Αλδοστερόνη

Ορμόνη που εκκρίνεται στο φλοιό των επινεφριδίων κι έχει μεγάλη σημασία στη ρύθμιση της πιέσεως και στην ρύθμιση των συγκεντρώσεων του Na+ και του Κ+. Η αλδοστερόνη δρα στο νεφρό μειώνοντας την ποσότητα του νατρίου που απεκκρίνεται στα ούρα. Tο νάτριο επαναπορροφάται από τα ούρα πριν αυτά εγκαταλείψουν το νεφρό και αντικαθίσταται από κάλιο. Το νάτριο μεταφέρει μαζί του νερό, αυξάνοντας έτσι τον όγκο και την πίεση του αίματος. Η παραγωγή αλδοστερόνης διεγείρεται κυρίως με τη δράση της αγγειοτενσίνης , χημικής ουσίας που παράγεται με τη δράση του ενζύμου ρενίνη των νεφρών. H αγγειοτενσίνη I μετατρέπεται σε αγγειοτενσίνη ΙΙ (ενεργός) από το μετατρεπτικό ένζυμο της αγγειοτενσίνης, που παράγεται στα ενδοθηλιακά κύτταρα των πνευμονικών τριχοειδών.  Την παραγωγή της αλδοστερόνης διεγείρει η δράση της φλοιοτρόπου ορμόνης της υπόφυσης.

Μηχανισμός έκκρισης αλδοστερόνης

Η ↓Pαρτ⇒↑παραγωγής ρενίνης στο βωμάνειο έλυτρο⇒διέγερση φλοιού επινεφριδίων⇒έκκριση αλδοστερόνης

Δράση ADH και αλδοστερόνης