Χρόνια Αποφρακτική Πνευμονοπάθεια - σπιρομέτρηση

$Η διάγνωση της ΧΑΠ βασίζεται στην απόδειξη της μερικώς αναστρέψιμης αποφράξεως των (μικρών ιδίως) αεραγωγών. Η διάγνωση της ΧΑΠ τεκμηριώνεται μόνο με σπιρομέτρηση, πριν και μετά βρογχοδιαστολή και έλεγχο βρογχικής υπεραντιδραστικότητας. Ο έλεγχος ικανότητας διαχύσεως, περαιτέρω, εξυπηρετεί τη διάκριση μεταξύ χρονίας βρογχίτιδας και πνευμονικού εμφυσήματος.
Η σπιρομέτρηση παραμένει η μόνη ακριβής μέτρηση του βαθμού αποφράξεως επί ασθενών με ΧΑΠ. Η μέτρηση PEFR, που διενεργείται μέσω ενός πνευμοταχογράφου, υποεκτιμά σημαντικά το βαθμό αποφράξεως, επειδή ελέγχει μόνο την περιοχή των μεγάλων αερωγωγών. Η διάγνωση της ΧΑΠ δεν μπορεί να βασιστεί σε μέτρηση της PEFR, καθώς μια φυσιολογική PEFR δεν αποκλείει την παρουσία ΧΑΠ.  Η σπιρομέτρηση αποτελεί αναντικατάστατη μέθοδο σε επίπεδο δευτεροβάθμιου Νοσοκομείου, αλλά, ήδη επεικτείνεται σε επίπεδο πρωτοβάθμιας φροντίδας. H διάγνωση της αποφράξεως τεκμηριώνεται εφ΄όσον ο FEV1 βρεθεί <80% της προβλεπόμενης τιμής του. Ενώ είναι χαμηλής διαγνωστικής αξίας για την αξιολόγηση της ποιότητς ζωής και της ανικανότητας, η σπιρομέτρηση αποτελεί άριστο δείκτη προγνώσεως, επί ΧΑΠ και εισφέρει στην αξιολόγηση της προγνώσεςω επί ΧΑΠ. Η σπιρομέτρηση, μόνη της, δεν μπορεί να διακρίνει το άσθμα από την ΧΑΠ, εκτός εάν επαναληφθεί μετά βρογχοδιαστολή. Μικρός βαθμός βρογχοδιαστολής επιτυγχάνεται, όμως, και επί χρονίας βρογχίτιδας.  Επιπλέον, όμως, οι μορφολογικές μεταβολές της καμπύλης ροής-όγκου, μπορεί να αποκαλύψουν πληροφορίες αναφορικά με την απόφραξη στους μικρούς αεραγωγούς. Η μέτρηση της βραδείας ζωτικής χωρητικότητας επιτρέπει την εκτίμηση της αποφράξεως, σε ασθενείς που είναι ανίκανοι να εκτελέσουν μια πλήρη βίαιη εκπνοή ζωτικής χωρητικότητας.|σπιρομέτρηση|
Μορφολογικές διακρίσεις της καμπύλης ροής-όγκου
Γενικά, με βάση της σπιρομέτρηση, η ΧΑΠ σταδιοποιείται, κατά GOLD,  σε τέσσερα στάδια βαρύτητας:
1. στάδιο I (FEV1 ≥ 80% προβλ.)
2. στάδιο II (FEV1 50% - 79% προβλ. )
3. στάδιο III (FEV1 30% - 49% προβλ)
4. στάδιο IV (FEV1 ≤ 30% προβλ)
Στη μελέτη PLATINO, συγκρίθηκαν τα  προ και μεταβρογχοδιαστολή αποτελέσματα της σπιρομετρήσεως με την κλινική διάγνωση, βασισμένη στα συμπτώματα.
.σπιρομετρική εκτίμηση βαρύτητας της αποφράξεως
Η ανικανότητα επί ΧΑΠ μπορεί μόνο περιορισμένα να εκτιμηθεί από τον FEV1 και μια περισσότερο προσεκτική προσέγγιση θα περιλάμβανε, επίσης, το βαθμό της αποφράξεως και της ανικανότητας, τη συχνμότητα των παροξύνσεων, προγνωστικούς παράγοντες, όπως η δύσπνοια, αποιτιμούμενη με την κλίμακα, πχ., της MRC, την μέτρηση της ικανότητας διαχύσεως, TLCO, την κατάσταση συνολικής υγείας, την ανοχή στην άσκηση, τον δείκτη BMI, την PaO2, και ευρήματα χρόνιας πνευμονικής καρδίας.
Συχνά τα συμπτώματα φαίνονται δυσανάλογα διαφορετικά παρ΄ό,τι προδικάζουν η σπιρομετρική διαταραχή, με β΄'αση την αξονική τομογραφία ή τη μέτρηση τρης TLCO
Ο υπολογισμός του δείκτη BODE (ΒΜΙ, απόφραξη, δύσπνοια-score, και ινανότητα στην άσκηση) είναι απαραίτητος εφόσον παρέχονται οι σχετικές παράμετροι.
Για την εκτίμηση της αποφράξεως, λαμβάνεται υπ όψη ο επόμενος πίνακας.

σπιρομετρική εκτίμηση βαρύτητας της αποφράξεως
  NICE, 2004 ATS/ERS GOLD NICE, 2010
μετά βρογδιαστολή FEV1/FVC FEV1%προβλ   μετά βρογχοδιαστολή
<0.7 >=80%   ήπια στάδιο 1-ήπια στάδιο 1- ήπια
<0.7 50-79% ήπια σημαντική στάδιο 2- σημαντική στάδιο 2-σημαντική
<0.7 30-49% σοβαρή σοβαρή στάδιο 3- βαριά στάδιο 3-βαριά
<0.7 <30% βαριά βαριά στάδιο 4-πολύ βαριά στάδιθο 4-πολύ βαριά

Σύμφωνα με τις οδηγίες, η διάγνωση της ΧΑΠ πρέπει να βασίζεται στην σπιρομέτρηση, αλλά πρακτικά, μόνο 30-50% των νέων διαγνώσεων επιθβεβαιώνονται με τη σπιρομέτρηση προ-μετά-βρογχοδιαστολή (&).
Ο FEV1 αποτελεί κρίσιμης σημασίας μεταβλητή που επηρεάζει τις μελλοντικές μεταβολές της πνευμονικής λειτουργίας και την επιβίωση.  Σε μια προοπτική, πολυκεντρική μελέτη (&, &) μικρού αριθμού με ΧΑΠ που παρακολουθήθηκαν επί 15 χρόνια (!) απέδειξε ότι οι γηραιότεροι είχαν μειωμένο προσδόκιμο επιβίωσης σε σχέση με τους νεότερους., αλλά μετά ρύθμιση της ηλικίας, ο μετά βρογχοδιαστολή FEV1 ήταν ο ασφαλέστερος δείκτης εκτίμησης του προσδόκιμου επιβίωσης. Η εμφάνιση χρόνιας πνευμονικής καρδίας ήταν επίσης κρίσιμος προγνωστικός παράγοντας, ιδίως μεταξύ των νεότερων ασθενών. Εν τούτοις, υπήρξε ευρεία διακύμανση στη πρόγνωση των ασθενών, νεότερων και ηλικιωμένων, που παρέμεινε ασαφής, πακόμη κια μετά σύγκριση δύο δείγμα ων εκείνου του Texas και εκείνου της Tucson.