Η μερική πίεση διοξειδίου του άνθρακος στο αρτηριακό αίμα, αντανακλά τη σχέση μεταξύ του παραγομένου CO2 και του αποβαλλομένου με την αναπνοή. Η σχέση αποδίδεται από τη εξίσωση:
ΡaCO2 = 0.863 X V́CO2/V́A εξίσωση κυψελιδικού αερισμού {1}
Όπου, V̇CO2, η παραγωγή διοξειδίου του άνθρακος ανά λεπτό, k συντελεστής εξομοιώσεως των μονάδων μετρήσεων και V̇A, ο κυψελιδικός αερισμός
Από την εξίσωση (1) προκύπτει ότι η ΡaCO2 είναι αντιστρόφως ανάλογη με τον V́A (βλέπε: σχέση κυψελιδικού αερισμού, V̇A και CO2) (&).
Η φυσιολογική τιμή της είναι 40 mmHg, αν και μερικοί συγγραφείς επιλέγουν ένα εύρος τιμών τιμών στο διάστημα 95% CL: 40 ±3 mmHg (δηλαδή 37…43 mmHg). Στην κλινική πράξη, ορίζεται αυθαίρετα ως υποκαπνία, η τιμή ΡaCO2 στο διάστημα, από 38-30 mmHg, σημαντική υποκαπνία, από 29-26 mmHg και σοβαρή υποκαπνία, κάτω από 25 mmHg. Αντίθετα, ορίζεται ήπια υπερκαπνία, όταν η τιμή ΡaCO2 κυμαίνεται μεταξύ 41-50 mmHg, σημαντική υπερκαπνία, στο διάστημα 51-60 mmHg, και σοβαρή υπερκαπνία, επί τιμών μεγαλυτέρων των 60 mmHg.
Είναι σημαντικό να διακρίνουμε την υπερκαπνία επί φυσιολογικού ή αυξημένου αερισμού, όπως συμβαίνει επί χρόνιας αποφρακτικής πνευμονοπάθειας, από την υπερκαπνία, επί μειωμένου αερισμού, όπως συμβαίνει επί χορηγήσεως καταστολής ή νευρομυΐκών παθήσεων.
Σύμφωνα με έναν εμπειρικό κανόνα, ευρείας κλινικής αποδοχής, το άθροισμα της ΡaO2 και της ΡaCO2 πρέπει να παραμένει χαμηλότερο των 140 mmΗg, εάν ο ασθενής αναπνέει αέρα περιβάλλοντος, στο επίπεδο της θάλασσας. Μεγαλύτερο άθροισμα, είναι δηλωτικό εργαστηριακού σφάλματος ή ότι ο ασθενής λαμβάνει συμπληρωματικό Ο2.