Βρογχική κυκλοφορία

Η βρογχική κυκλοφορία είναι η συστηματική αγγειακή άρδευση στους πνεύμονες και παρέχει αίμα στους αμιγείς αεραγωγούς, μέχρι τα τελικά βρογχιόλια, όπως, επίσης, στα νεύρα, στους λεμφαδένες, το σπαλγχνικό υπεζωκότα, και τα τοιχώματα των μεγάλων αγγείων. Στα τοιχώματα των μεγάλων αεραγωγών, η κυκλοφορία συντίθεται από παράλληλα αγγειακά πλέγματα, παρακείμενα των μυϊκών ινών. Η πυκνότητα του αγγειακού δικτύου στους βρόγχους προδικάζει το ρόλο τους στην κάθαρση των αεραγωγών από σωματίδια που προωθήθηκαν μέχρι το βλεννογόνο των βρόγχων. Όπως συμβαίνει και με άλλα αγγειακά πρέμνα, συγκεντρώνονται κύτταρα της φλεγμονής από τα μετατριοχοειδικά φλεβίδια. Οι πρωτεΐνες της φλεγμονής είναι αγγειοδιασταλτικές στη μεγαλύτερη αναλογία τους. Το μεγαλύτερο μέρος της αγγειοδιασταλτικής δράσεως μεσολαβείται, τουλάχιστον εν μέρει, από οξείδια του αζώτου από τα ενδοθηλιακά κύτταρα. Οι πρωτεΐνες της φλεγμονής διαδραματίζουν κεντρικό ρόλο στην απώλεια του βρογχικού ενδοθηλιακού τείχους, που απολήγει σε οίδημα του βλεννογόνου, όπως φαίνεται στις περιπτώσεις άσθματος και αλλεργίας. Η πλέον εξέχουσα ικανότητα της βρογχικής κυκλοφορίας είναι η ικανότητα πολλαπλασιασμού. Αντίθετα με τα πνευμονικά αγγεία, η βρογχική κυκλοφορία ασκεί προαγγειογενείς δράσεις στο άσθμα, στη χρόνια θρομβοεμβολική νόσο, στη  διάμεση πνευμονική ίνωση, την κυστική ίνωση και σε άλλες φλεγμονώδεις καταστάσεις.Αν και η οικοδόμηση νέων βρογχικών αγγείων στο ισχαιμικό πνευμονικό παρέγχυμα μπορεί να αποδειχθεί ωφέλιμο, η αιμόπτυση που οφείλεται σε ρήξη ανώμαλων βρογχικών αγγείων μπορεί να είναι απειλητική για τη ζωή.

βρογχική κυκλοφορία. Οι βρογχικές αρτηρίες εξορμώνται απ΄ευθείας από την αορτή ή από τις μεσοπλεύριες αρτηρίες και τροφοδοτούν το τοίχωμα της τραχείας, των βρόγχων και τα μεγάλα πνευμονικά αγγεία, τα νεύρα, το διάμεσο χώρο και τον υπεζωκότα.Παρατηρούνται εκτεταμένες αναστομώσεις μεταξύ των μικρότερων, ιδίως, απ΄αυτά (της συστηματικής κυκλοφορίας) αγγείων με τα προτριχοειδικά και μετατριχοειδικά πλέγματα της πνευμονικής κυκλοφορίας. Οι βρογχικές φλέβες από τους μεγαλύτερους αεραγωγούς και τις περιοχές της πύλης, εκβάλλουν μέσω συστηματικών φλεβών, ιδίως την άζυγο, στον δεξιό κόλπο. Εν τούτοις, η βρογχική ροή στις ενδοπνευμονικές δομές συνδέεται με τις πνευμονική κυκλοφορία και παροχετεύεται μέσω των πνευμονικών φλεβών στον αριστερό κόλπο. Η μικρή, αυτή συμβολή αποκορεσμένου αίματος εισφέρει στη διαμόρφωση της ανατομικής διαφυγής (2-5%) που μπορεί να αυξηθεί επί υποερτροφίας των βρογχικών αγγείων και να προωθήσεις φλεγμονώδεις και νεοπλασματικές βλάβες. Η βρογχική κυκλοφορία διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στη ρύθμιση της θερμοκρασίας και της εφυγράνσεως των αεραγωγών και παρέχει το υγρό που απαιτείται για τις εκκρίσεις μέσω του βρογχικού βλεννογόνου.



Λεμφική κυκλοφορία. Πνευμονικά λεμφαγγεία δεν απαντώνται στα κυψελιδικά τοιχώματα, αλλά εκπηγάζουν από το διάμεσο χώρο, στο επίπεδο των αναπνευστικών βρογχιολίων, και στην υπεζωκοτική επιφάνεια, ακολουθώντας, κατόπιν, το βρογχαγγειακό έλυτρο, προς την πύλη. Η λέμφος ρέει προς τον δεξιό λεμφικό πόρο, και τον θωρακικό πόρο, στα δεξιές και αριστερές βραχιοκεφαλικές φλέβες. Η συνολική ροή της λέμφου, υπό φυσιολογικές συνθήκες είναι πολύ αργή (<0.5 ml/min σε πειραματικές διατάξεις), αλλάμπορεί να γίνει πρόξενος και να ενισχύσει σημαντικά το πνευμονικό οίδημα. Τα λεμφαγγεία φέρουν βαλβίδες ώστε αποτρέπεται η οπισθοδρόμηση και μπορούν να αναπτύξουν ικανή πίεση προς διατήρηση της ροής όταν η συστηματικιή φλεβική πίεση καταστεί υψηλή (π.χ., 20 cmH2O).