ξανθίνες

πίνακας 1. ξανθίνες
ξανθίνες
αμινοφυλλίνη aminophylline cooper 250 mg/10 ml inj
aminophylline ενέσιμο διάλυμμα demo 250 mg/a0 ml

θεοφυλλίνη

 

theobros 300 mg
theodur 200 mg
theodur 300 mg
uniphillin 100, 250 mg
θεοφυλλινική χολίνη choledyl 400 (256)
  choledyl 100 (63.65) mg  
διπροφυλλίνη      

βλέπε: θεοφυλλίνη

Μηχανισμός δράσεως

Παρ΄όλο ότι χρησιμοποιείται για πάνω από 70 χρόνια, ο μηχανισμός δράσεως της θεοφυλλίνης παραμένει σε σημαντικό βαθμό, αδιευκρίνιστος, και υπάρχουν διάφορες σχετικές προτάσεις: 

αναστολείς φωσφοδιεσταρασών, καθώς αναστέλλει τις φωσφοδιεστεράσεις, οι οποίες διασπούν το ενδοκυττάριο cAMΡ κι έτσι, απολήγει σε αύξηση των συγκεντρώσεων του cAMP (που είναι, βασικά, β-υποδοχέας, που επάγει την βρογχοδιαστολή, τη μείωση του οιδήματος, αναστέλλει την αποκοκκίωση των σιτευτικών κυττάρων και μειώνει τη γλοιότητα των τραχειοβρογχικών εκκρίσεων). -H θεοφυλλίνη είναι μη εκλεκτικός αναστοπλέας της φωσφοδιεστεράσης αν και ο βαθμός αναστολής της είναι περιορισμένος, στα θεραπευτικά όρια υπό τα οποία χορηγείται, αν και η ιδιότητά της αυτή σχετίζεται με το βρογχοδιασταλτικό της αποτέλεσμα, εν τούτοις. Η ανασταλολή των φωσφοδιεστερασών, όμως, επιπλέον, μπορεί να σχετίζεται με τις περισσότερες από τις απρενέργειες της θεοφυλλίνης ιδίως την ναυτία και κεφαλαλγία.   
ανταγωνιστής των υποδοχέων αδενοσίνης. Επειδή η αδενοσίνη είναι ισχυρό βρογχοσπαστικό επί ασθματικών, μέσω ενεργοποιήσεως των σιτευτικών κυττάρων. Η ανταγωνισμός στην αδενοσίνη μπορεί να ευθύνεται για μερικές από τις σημαντικότερες παρενέργειες της θεοφυλλίνης. όπως η διέγερση του ΚΝΣ, οι καρδιακές αρρυθμίες, και η διούρηση. 
διεγέρτης της απελευθερώσεως κατεχολαμινών. Η θεοφυλλίνη προκαλεί αύξησητης εκκρίσεως αδρεναλίνης από τα επινεφρίδια, αλλά η έκκρισή της δεν είναι ικανή να παράσχει βρογχοδιασταλτικό αποτέλεσμα. 
αναστολέας της απελευθερώσεως μεσολαβητών
αναστολέας της απελευθερώσεως του ενδοκυττάριου Ca
αυξάνει την δράση της δεακετυλάσης της ιστόνης. Πρόσφατα έχει προταθεί ένας νέος μηχανισμός δράσεως της θεοφυλλίνης με τον οποίο μπορεί να εξηγηθεί η αντιφλεγμονώδης δράση της θεοφυλλίνης υπό χαμηλές συγκεντρώσεις στο πλάσμα. Στον προτεινόμενο μηχανισμό εμπλέκεται η ενεργοποίηση της διακετυλάσης της ιστόνης, -πυρηνικά ένζυμα, τα οποία αυξάνονται με τη δράση των γλυκοκορτικοειδών και αναστέλλουν την έκφραση των γονιδίων της φλεγμονής. Ο μηχανισμός αυτός εμπλέκεται, επίσης, στις συνεγατικές αντεπιδράσεις με τις αντιφλεγμονώδεις δράσεις των γλυκοκορτικοειδών και μπορεί να οδηγήσει στην αναστροφή της ανοχής στα γλυκοκορτικοειδή επί σοβαρού άσθματος και ΧΑΠ. 

H ομάδα αυτή των φαρμάκων χοηγείται από του στόματος, ως βρογχοδιασταλτικό, αλλά και αντιφλεγμονώδες και ανοσοτροποποιητικό.  Ο μηχανισμός δράσεως δεν έχει πλήρως κατανοηθεί, και η βρογχοδιασταλτική του δράση θεωρείται σε συνδυασμό με άλλα βρογχοδιασταλτικά, όπως τα εισπνεόμενα στεροειδή και τα βρογχοδιασταλτικά. Η θεοφυλλίνη απορροφάται ευχεςρώς από το πεπτικό σύστημα, αλλά έχει το μειονέκτημα των πολλών ανεπιθύμητων δράσεων, εφ΄ όσον οι συγκεντρώσεις στο αίμα υπερβούν το θεραπευτικό όριο (5-20 mg/l).  Οι ηλικιωμένοι έχουν  βραδύτερους ρυθμούς μετανβολισμούς, λώστρε η κάθαρση της θεοφυλλίνης αναμένεται να καθυστερεί, συγκριτικά με τα νεότερα άτομα. Μερικές παθήσεις, όπως η καρδιακή και η ηπατική ανεπάρκεια, ενώ εμφανίζει σοβαρές αντεπιδράσεις με άλλα φάρμακα, όπως τα μακρολίδια και η σιμετιδίνη.
Είναι πιθανό ότι οποιαδήποτε ωφέλιμη δράση επί άσθματος σχετίζςεται με τη δράση τους σε άλλα εμπλεκόμενα κύτταρα, όπως τα Τ-λεμφοκύτταρα ή τα κυψελιδικά μακροφάγα ή επί της μικραγγειακής διαρροής και το σχηματισμό οιδήματος. Η θεοφυλλίνη είναι, σχεδόν ένα αναποτελεσματικό βρογχοδιασταλτικό, ώστε η αντιασθματικής δράση θα μπορούσε ασφαλέστερα να εξηγηθεί από την αντιφλεγμονώδη της δράση ιδίως σε χαμηλές συγκενντρώσεις, που ήδη χρησιμοποιούνται στην κλινική πράξη. Η θεοφυλλίνη είναι αναποτελεματική, χορηγούμενη με εισπνοές, μέχρις ότου να εξασφαλιτσεί ένα ικανοποιητικό πείπεδο στο πλάσμα. Σε μια κλινική μελέτη, συγκριτική με ομάδα ελέγχου και εικονικό φάρμακο διαπιστώθηκε ότι η θεοφυλλίνη ασκεί, επιπλέον, ανοσοτροποιητική δράση , καθώς μειώνει την  ενεργοποίηση των Τ-λεμφοκυττάρων, στους αεραγωγούς πιθανόν μέσω παγιδεύσεως της κυκλοφορίας τους στην κυκλοφορία. Η θεοφυλλίνη, επίση,ς μειώνει τα ηωσινόφιλα από το βρογχικό βλεννογόνο, και επάγει την απόχρεμψη σε χαμηλές συγκεντρώσεις στο πλάσμα. Η θεοφυλλίνη μειώνει τα ουδετερόφιλα στα πτύελα των ασθενών με ΧΑΠ, ενώ τα εισπνεόμενα κορτικοστεροειδή δεν εχόυν δράση στη μείωση των ουδετεροφίλων. Η διακοπή της θεοφυλλίνης συνεπάγεται επιδείνωση της ΧΑΠ, όπως και του άσθματος. κλινική χρήση της θεοφυλλίνης
Σε ασθενείς με οξύ άσθμα, η ενδοφλέβια αμινοφυλλίνη είναι λιγότερο αποδοτική, παρ΄ό,τι η χορήγηση με΄σω νεφελοποιητού β2-διεγερτών. και επιφυλάσσεται, επομένως, για τους λίγους ασθενείς, οι οποίοι δεν απαντούν στη χρήση των εισπνεόμενων βρογχοδιασταλτικών. Η θεοφυλλίνη δεν πρέπει να χορηγείται συστηματιικά ως συμπληρωματικό φάρμακο στους β2-διεγέρτες, επειδή δεν αυξάνει το βρογχοδιασταλτικό αποτέλεσμα, ενώ αυξάντονται οι παρενέργειές τους. Δεν υπάρχουν ενεδείξεις ότι η θεοφυλλίνη είναι επωφελής στη θεραπεία των παροξύνσεων της ΧΑΠ. Η θεοφυλλίνη έχει εντελώς περιορισμένη δράση ή στερείται δράσεως επι του βρογχοκινητικού τόνου στους φυσιολογικούς αεραγωγούς, αλλά μπορεί να αναστρέψει τον βρογχόσπασμο στους ασθματικούς ασθενείς παρ΄όλο ότι η δράση της αυτή είναι ασθενέστερη εκείνης των β2-διεγερτών κι είναι πιθανότερο να προκαλέσουν ανεπιθυμήτες ενέργειες. Η θεοφυλλίνη και οι β2-διεγέρτες έχουν αθροιστική δράση ακόμη και εάν δεν αναγνωρίζεται αληθής συνέργεια, ενώ υπάρχουν ενδείξεις ότι η θεοφυλλίνη ειφέρει πρόσθετο βρογχοδιαταλτικό αποτέλεσμα ακόμη και μετά χορήγηση μέγιστων δόσεων β2-εισπνεόμενων διεγερτών. Επομε΄νως, εάν δεν πετυχαίνεται πλήρης λύση του βροχγοσπάσμου με τη χορήγηση β2-αγωνιστών, μπορεί να προστεθεί θεοφυλλίνη μα καλά κλινικά αποτελέσματα. Η θεοφυλλίνη μπορεί να είναι ωφέλιμη σε μερικούς ασθενείς με νυκταρινό άσθμα, ιδίως των βραδείας αποδεσμεύσεως μορφών της, με τις οποίες μπορεί να συντηρηθούν θερασπευτικά επίεπδα καθ΄όλη τη διάρκεια της νύκτας, και είνα περισσότερο αποδοτική και ασφαλής από τα βραδείας αποδεσμεύσεως β2-αγωνιστές.
Παρ΄όλο ότι η θεοφυλλίνη είναι λιγότερο αποδοτική παρ΄ότι οι συνδυασμοί με β2-διεγέρτες και εισπνεόμενα κορτικοειδή, μερικοί ασθματικοί εμφανίζουν καλό αποτέλεσμα και έχει αναγνωριστεί ότι ακόμη και αθενείς υπό υψηλές δόσεις κορτικοειδών ή κορτικοειδή από του στόματος εμφανίζουν επιδείνωση, με τη διακοπή της θεοφυλλίνης. Η προσθήκη χαμηλής δόσεως θεοφυλλίνης εμφανίζει το ίδιο ή καλύτερο αποτέλεσμα παρ΄ό,τι ο διπλασιασμός τη δόσεως των εισπνεόεμνων κορτικοειδών, σε ασθενείς που δεν ελέγχονται με υψηλές δόσεις εισπνεόεμνων στεροειδών. Εν τούτοις, είναι λιγότερο αποδοτική ως θεραπευτικό συμπλήρωμα σε ασθενείς, παρ΄ότι η προσθήκηε ενός LABA, παρ΄όλο ότι έχει χαμηλότερο θεραπευτικό κόστος, ειδικότερα σε χώρες με περιορισμούς στο κόστος περιθάλψεως.
Η θεοφυλλίνη απορροφάται ευχερώς και πλήρως από το ΓΕΣ, αλλά η κάθαρσή της από το πλάσμα εξαρτάται από ποικιλία παραγόντων, κιεπομένως οι συγκεντρώσεις της στο πλάσμα. Οι δυσκολίες χορηγήσεως έχουν εν με΄ρει καμφθεί, λόγω της δυνατότητας ευχςρούς ελέγχου των συγκεντρώσεών της στο πλάσμα και της εισαγωγήγς φαρμακευτικών μορφών βραδείας αποδεσμεύσεως. Στον επόμενο ππίνακα, καταχωρούνται οι κυριότεροι παράγοντες που επηρεάζουν την κάθαρση της θεοφυλλίνης. Σύμφωνα με τις οδηγίες από την British Thoracic Society , η θεοφυλλίνη/αμινοφυλλίνη προστίθεται στο νβήμα 3, στη θεραπεία του άσθματος, 

Πίνακας 2. Παράγοντες που επηρεάζουν την κάθαρση θεοφυλλίνης αυξάνουν τη κάθαρση μειώνουν την κάθαρση επαγωγή του ενζύμου (P450, μικροσωμιακού συστήματος του ήπατος) όπως: η ριφαμπικίνη, η φαινοβαρβιτάλη, η φαινοβαρβιτόνη, η αιθανόλη  αναστέλλουν το ένζυμο, αυξάνουν τις συγκεντρώσεις της: η σιμετιδίνη, η ερυθρομυκίνη, σιπροφλοη=ξασίνη, αλλοπυρινόλη, αντιλευκοτριενικά.  κάπνισμα (τσιγάρα, μαριχουάνα) συμφορητική ακαρδιακή ανεπάρκεια δίαιτα υψηλή σε πρωτεΐνες, χαμηλή σε υδατάνθρακες ηπατοπάθειες κατανάλωση κρέατος ψημένου στα κάρβουνα οαιδική ηλικίαιογενείς λοιμώξεις και εμβολιασμοί   υψηλή δίαιτα υδατανθράκων   μεγάλες ηλικίες

παρενέργειες
Οι ανεπιθύμητες δράσεις της θεοφυλλίνης είναι συνάρτηση των συγκεντρώσεών της στο πλάσμα και τείνουν να εμφανίζοντι όταν τα επίπεδά της στο αίμα υπερβαίνουν τα 20 μg/dl, αν και πολλοί ασθενείς εμφανίζουν παρενέργειες, σε χαμηλότερες συγκεντρώσεις. Είναι σίγουρο ότι υπερβαίνοντας τα άνω όρια του θεραπευτικού φάσματος,  θα εκδηλωθούν ανεπιθύμητες ενέργειες, όπως ναυτία κι έμετοι, κεφαλαλγία, ταχυκαρδία και αρρυθμίες, αϋπνία, σπασμοί, ανησυχία και διαταραχές συμεπριφοράς, γαστρεντερικά προβλήματα.
Σε κάποιο βαθμό, οι παρενέργειες της θεοφυλλίνης αποτρέπονται με τη σταδιακή αύξησή της, μέχρις ότου επιτευχθούν θεραπευτικές συγκεντρώσεις Στις κυριότερες επιπλοκε΄ς περιλαμβάνονται η κεφαλαλγία, η ναυτί, οι έμετοι, η κοιλιακή δυσφορία, και η ανησυχία. Μπορεί να εμφανιστεί αυξημένη έκριση οξέος και διούρηση. Η άποψη ότι η θεοφυλλίνη, ακόμη και σε θεραπευτικά όρια μπορεί να προκαλέσει διαταραχές συμπεριφοράς, και δυσκολίες μαθήσεως, δεν επιβεβαιώθηκαν. Σε υψηλότερες συγκεντρώσεις μπορεί να εμφανιστούν σπασμοί, καρδιακή αρρυθμία, ακόμη και θάνατος. Ιδιαίτερη προσοχή επιβάλλεται για τους ασθενείς που προσέρονται με παρίοξυνση, ενώ ευρίσκονται, ήδη σε θεραπεία με θεοφυλλίνη. Η χορήγηση ανδοφλεβίως αμινοφυλλίης, μετά από την perOs λήψη της θεοφυλλίνης μπορεί να αποδεχτεί ιδια΄τιερα επικίνδυνη, ακόμη και θανατηφόρα.