⧉ Ως παράδοξος σφυγμός νοείται η μείωση της αρτηριακής πιέσεως κατά ~10 mmHg, ως αποτε΄λεσμα αντεπιδράσεων μεταξύ των μεταβολών της ενδοθωρακικής, ενδοκοιλιακής, κυψελιδικής και ενδοτοιχωματικής πιέσεως των πνευμονικών φλεβών και περικυψελιδικού τριχοειδικού δικτύου με τις παροδικές μεταβολές, κατά τα στάδια του αναπνευστικού κύκλου των ενδοκολπικών κλαι ενδοκοιλιακών πιέσεων της καρδιάς και τη διαμόρφωση των αντίστοιχων προ- και μεtαφορτίων.$
⛯ Ο απλούστερος ορισμός του παράδοξου σφιγμού είναι η ενίσχυση της φυσιολογικής μειώσεως της αρτηριακής πιέσεως κατά τη διάρκεια της ειπσνοής. Ενώ δεν φαίνεται ότι έχει επιτευχθεί συμφωνία, αναφορικά με τον παθογενετικό μηχανισμό επί παράδοξου σφυγμού, στις επικρατέστερες θεωρίες περιλαμβάνονται: [α] περιορισμένη μεταφορά της αρνητικής ενδοθωρακικής πιέσεως στις ενδοπερικαρδιακές δομές, συγκριτικά με τις εξωπερικαρδιακές φλέβες, που νσυνεπάγεται απώλεια της κλίσεως πιέσεως που αναγκαιοί για την καρδιακή πλήρωση (; διαταραχή της μεταφοράς της πιέσεω). Αυτό έχει ως συνέπεια τη λίμναση αίματος στους πνεύμονες, κατά τη δια΄ρκεια της εισπνοής, ως αποτέλεσμα αυηξημένης ενδοτικότηας των πνευμονικών φλεβών, οδηγώντας σε μείωση της πληρώσεως της αριστερής κοιλίας (: λίμναση αίματος στις πνευμονικές φλέβες), λόγω αυξημένης στην εισπνευστική πλήρωση της δεξιάς κοιλίας, σε περιπτώσεις συμφυτικής περικαρδίτιδας (: κοιλιακή διαστολική ανεξαρτησία), δυσκολία της καρδιακής πληρώσεως λόγω εισπνευστικής παραμορφώσεως του περικαρδίου (: περικαρδική συμβολή, αυξημένη διακύμανση της φλεβικής επιστροφής, επί καρδιακού επιπωματισμού (: διακυμάνσεις της συστηματικής φλεβικής επιστροφής) κια αποπλάτυνση του μεσοκοιλιακού διαφράγματος, που συνεπάγεται διαταραχές στη λειτουργάι της αριστερής κοιλίας (lancet 200, 359:1940-42). . ,
Ιδαίτερα σημαντική μείωση της συστολικής αρτηριακής πίέσεως (ΒΡ>10 mmHg) παρατηρείται κατά την εισπνοή, επί συμπιέσεως της αριστερής κοιλίας, ως επί επιπωματισμού, συμφυτικής περικαρδίτιδας, ή σοβαρού άσθματος, επειδή εμποδίζεται η φλεβική επιστροφή. Το φαινόμενο περιγράφηκε αρχικά από τον Adolph Kussmul (1873) στην πραγματεία του "constrictive pericarditis and paradoxical pulse" -μια μελέτη ιστορική σημασίας επειδή εμπεριέχει δύο σημαντικά φυσικά σημεία περικαρδίτιδας: τον παράδοξο σφυγμό και το σημείο Kussmaul. Παρ΄όλο ότι ο Kussmaul περιέγραψε τον παράδοξο σφυγμό σε περιπτώσεις συμφυτικής περικαρδίτιδας, αναγνωρίζεται συνηθέστερα σε περιπτώσεις καρδιακού επιπωματισμού. Ο παράδοξος σφυγμός αναγνωρίζεται, επίσης, σε καταστάσεις όπου επιτεόινονται οι αυξομειώσεις της υπεζωκοτικής πιέσεως ή διατείνεται η δεξιά κοιλία, όπως επί πνευμονικής υπερτάσεως, σοβαρού άσθματος, όπως αρχικά περιεγράφη από τον J. Floyer ή και παρόξυνση χρόνιας αποφρακτικής πνευμονοπάθειας. Δυσλειτουργία της αριστερής κοιλίας συναντάται συχνά σε ασθενείς με δυσχέρια αναπνοής, άσθμα και ΧΑΠ (&). Ο μηχανισμός δράσεως προσομοιάζει με τις μεταβολές στην ενδοθωρακική πίεση και τη λειτουργία της αριστερής κοιλίας που καταγράφονται στους χειρισμούς Valsalva και Müller. Η αρνητική ενδποθωρακική πίεση επηρεάζει σημαντικά την αριστερή κοιλία αυξάνοντας τη διατοιχωματική πίεση της αριστερής κοιλίας κ, έτσι, το μεταφορτίο της.
Η αρνητική ενδοθωρακική πίεση, κατά την εσιπνοή, μπορεί, επίσης, να ενισχύσει, την πίεση που περιβάλλει την δεξιά κοιλία, δηλαδή η ενδοθωρακική πίεση,, η οποία, ως γνωστό, μειώνεται χαμηλότερα της ατμοσφαιρικής, ενώ η πίεση των αγγείων που περιβάλλουν τις κυψελίδες αυξάνεται, επειδή αυξάνεται η τελοεισπνευστική κυψελιδική πίεση. Επομένως, η δεξιά κοιλία που πρέπει να εξωθήσει αίμα στα κυψελιδικά, τριχοειδικά πρέμνα, πρέπει να αντιτάξει υψηλότερη (διατοιχωματική) πίεση, προκειμένου να φτάσει αίμα στην τριχοειδική κυψελιδική κοίτη, καθλως η δεξιά κοιλία αντμετωπίζει αντιστάσεις στην επιτέλεση της φυσιολογικής λειτουργίας της. Στην πραγματικότητα, το φαινόμενο αυτό είναι εντελώς παροδικό, επειδή την ίδια στιγμή, η αυξημένη οδηγούσα πίεση κυψελιδικών αγγείων και αριστερού κόλπου, ο οποίος περιβάλλεται από αρνητική πίεση κι έτσι, διευκολύνεται η διάτασή του, ασκεί εισροφητική πίεση, που εξισορροπεί τη στιγμιαία μείωση της εξωθητικής από την δεξιά κοιλία, με αποτέλεσμα μείωση του όγκου και πιέσεως του περικυψελιδικού αίθματος, μέχρις ότοιυ οιμπιέσεις αποκατασταθούν ( - title=How changes in pleural and alveolar pressure cause changes in afterload and preload. [publication_year=1989·pp 243-250. &, &, &, ) .
Κατά την εισπνοή, λόγω των διακυμάνσεων της ενδοθωρακικής πιέσεως προκαλείται μείωση της πιέσεως στο δεξιό κόλπο, συγκριτικά με την ατμοσφαιρική. Από την πίεση στο δεξιό κόλπο εξαρτάται η φλεβική επιστροφή, με αποτέλεσμα αύξηση της κλίσεως πιέσεως που καθοδηγεί την φλεβική επιστορφή (: μέση συστηματική πίεση-πίεση στον δεξιό κόλπο), οπότε αυξάνεται η φλεβική ροή, προς τον δεξιό κόλπο (&, &). Σύμφωνα με τη σχέση Frank–Starling (όγκος εξωθήσεως/προφορτίο αρ. κοιλίας) αύξση του προφορτίου σχετίζεται με αύξηση του όγκου παλμού - μια σχέση γνωστή και ως συνθήκη εξαρτώμενη από το προφορτίο. Με αναφορά στη σχέση αυτή, μπορεί να εξηγηθεί η αύξηση του όγκου εξωθήσεωςς της δεξιάς κοιλίας και της ροής ροής στην πνευμονική αρτηρία (&), που συμβαίνει κατά την εισπνοή σε φυσιολογικές καταστάσεις. Πρέπει να σημειωθεί ότι η αύξηση της φλεβικής επιστροφής δεν είναι απεριόριστη. Εάν η πίεση στο δεξιό κόλπο μειωθεόι σε επίπεδο, χαμηλότερο της ατμοσφαιρικής πιέσεως οι συστηματικές φλέβες συγκλείονται, κατά την είσοδό τους στον θώρακα, οριοθετώντας, έτσι, την αιματική ροή (&). Πρέπει να σημειωθεί ότι σε περιπτώεις με αύξηση δεξιάς κοιλιακής διατάσεως ή δυσλειτουργίας η δεξιά κοιλία λειτουργεί στο επίπεδο τμήμα της της καμπύλης Frank-Starling, έτσι, ώστε η αύξηση του προφορτίου της δεξιάς κοιλίας δεν προκαλεί αύξηση της |εξαρτώμενης από το προφορτίο συνθήκης|