καρδιακές παθήσεις και αναπνευστική λειτουργία

Οι καρδιαγγειακές παθήσεις ως παράγων ταχείας μείωσης της πνευμονικής λειτουργίας

 

➀ Στην καθημερινή κλινική πράξη, προβλήματα υγείας από την καρδιά ή τους πνεύμονες συνήθως μελετώνται χωριστά, από αντίστοιχους ειδικούς, σε βαθμό, που συχνά καταλήγουν ο ένας να αγνοεί την διάγνωση του άλλου.

Οι καρδιαγγειακές παθήσεις, ιδίως η καρδιακή ανεπάρκεια, αποτελούν κρίσιμο παράγοντα κινδύνου ταχείας μείωσης της πνευμονικής λειτουργίας. Δεδομένα από την μελέτη ARIC  (Atherosclerosis Risk in Communities) επαναδιαπιστώνουν παλαιότερα ευρήματα απειλής της πνευμονικής λειτουργίας από παθήσεις του καρδιαγγειακού συστήματος. Ο προσεκτικός κλινικός δεν ‘ερμηνεύει’ κάθε απότομη μείωση του FEV1 ως ‘παρόξυνση ΧΑΠ’, επειδή από τη διαφορική διάγνωση δεν μπορεί να μην ελεγχθεί η πιθανότητα της, ακόμη αφανούς καρδιακής ανεπάρκειας. Τα δεδομένα που πράγματι έδειξε η προηγούμενα αναφερόμενη μεγάλη δημογραφική μελέτη παρατήρησης, αλλά και η καθημερινή κλινική εμπειρία επιβεβαιώνει, είναι ότι άτομα με αιφνίδια μείωση δεικτών αναπνοής τελούν υπό σημαντικά αυξημένο κίνδυνο καρδιακής ανεπάρκειας, και ότι η έκπτωση της πνευμονικής λειτουργίας σχεδόν διπλασιάζεται επί συνυπάρχουσας καρδιακής ανεπάρκειας και αντίστροφα. Ο FEV1 και η FVC υφίστανται ετήσια μείωση με την ηλικία, ή ως αποτέλεσμα γενετικών ή περιβαλλοντικών παραγόντων, η συνεπίδραση των οποίων υπεισέρχεται στη διαμόρφωση του ρυθμό μειώσεως των τιμών τους. Η ταχεία μείωση, πέραν της προβλεπόμενης από τη συνεπίδραση των παραγόντων αυτών παρατηρείται επί ΧΑΠ, και ο ρυθμός μειώσεως συνδέεται με τη θνητότητα από καρδιαγγειακές παθήσεις, αν και δεν είναι ευρέως  γνωστό, ο τρόπος με τον οποίο η ταχεία μείωση της πνευμονικής λειτουργίας συνδέεται με τις καρδιαγγειακές παθήσεις.

➁ Η πρώιμη ή βαθμιαία εγκαθιστάμενη καρδιακή ανεπάρκεια μπορεί να προκαλέσει ταχεία μείωση των σπιρομετρικών τιμών και γνωρίζουμε ότι η καμπύλη V̇/V υφίσταται μετρικές και μορφολογικές αλλλοιώσεις από την παρουσία καρδιαγγειακών προβλημάτων (μικτού τύπου μείωση της ικανότητας αερισμού). Η ταχεία μείωση της πνευμονικής λειτουργίας μπορεί να ‘δείξει’ μια ύπουλα ή πρώιμα αναπτυσσόμενη καρδιαγγειακή πάθηση. Έτσι, μια απότομη μείωση του FEV1 δεν σημαίνει αποκλειστικά μια αμιγή έκπτωση της αναπνευστικής λειτουργίας και, αντίθετα, μπορεί να αγγέλει αυξημένο κίνδυνο καρδιακής ανεπάρκειας, ΑΕΕ, στεφανιαία ανεπάρκεια ή και θάνατο μεταξύ μεσηλίκων. Στην μελέτη ARIC σταθμίστηκε ως ταχεία μείωση της πνευμονικής λειτουργίας  ως το μεγαλύτερο εκατοστημόριο (quartile) της μειώσεως του FEV1 ((>1.9% decline per year) ή της FVC (>2.1% decline per year) επί διάστημα μεγαλύτερο των 2.9 ± 0.2 ετών.

➂ Από τη μελέτη ARIC προέκυψε ότι η αιφνίδια μείωση της πνευμονικής λειτουργίας αγγέλει την έλευση καρδιαγγειακής πάθησης, από τον πρώτο χρόνο της εισβολής της.

 η διαστολική και συστολική  καρδιακή ανεπάρκεια αυξάνεται επί ασθενών με ΧΑΠ και υπενθυμίζεται ότι η καρδιακή ανεπάρκεια είναι ανεξάρτητος παράγων κινδύνου θανάτου από οποιαδήποτε αιτία.Η καρδιακή ανεπάρκεια μπορεί να διατρέξει απαρατήρητη σε ασθενείς με σταθεροποιημένη ΧΑΠ ή μπορεί να μιμηθεί ή να συντρέξει ταυτόχρονα  παρόξυνση ΧΑΠ (&). Στις περιπτώσεις αυτές πρέπει να διενεργείται ΝΤproBNP και υπερηχοκαρδιογράφημα (&,&).