χυμική ανοσία. Οι αναπνευστικές παθήσεις συνδέονται τόσο με πρωτοπαθείς, ΠΑΑ, όσο και δευτεροπαθείς ανοσοανεπάρκειες, ΔΑΑ. Η συχνότερη ΠΑΑ είναι η κοινή, κυμαινόμενη ανοσοανεπάρκεια (: common variable immune deficiency (CVID), που ορίζεται, γενικά, ως διαταρχή της παραγωγής αντισωμάτων. Στις υπόλοιπες, συγκαταλέγονται οι ανεπάρκειες ειδικών ανοσοσαιρινών. Μεταξύ ασθενών με CVID, ποσοστό 36-38% έχουν χρόνια παραρινοκολπίτιδα, πέραν των επεισοδίων βρογχίτιδας και πνευμονίας. 21.8% και 19% από τους 300 και 74 ασθενείς, δύο μελετών, αντίστοιχα, με επιμένουσα χρόνια παραρινοκολπίτιδα, είχαν χυμική ανοσοανεπάρκεια. Μεγάλη αναλόγία εξ αυτών (31%) είχαν ανεπάρκεια της υποκλάσεως IgG και 26% εξ αυτών είχαν χαμηλές συγκεντρώσεις IgG3. Εν τούτοις, η σημασία των ευρημάτων αυτών είναι ασαφής, δεδομένου ότι μεγάλη αναλογία του γενικού πληθυσμού, επίσης, έχουν ανεπάρκεια των υποτάξεων της IgG. Επιπλέον, θεραπείες υποκαταστάσεως με IgG, σπάνια αποβαίνουν ωφέλιμες στους ασθενείς με χρόνια παραρινοκολπίτιδα.
Το σύνδρομο της χυμικής ανεπάρκειας αντισωμάτων σε ειδκούς πολυσακχαρίτες, αφορά μια διακριτή ομάδα ασθενών με ΠΑΑ που χαρακτηρίζεται από πτωχή ορλογική απόκριση σε ερεθίσματα με αντιγόνα πολυσακχαριτών, παρά το ότι έχουν φυσιολογικές συγκεντρώσεις ανοσοσφαιρινών. Οι ασθενείς με δευτεροπαθείς ανοσοανεπάρκειες εμφανίζονται με επανειλημμένα επεισόδια λοιμώξεων των ανώτερων αναπνεσυτικών οδών, ενώ φαίνονται να υφίστανται αυξημένο κίνδυνο αναπτύξεως αλλεργικής ρινίτιδας. Επίσης, 11.6% των ασθενών με χρόνια απραρινοκολπίτιδα, που χρειάζονται χειρουργική επέμβαση, διαγνώστηκαν ότι έχουν δευρεροπαθή ανοσοανεπάρκεια.
κυτταρική ανοσία. Εντοπισμένες μορφές κυτταρικής ανοσίας -υπερευαισθησίας τύπου IV, όπως εκείνες με λειτουργική ανεπάρκεια των Τ-λεμφοκυττάρων (&), ελλείμματα κυτοκινών, συχνά συνδέονται με σοβαρές λοιμώξεις από άτυπα μυκοβακτηρίδια και μύκητες των ανώτερων αναπνευστικών οδών. Στις δευτεροπαθείς ανεπάρκειες που προκαλεί ο HIV, ή η χημειοθεραπεία και επίσης η εμφανιζόμενη στους μεταμοσχευθέντες, τα νοσήματα των ανώτερων αναπνευσιτκών οδών είναι, επίσης, συχνά. Στην πλειονότητα των οροθετικών ασθενών (80% και 54%) αναγνωρίζεται ρινίτιδα και παραρινοκολπίτιδα, αντίστοιχα, ενώ οι πάσχοντες από δευτερογενή ανοσοανεπάρκεια τελούν υπό υψηλό κίνδυνο να προσβληθούν από δυσίατη ρινοκολπίτιδα, με ανθεκτικά ή μη συνήθεις κόκκους και μύκητες.
|