτητας. Μεταξύ των τεχνικών αυτών συγκαταλέγονται μέθοδοι αναλογικής και κατηγορικής διαβαθμίσεως της δύσπνοιας. Παρόμοιες κλίμακες διαβάθμισης της έντασης της δύσπνοιας, απαραίτητες για την συγκρισιμότητα της έντασης του συμπτώματος μεταξύ των ασθενών, είναι η κλίμακα Borg (&), mMrc (&) και άλλες.
Η κλίμακα Likert είναι ψυχομετρική κλίμακα που χρησιμοποιείται -ευρέως- για την τεκμηρίωση των ερωτηματολογίων, στις μελέτες παρατηρήσεως. Συχνά χρησιμοποιούνται εναλλακτικοί όροι, όπως Lichert-type scale, ή βαθμιδωτές κλίμακαες (rating scle), ακόμη και εάν οι όροιθ αυτοί δεν είναι απόλυτα συνώνυμοι. Εισήχθη από τον ψυχολόγο Rensis Likert. O Likert διέκρινε μεταξύ μιας κατάλληλας διαμορφωμένης κλίμακας που αναδύεται από τη μελέτη συλλογής απαντήσεων προς δημιουργία ενός συμνόλου ερωτήσεων, συνήθως 7-8 και διατασσόμενες με τρόπο, ώστε να διαβαθμίζονται πάνω σε ένα εύρος πιθανών απαντήσεων. Η διαφορά μεταξύ του υπό μελέτη φαινομένου και της μετρικής του αποδόσεως, σχετίζεται με τη διάκριση του Lekert ανάμεσα στο φαινόμενο και τη μετρικήα απεικόνισή του, που παριστά το βαθμό διαφωνίας//συμφωνίας του εξεταζομμένου, ως προς την έντασή του, την ποιότητά του κλπ.