Καρδιοπνευμονική κόπωση στις πνευμονοπάθειες

 Με τις δοκιμασίες καρδιοπνευμονικής κοπώσεως είναι δυνατή η επισήμανση διαταραχών ανά εμπλεκόμενο σύστημα, καρδιαγγειακό, αναπευστικό, μεταβολικό, ερειστικό και νευρικό. Οι δοκιμασίες καρδιοπνευμονικής κοπώσεως (ΔΚΠΚ) χρησιμοποιούνται υπό αυξανόμενο ρυθμό για την αξιολόγηση ασθενών με πνευμονικές παθήσεις, δεδομένου ότι οι δοκιμασίες λειτουργικού ελέγχου αναπνοής δεν αποτυπωνουν συστηματικά την αντοχή στην άσκηση. 

 

βλέπε: δοκιμασίες κοπώσεως στις πνευμονοπάθειες

--3γ περιοριστικού τύπου μείωση της ικανότητας αερισμού
 
-πρακτικές οδηγίες για την ερμηνεία της δοκιμασίας καρδιοπνευμονικής κοπωσεως
Η δοκιμασία καρδιοπνευμονικής κοπώσεως αποτελεί ολοκληρωμένη κλινική αποτίμηση του συμπτωματικού ασθενούς και, γενικά, η ικανότητα στην άσκηση συσχετίζεται ισχυρά με την μετρήσεις της καταστάσεως υγείας, στους ασθενείς με χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια (ΧΑΠ), ιδιαίτερα εφόσονδιενεργείται στα πλαίσια εμπεριστατωμένης αξιολογήσεως των δεδομένων από τον λειτουργικό έλεγχο αναπνοής, υπό συνθήκες αναπαύσεως. Αναφορικά με την αξιολόγηση του συμπτώματος της χρόνιας δύσπνοιας που επάγει η σωματική άσκηση, που παρέχει χρήσιμες πληροφορίες που αφορούν την ικανότητα ασκήσεως του ασθενούς και κλείδες γοα την αποτίμηση της προγνώσεως των ασθενών. Σημαντικά συμπαρομαρτούντα αποτελούν η ηλικία του ασθενούς, την συνύπαρξη παχυσαρκίας ή κυφώσεως ή άλλων σοβαρών συνοσηροτήτων, κάθεμια από τις οποέίς ασκεί σημαντική επιδραση στη διαμόρφωση του κλινικού στάτους του ασθενούς. Τα επενεργούντα όρια της εκπτύξεως του VT κατά τη διάρκεια της κοπώσεως μπορούν να εκτιμηθούν από την ειπσνευστική χωρητικότητα ηρεμίας, ICηρεμίας, ως ποσσοτό της προβλεπόμενης τιμής της. Η Ικανότητα διαχύσεως ηρεμίας, TLCOηρεμίας, παρέχει πληροφορίες 

 

αναφορικά με την έκταση της πιφάνειας που διατίθεται για την ανταλλαγή αερίων κι έχει δειχθεί ότι προβλέπει τον αρτηριακό αποκορεσμό, κατά την άσκηση ασθενών με αναπνευστικά προβλήματα. Η μέτρηση της στατικής πιέσεως που μπορούν να παράξουν οι εισπνευστικοί κι εκπνευστικοί μύες μπορεί, επίση,ς να χρησιμοποιηθεί ως εκτίμηση της μεγίστης ικανότητας αερισμού (MVC). 
τύποι αερισμού
Η δυσανοχή στην άσκηση που παρατηρείται στους αποφρακτικούς ασθενείς είναι πολυπαραγοντική. Στους αναγνωρισμένους παράγοντες περιλαμβάνονται: [1] συμπτώματα που εξαίρονται κατά την άσκηση, [2] διαταραχές της μηχανικής του αερισμού και της αντλλαγής αερίων [3] δυσλειτουργία των περιφερικών μυών, [4] παράγοντες από το καρδιαγγειακό, [4] μεταβολικοί παράγοντες και, [6] οποιδήποτε συν δυασμό από τα προηγούμενα. Οι αλληλεξαρτώμενοι αυτοί παράγοντες παρατηρούνται σε διαφορετικές εντάσεις από ασθενή σε ασθενή και περισσότεροι αθροίζονται με την εξέλιξη της παθήσεως. Η οριοθετημένη από τα συμπτώματα κατανάλωση οξυγόνου ( V̇Ο2) αποτελεί αξιόπσιτο προγνωστικό δείκτη στους ασθενείς με ΧΑΠ ανεξάρτητο της ηλικίας και του FEV1. Η μεγίστη ( V̇Ο2) δεν μπορεί, αξιόπιστα, να προβλεφθεί με σπιρομετρικές μετρήσεις, αν και έχει πρόσφατα δειχθεί ότι αποφρακτικοί ασθενείς με περιορισμό εκπνευστικής ροής κατά την ανάπαυση η IC, ηρεμίας και κοπώσεως, % της προβελπόμενης, συσχτίζεται ισχυρά μνε τη  VT και την οριοθετημένη από τα συμπτώματα (V̇Ο2). Οι ασθενείς  με χαμηλή IC ηρεμίας έχουν μειωμένη ικανότητα να εκτείνουν το μέγεθος του αναπνόμενου όγκου τους, ( V̇Τ), με αύξηση της αναπνευστικής οδηγήσεως εκ της ασκήσεως, και, επομένως, φτάνουν σε πρώιμο μηχανικό περιορισμό αερισμού. 

 

Στους ασθενείς με εξελιγμένο στάδιο ΧΑΠ, το επικρατητικό σύμπτωμα που οριοθετεί την επίδοση στην άσκηση είναι η δύσπνοια, αν και η χωλότητα  (δυσφορία/πόνος στα κάτω άκρα) είναι συχνό σύμπτωμα περιροιστικό στην περαιτέρω κόπωση, τουλάχιστον κατά τη διάρκεια του εργομετρικού ποδηλάτου. Είναι σημαντική η επιβεβαίωση του ανασταλτικού συμπτώματος περαιτέρω κοπώσεως σε κάθε ασθενή, χωριστά, απλά ερωτώντάς τον σχετικά στο τέλος της κλινικής δοκιμασίας ασκήσεως.   
παθολογικοί τύποι αερισμού
Στους σημαντικότερους περιλαμβάνονται: [1] χαμηλός μέγιστος αερισμός, που αντανακλά τον μηχανικό περιορισμό, [2] υψηλό υπομέγιστο αερισμό, για δεδομένη παραγωγή έργου ή V̇Ο2 .