Σύνδρομο αναπνευστικής δυσχέρειας ενηλίκων - παθοφυσιολογία - παθογένεια

Το ARDS είναι ένα σύνδρομο που συχσετίζεαι με ποικιλία παθολογικών ευρημάτων. Σε αυτά περιλαμβάνονται:
πνευμονία
ηωσινοφιλική πνευμονία
οξεία ινώδης οργανούμενη πνευμονία
κρυπτογενής οργανούμενη πνευμονία
και διάχυτη κυψελιδική καταστροφή. Από όλες τις προηγούμενες, η συχνότερα συνδεόμενη με ARDS είναι η διάχυτη κυψελιδική βλάβη.
διάχυτη κυψελιδική καταστροφή. Χρώση Η&Ε
File:Hyaline membranes - intermed mag.jpgΗ διάχυτη κυψελιδική βλάβη χαρακτηρίζεται από διάχυτη φλεγμονή του πνευμονικού παρεγχύματος. Το αρχικό ερέθισμα, συνήθως, συνεπάγεται αθρόα απελευθέρωση κιτοκινών και άλλων μεσολαβητών της φλεγμονής που απεκκρίνονται από τοπικά επιθηλιακ΄ακι ενδοθηλιακά κύτταρα. Στις αιτίες της φλεγμονής μεταναστεύουν πολυμορφοπύρηνα ουδετερόφιλα και μερικά Τ-λεμφοκύτταρα  που εισφέρουν στην καταστροφή της κυψελίδας, και το σχηματισμό υαλοειδούς μεμβράνης. συσχητούνται δύο παράγοντες που πρωταγωνιστούν στις παθοφυσιολογικές εξελίξεις: η φλεη=γμονή και η μηχανική καταπόνηση.
[α] φλεγμονή
Η φλεγμοπνή, όπως στη σήψη, προκαλεί δυσλειτουργία στα ενδοθήλια, εκροή υγρού από τα πνευμονικά τριχοειδή και διαταραχή της παροχετεύσεως  των υγρών από τους πνεύμονες. Η δυσλειτουργία των κυψελιδικών (επιθηλιακών) κυττάρων τύπου ΙΙ, μπορεί, επίσης,  να συμμετέχει στις εξελίξεις με ταυτόχρονη μείωση της παραγωγής επιφανειοδραστικής ουσίας, ενώ, η αυξημένη συγκέντρωση Ο2 στο εισπνεόμενο  μίγμα, που επίναι κλινικά αναγκαίο σε αυτή τη φάση, επιδεινλωνει την παραγωγή επιφανειοδραστικής ουσίας και προκαλεί συνθήκες ευνοϊκές για προσέλκυση ανοσολογικά δραστικών κυττάρων. Στην δεύτερη φάση, η δυσλειτουργία των ενδοθηλιακών κυττάρων επάγει την εισροή εξιδρώματος και κυττάρων της φλεγμονής να εισρεύσουν στις κυψελίδες. Το αναπτυσσόμενο πνευμονικό οίδημα αυξάνει το πάχος της κυψελιδοαρτηριακής μεμβράνης, με αποτέλεσμα διαταραχές στην ανταλλαγή αερίων, που εκδηλώνεται συχνότερα με σοβαρή υποξαιμία και αύξηση του έργου αναπνοής και, ενδεχομένως, επάγει την παραγωγή ινώσεως στους αερροχώρους.
Επιπλέον, το οίδημα και η μειωμένη παραγωγή επιφανειοδραστικής ουσίας από τα πνευμονοκύτταρα τύπου ΙΙ, προκαλεί ατελεκτασία στις κυψελίδες ή τις μετατρρέπει σε δεξαμενές εξιδρώματος. η απώλεια αρισμού επιτείνει τη δεξιά-προς-αριστερά διαφυγή, επί ARDS, καθώς διαμορφώνονται αναπνευστικές μονάδες, στις οποίες οι κυψελίδες περιέχουν σταδικά λιγότερο αέρα, ενώ εξακολουθούν να αιματώνονται. Το αποτέλεσμα είναι η εγκατάσταση διαφυγής (shunt). Οι ατελεκτατικές κυψελίδες και τα συγκληθέντα βρογχιόλια δεν επιτρέπουν ανταλλαγή αερίων, ώστε δεν είναι ασυνήθης η χαμηλή τιμή της PaO2 < 60 mmHg, παρά την εφαρμογή μηχανικού αερισμού και χορήγηση Ο2 100%. Η απώλεια αερισμού μπορεί να προέρχεται από διαφορετικές προελεύσεις. Επί ARDS προερχόμενο από πνευμονία, το οίδημα συγκεντρώνεται στα οπίσθια τμήματα των κάτω λοβών και αντιστοιχεί με την περιοχή της αρχικής λοιμώξεως, ενώ στο ARDS που οφείλεται σε σήψη ή τραύμα, οι βλάβες είναι δάχυτες και εστιακές. τα οπίσθια και βασικά τμήματα προσβάλλονται πάντα, αλλά είναι ακόμη λιγότερο ομοιογενής. Παθογένεια. Στις περισσότερες περιπτώσεις, το πνευμονικό οίδημα