Παρ΄όλο ότι τα κλινικά και επιδημιολογικά δεδομένα που αφορούν στο κάπνισμα έχουν εμπεριστατωμένα μελετηθεί, το οικονομικό και κοινωνικό (πρώιμη απώλεια προσφιλών προσώπων, απώλεια παραγωγικών ημερών) κόστος της εκ του καπνίοσματος απώλειας υγείας ή/και ζωής στον ασθενή, την οικογένειά του και το Σύστημα Υγείας δεν έχει, πρακτικά, αξιολογηθεί. Το ιατρικό κόστος για την αντιμετώπιση των εκ του καπνίσματος παθολογικών εκτροπών έχει υπολογιστεί στις ΗΠΑ στο επίπεδο των 6 δισ./έτος, στην Ολανδία 7.7 δισ$ για τους άνδρες και 9.47 δισ$, για τις γυναίκες, στην Γερμανία 5.4 δισ. €, (το 73% του συνόλου) για τη ΧΑΠ, 2.59 δισ € για τον πνευμονικό καρκίνο, στην Βρετανία 2.3 δισ €, ενώ στην ίδια χώρα, το κόστος του πρώιμου θανάτου από παθήσεις σχετιζόμενες με το κπάπνισμα έχει υπολογιστεί 130 δισ €, ενώ ο πνευμονικός καρκίνος αποσπά το 5.7% του συνολικού κόστους για παθήσεις συνδεόμενες με το κάπνισμα. Το 90% του συνόλου κόστους επιβαρ΄θυνει το δημόσιο, μάλλον, παρά τον ιδιωτικό τομέα (►, ►, ►, ►). Στις ΗΠΑ (και ασφαλώς σε όλο τον κόσμο) το καπνισμα είναι η κυριότερη αναχαιτιζόμενη αιτία πρωιμων θανάτων και, εκτιμάται ότι ευθύνεται για 419000 θανάτους, του 1/3 όλων των θανάτων σε παραγωγική ηλικία (►). Το κάπνισμα είναι ψυχολογικά και φυσιολογικά εξαρτησιογόνο και κρίσιμος παράγοντας κινδύνου για καρδιαγγειακές παθήσεις, ιδιαίτερα, ισχαιμία του μυοκαρδίου, ΑΕΕ, πνευμονικό καρκίνο, Χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια -χρονία βρογχίτις κι εμφύσημα-, ενώ αυξάνει τον κίνδυμο δραστικά για περιφερικές αγγειοπάθειες, και καρκίνο του λάρυγγος, του στόματος, του οισοφάγου, του παγκρέατος και της ουροδόχου κύστεως. Το κάπνισμα των εγκύων ευθύνεται για τη πρώιμη γέννηση λιποβαρών παιδιών, ασκεί δυσμενείς επιδράσεις στην υγεία των βρεφών, κι ευθύνεται για το βρεφικό σύνδρομο αιφνιδίου θανάτου. Στην Ιταλία, π.χ., καπνιστές είναι το 31.5% μεταξύ ανδρών και το 17.2% μεταξύ γυναικών,μ αλλά στην Ελλάδα, οι σχετικές συχνότητες φαίνεται ότι είναι σημαντικά υψηλότερες. Το κάπνισμα/χρήση καπνού παραμένει δεύτερη αιτία θανάτου ή ανικανότητας, αλλά πρέπει να σημειωθεί ότι η επίπτωση του καπνίσματος την κοινότητα έχει μειωθεί από 24.1%, το 1998, σε 16.9%, το 2014, μεταξύ των μαθητών στο Γυμνάσιο/Λύκειο. Εξακολουθεί, όμως, να οφείλεται στο ενεργητικό ή παθητικό κάπνισμα περίπου το 1/3 της στεφανιαίας νόσου. Το κάπνισμα συμβατικού τσιγάρου συνδέεται με αύξηση κατά 9% της ετήσιας αναζητήσεως υπηρεσιών υγείας (στις ΗΠΑ), ενώ η ετήσια κατανάλωση πόρων γικα την ατνιμετώπιση εκτροπών υγείας, λόγω του καπν΄σιματος ανέρχεται στο ποόν των 289 δισ δολ., στις ΗΠΑ (&). Αναμένεται ότι η σταδιακή μείωση μπορεί να απειλείται από την αυξανόμενη χρήση του e-τσιγάρου και των >450 είδη προϊόντων που είναι διαθέσιμα, μέσω αυτού. Μέχρι σήμερα, οι κίνδυνοι και τα ωφελήματα του e- τσιγάρου παραμένουν αμφισβητήσιμα, αλλά αποτελούτν αντικείμενο εντατικής επιστημονικής έρευνας, καθώς επίθσης και από την FDA (:Food and Drug Administration). Πιστεύεται, πάντως, ότι, παρ΄όλο ότι το e-τσιγάρο εμπλέκεται σε μικρότερα ποσοστά με εκτροπές της υγείας, συγκριτικά με το συμβατικό κάπνισμα, μπορεί να αποτελεί προπομπό για την μελλοντική χρήση συμβατικού καπνίσματος ή μπορςί να επάγει τις υποτροπές σε πληθυσμούς τέως καπνιστών.
Από τα αποτελέσματα μιας σχετικά πρόσφατης επιδημιολογικής μελέτης παρατηρήσεως, στον καρκίνο του πνεύμονος οφείλεται το 8.3% στον καρκίνο του πνεύμονος, στην ομάδα ηλικών 45-59 ετών,ποσοστό που έχει σημαντικές διακυμάνσεις από χώρα σε χωρα, από 4.2%, στην Πορτογάλία, μέχρι 11.9%, στην Ελβετία.
εικόνα 1. πιθανότητα θανάτου μεταξύ ανδρών, διακριθέντων σε χειρονακτικά ή πνευματικά επαγγέλματα, ηλικίας μεταξ'υ 45-59 ετών. Φαίνεται με σαφήνεια ότι το πλεονέκτημα ως προς τον θάνατο που έχουν οι ανήξκοντες σε υψηλότερες κοινωνικές τάξεις είναι ανεξάρτητο της παθήσεως και των παραγόντων κινδύνου που εμπλέκονται στη διαμόρφωση της θνητότητας.
πίνακας 1. αναλογία θα΄νατου από διάφορες αιτίες, επί ανδρών, ηλικίας 45-59 ετών. Οι διακυμάνσεις στην ειδική θνητότητα μεταξύ ανδρών, μέσης ηλικάις, από χώρα σε χώρα, οφείλονται στις διαφορές σε κοινωνικοοικονομικές ανισότητες στην κατανάλωση καπνού και οινοπεύματος, που ευθήνοτναι για τις διακυμάνσεις στην κατ΄αιτία θανάτου θνητότητα.
Όπως φαίνεται στον πίνακα, άλλες πνευμονοπάθειες, καθίστανται υπεύθυνες για το 4.5% των θανάτων στην Ευρώπη, από 2.9% στη Νορβηγία, 3.3% στη Ιταλία και 7.2% στην Ιρλανδία. Παρ΄όλο ότι δεν αναγνωρίσθηκαν σαφείς αποδείξεις ότι για όλους αυτούς τους θανάτους υπεύθυνο ήταν το κάπνισμα, η εξάρτηση σ΄αυτό επιδεινώνει τον κίνδυνο θανάτου από κάθε τύπο χρόνιας πνευμονοπάθειεας (►).
Το κάπνισμα μειώνει το προσδόκιμο επιβιώσεως στους άνδρες από 77.0 έτη, σε 69.7 και στις γυναίκες από 81.6, σε 75.6 (►) |
Πρ΄όλο ότι είναι γνωστό, το κάπνισμα ευθύνται για το 90% των πνευμονικών καρκίνων, το 66% της Χρόνιας αποφρακτικής πνευμονοπάθειας (►), και το 25% των καρδιαγγειακών παθήσεων και προκαλεί 84000 θανάτους, στην Ιταλία, το χρόνο, καταγράφονται ~41.400 νέοι καπνιστές, το χρόνο (►).
καρδιαγγειακές παθήσεις | 2.46 |
ΧΑΠ | 0.45 |
ΜΚΠ | 0.06 |
ΜΜΚΠ | 0.23 |
ΑΕΕ | 1.11σ |
* στην Ιταλία, σε σχέση με τιμές 1998. |
Προσυμπτωματικός έλεγχος καρκίνου του πνεύμονος
η σημασία του δείκτης "κόστος-αποτέλεσμα" αναλύεται στο οικείο λήμμα : ►.
αύξηση σωματικού βάρους κι ευερεθιστότητα
Η νικοτίνη, ως ψυχοδραστική ουσία που ευθύνεται για την εξάρτηση από το κάπνισμα, ασκεί πληθώρα επιδράσεων στον εγκέφαλο και τη ψυχική σφαίρα (&) και επάγει την απελευθέρωση σειράς νευροδιαβιβαστών, αμέσως μόλις, μετά 7-10 sec μετά την εισπνοή της, φτάσει στον εγκέφαλο (&). Η νικοτίνη προκαλεί μεταβολές στη λειτουργία του ΚΝΣ, στην αντίληψη, τη συνείδηση, το συναίθσημα, και τη συμπεριφορά. Οι μεταβολές προσλαμβάνονται από τον καπνιστή ως ευνοϊκές, και επομένως επιδιώκει να τίθεται υπό την επίρρεια της. Η νικοτίνη δρα στους νικοτινικούς, χολινεργικούς υποδοχείς, όπου όπου προκαλέι αλλοιώσεις στη δομή τη λειτουργία και την κατανομή στο νευρικό σ΄συητμα και μεσολαβεί πολλαπλές δράσεις, παρόμοιες με τις περιγραφόμενες επί καπνιστών. Η εξάρτηση από τη νικοτίνη είναι πλέον έκδηλη και σοβαρή σε εκείνα τα άτομα με προδιάθεση στην κατάθλιψη, τη σχιζοφρένεια, την κατανάλωση αλκοόλ ή άλλων ουσιών. Το τσιγάρο είναι ένα αποτελεσματικό σύστημα προσλήψεως φαρμακολογικών παραγόντων και προσδίδει τη νικοτίνη ευχερ΄'ως, και σε σχετικά υψηλές συγκεντρώσεις, προς τον εγκέφαλο, μια κατάσταση που επάγει την εξάρτηση. Η βαρύτητα της εξαρτήσεως από τη νικοτίνη μπορεί να ποσοστικοποιηθεί με βάση το ερωτηματολόγιο Fagerström Tolerance Questionnaire ή το DSM-IV, αν και τα βοηθήματα αυτά είναι ανακριβρείς προγνωστικοί παράγοντες της συμπεριφοράς που καθορίζει την εξάρτηση, που εισφέρει και τη δυσκολία της διακοπης του καπνίσματος (&). Ως ψυχοδραστική ουσία, η νικοτίνη προκαλεί μεταβολές στο ΚΝΣ, ενώ επάγει την απελευθέρωση πληθώρας νευροδιαβιβαστών, μέσω των οποίων προκαλεί μεταβολές στην ικανότητα αντιλήψεως, τη γνωστική ικανότητα , το συναίσθημα και τη συμπεριφορά (&). Ενόσω οι μεταβολές αυτές προσλαμβάνονται από τον καπνιστή ως ευνοϊκές, ο ίδιος, επιδιώκει να τελεί υπό τοην εήρρεια της νικοτίνης, προκαλώντας και διατηρώντας την εξάρτησή του (&, &). έχουν, επίσης, περιγραφεί άλλες φαρμακολογικές δράσεις, όπως στο καρδιαγγειακό, στο ενδοκρινικό και το μεταβολισμό, ως αποτέ,εσαμ επιδράσεων στους ενδοκρινείς αδένες και στις νευροενδοκρινικά συστήματα, όπως οι κατεχολαμίνες, η σεροτονίνη, και τα γλυκοκορτικοειδή (&). Αντίθετα, με ό,τι συμβαίνει στο ΚΝΣ, οι δράσεις αυτές δεν συνειδητοποιούνται από τον καπνιστή. Υπάρχει διάχυτη πεποίθηση ότι το κάπνισμα διατηρεί το σωματικό βάρος υπό έλεγχο (&). Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι οι καπνιστές, γενικά, έχουν μικρότερο σωματικό βάρος από τους μη καπνιστές και, σε πολλές μελέτες έχει διαπιστωθεί ότι η διακοπή του καπνίσματος ακολουθείται με την αύξηση του σωματικού βάρους (&, &). Ο μηχανισμός μέσω του οποίου η διακοπή του καπνίσματος ακολουθείται από αύξηση του σωματικού βάρους δεν έχει κατανοηθεί (&). Το σλυνδρομο στερήσεωςαπότοκο της περιορισμού λήψεως νικοτίνης χαρακτηρίζεται από αύξηση της ορέξεως, και την ανάπτυξη ψυχολογικών πρποβλημάτων, όπως η ευερεθιστότητα, και η ανησυχία (&). Εν τούτοις πιστεύεται ότι τα ψυχολογικά προβλήματα εισφέρουν εμμέσως στην αύξηση του σωματικού βάρους των πρώην καπνιστών. Η ανησυχία (άγχος) είναι αρνητική συγκινησιακή κατάσταση που επηρεάζει τη γνωστική ικανότητα, τη συμπεριφορά και τις σωματικές αντιδράσεις, δηλαδή τις διεργασίες μέσω του αυτόνομου νευρικού συστήματος. Οι μεταβολές αυτές απολήγουν στην αύξηση της προλήψεως τροφής που προκαλούνται αππό υποκειμενικό αίσθημα πείνης, με αποτέλεσμα αύξηση του σωματικού βάρους, που προσθέτει στα αίτια του άγχους. Η κατάσταση ανησυχίας μειώνεται μετά τρεις μήνες από τη διακοπή του καπνίσματος και έχει γνωστεί ότι είναι σύμπτωμα, μεταξύ άλλων που συνθέτουν το φαινότυπο του "συνδρόμου αποχής". Το άγχος είναι μεγαλύτερο μεταξύ των γυναικών που πρόσφατα διέκοψαν το κάπνισμα, παρά μεταξύ των ανδρών και προσομοιάζει, έτσι, με την αναλογία μεταξύ Α:Γ του γενικού πληθυσμού. Μερικοί, πάντως, πιστεύουν ότι η αύξηση του σωματικού βάρους δε είναι αποτέλεσμα άγχους, αλλά μάλλον σχετίζεται με τις επιδράσεις στο μεταβολισμό της νικοτίνης.
Μερικοί, αλλά όχι όλοι οι συγγραφείς (&), συστήνουν, για την αποφυγή της αυξήσεως του σωματικού βάρους μετά τη διακοπή του καπνίσματος είναι η χρήση μασώμενων δισκίων νικοτίνης (&).
1. US Department of Health and Human Services. The health consequences of smoking: nicotine addiction: A report from the Surgeon General. Washington DC: Government Printing Office; 1988 [DHHS Publication CDC 88-8406].
2. Rennard SI, Daughton DM. Smoking cessation
3. US Department of Health and Human Services. The health benefits of smoking cessation: a report of the Surgeon General. Rockville: Office on Smoking and Health; 1990 [DHHS Publication CDC 90-8416]