1 Γενικά
1.1 Οι τρέχουσες πληροφορίες για την εφαρμογή χειρουργικών επεμβάσεων μειώσεως πνευμονικού όγκου σε περιπτώσεις πνευμονικού εκτεταμένου εμφυσήματος, φαίνονται επαρκείς για την υποστήριξη της μεθόδου, σε οργανωμένα κέντρα.
1.2 Οι κλινικοί πρέπει να είναι σίγουροι, προτρέποντας τους ασθενείς τους για παρόμοιες επεμβάσεις, ότι είναι απόλυτα ενημερωμένοι, αναφορικά με τους κινδύνους της επεμεβάσεως και το ενδεχόμενο επιδεινώσεως μακροπρόθεσμα.
1.3 Η επιλογή του ασθενούς είναι ουδιώδες ιατρικό έργο επειδή η θνητότητα εμφανίζεται αυξημένη, σε εκείνους με τις μεγαλύτερες αποκλίσεις της αναπνευσιτκής τους λειτουργίας. Κάθε κέντρο έχει προτυπώσει κλινικές οφξγίες για τη χρόνια αποφφρακτική πνευμονοπάθεια.
1.4 Η επέμβση πρέπει να αναληφθεί από ιατρική ομάδα, στην οποία περιλαμβάνονται Πνευμονολόγος, φυσιοθεραπευτής και Θωρακοχειρουργός.
2 Διενέργεια
2.1 Το πνευμονικό εμφύσημα είναι μια χρόνια αποφρακτική πμνευμονοπάθεια, κατά την οποία τα τοιχώματα των αεροχώρων έχουν εξασθενίσιε και σε άλλοτε άλλο βαθμό αποδομηθεί, καταλοίπωντας ευρύτερους αεροχώρους που ονομάζονται φυσσαλίδες (bullae), οι οποίες παραμένουν πλήρεις αέρος, ακόμη και όταν ο ασθενής ευρίσκεται σε φάση εκπνοής. Έτσι, η επιφάνεια των κυψελίδων μειώνεται και καταλείπεται μικρότερη επιφάνεια ανταλλαγής αερίων, με αποτέλεσμα μείωση της PaΟ2 στο περιφερικό, αρτηριακό αίμα. Από τα σημαντικότερα συμπτώματα του πνευμονικού εμφυσήματος είναι η δύσπνοια, ο βήχας, και η απώλεια βάρους.
2.2 Το πνευμονικό εμφύσημα, συνήθως συνυπάρχει με τη χρονία βρογχίτιδα. Από κοινού, οι δύο παθολογικές εκτροπές καλούνται Χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια, ΧΑΠ. Κάθε ασθενεής έχει το δικό του φαινότυπο, με άλλοτε άλλο βαθμό πνευμπονικού εμφυσήματος ή χρονίας βρογχίτιδας.
2.3 Η θεραπεία της ΧΑΠ, είναι πολυσχιδής προσέγγιση, στην οποία περιλαμβάνεται, εκπαίδευση, άσκηση, εκμάνιθηση μεθόδου αναπνοής , διακοπή καπνίσματος, από του στόματος και εισπνεόμενα φάρμακα, οξυγονοθεραπεία, αόμη και η μεταμόσχευση πνεύμονος. Οι τεχνικές μειώσεως του πνευμονικού όγκου είναι ωφέλιμες για ασθενείς με σοβαρά συμπτώματα, τα οποία δεν αίρονται με συντηρητική θεραπεία.
3 Περιγραφή
3.1 Σκοπός της επεμβάσεως είναι η μείωση του όγκου του πνεύμονος. Η επέμβαση μειώσεως πνευμονικού όγκου είναι μια παρηγορητική επέμβαση, που αποσκοπεί να αποσύρει το μη λειτουργικό μέρος του πνεύμονος. Γοια την εκτίμησή του διενερεγούνται αξονική τομογραφία και σπινθηρογράφημα αιματώσεως, Η παθολογική μοίρα του πάσχοντος πνεύμονος μπορεί να προσεγγισθεί με διάφορες τεχνικές, όπως η μέση στερνοτομή, η VATS, και η θωρακοτομή. Οι πρώτες δύο είναι οι συχνότερες.
3.2Στη βρετανική Κλινική δοκιμή για τη θεραπεία του πνευμονικού εμφυσήματος (National Emphysema Treatment Trial,) διαπιστώνουν ότι μετά τις επμεβάσεις μειώσεως του πνευμονικού όγκου βελτίωση της αναπνευστικής λειτουργίας, της ανοχής στην άσκηση, και της ποιότητας ζωής. Στη μελέτη αυτή εντάχθηκαν 1218 ασθενείς, ε3κ των οποίων οι 580 υποβλήθηκαν σε επέμβαση μειώσεως πνευμονικού όγκου. Εντός του επόμενου 24μήνοιυ, βελτίωση στην ανοχή στην άσκηση σημειώθηκε στο 15% (54/371), συγκριτικά με το 3% των ασθενών (10/378) με συντηριτική θεραπεία (p<0.001). Η ποιότητα ζζωής βελτιώθηκε επίσης στη χειρουργική ομάδα, συγκριτικά με την ομάδα πό συντηρητική αγωγή . Αλλά από την κλινική αυτή μελέτη δεν προέκυψε βελτίωση στο προσδόκιμο επιβιώσεως ((0.11 θάνατοι ανά άτομο-χρόνο risk ratio 1.01, p = 0.90). Πιστεύεται ότι οι επεμβάσεις αυτές αποδίδουν ωφελήματα σε πολύ προσεκτικά επιλεγμένους ασθενείς, αλλά το όφελος υπσοτρέφεται με το χρόνο.
4 Ασφάλεια
4.1 Στις επιπλοκές συμπεριλαμβάνονται εκείνες που οφείλονται σε
προϋπάρχουσες συνοσηρότητες, και σε εκείνες που οφείλπονται στους χειρουργικούς χειρισμούς. Η συχνότερη επιπλοκή είναι η επιμένουσα διαρροή αέρος. Σε μια μελέτη στην οποία συμπεριελήφθησαν 250 ασθενείς, η επίπλοκή της επίμονης διαρροής αέρος παρατηρήθηκε σε ποσοστό 45%, που διάρκησε περισσότερο από 7 ημέρες, με αποτέλεσμα στους 8 (3%) να απαιτηθεί εκ νέου επέμβαση. Στις άλλες επιπλοκές αναφέρονται πνευμονία, 10%, ενδονοσοκομειακή θνητότητα, 5%, έμφραγμα μυοκαρδίου, 2%, εν τω βάθε φλεβοθρόμβωση, 2%, απόφραξη του λεπτού εντέρου, 2% και τραυματισμός του φρενικού νεύρου, <1%.
4.2 Σημειώνεται ότι οι ενδοβρογχικές τεχνικές χρησιμοποιούνται με ολοένα μεγαλύτερη συχνότητα.