αποδόμηση ελαστίνης

Διατηρείται ισορροπία μεταξύ της συνθέσεως και της αποδομήσεως της ελαστίνης στους πνεύμονες, αν και η ελαστίνη είναι ανθεκτική στην πρωτεόλυση. Μόνο μια συγκεκριμένη ομάδα πρωτεασών, που ονομάζονται ελαστάσες έχουν την ικανότητα να υδρολύουν κι έτσι να καταστρέφουν την ωριμη ελαστίνη. Αντίθετα, η τρυψίνη δεν υδρολύει την ώριμη ελαστίνη, αν και έχει καλά τεκμηριωθεί ότι υδρολύει πεπτιδικούς δεσμούς της τροποελαστίνης[i]. Έτσι, παρά το γεγονός ότι το κύριο ερευνητικό ενδιαφέρον έχει στραφεί στην ελαστολυτική δράση της ελαστάσης, η επηρρέπεια των πρωϊμων μορφών ελαστίνης προς υδρόλυση αξίζει ιδιαίτερης προσοχής, ιδιαίτερα σε παθολογικές καταστάσεις που συνοδεύονται με ενεργοποίηση των μηχανισμών φλεγμονής[ii]. Το φαινόμενο της πρωτεολύσεως των πρώϊμων μορφών και της ανθεκτικότητας της ώριμης ελαστίνης, παραλ­λη­λί­ζεται με την αποδόμηση του κολλαγόνου όπου, ενώ η απλή προ-α-αλυσίδα είναι επηρρεπής σε μια ποικιλία πρωτεολυτικών ενζύμων, οι ώριμες μορφές κολλαγό­νου υδρολύονται μόνο από την κολλαγενάση[iii]. Οι ελαστάσες προσβάλλουν την ελαστίνη σε διάφορα σημεία κατά μήκος της πολυπεπτιδικής αλυσίδας του μακρομορίου, αποσπώντας τμήματα, που, στη συνέχεια, υδρολύονται από μη ειδικές πρωτεάσες. Η μόνη γνωστή πηγή ελαστάσης στους πνεύμονες είναι τα κυψελιδικά μακροφάγα και, κύρια, τα ουδετερόφιλα. Παράγουν σερινική πρωτεάση, δηλαδή ένζυμο του οποίου η ενεργός θέση καταλαμβάνεται από ένα μόριο σερίνης. Αναστέλλεται in vitro από μια ειδική τάξη αναστολέων, όπως το d-ισοπροπυλο-φθόριο-φωσφορικό οξύ και το φαινυλο-μεθυλο-σουλφονυλικό φθόριο. Στο πνευμονικό παρέγχυμα οι σημαντικότερες αντιελαστάσες είναι η α1-ΑΤ και ένας όχι καλά διευκρινισμένος τοπικός αναστολέας, που έχει σχετικά πρόσφατα απομονωθεί στην τραχεία και τους μεγάλους αεραγωγούς. Συγκριτικά με την κολλαγενάση, η ελαστάση είναι σχετικά μη ειδική. Σε ουδέτερο pH, η ελαστάση έχει την ικανότητα να καταστρέφει όχι μόνο την ελαστίνη, αλλά και άλλα συστατικά του συνδετικού ιστού, όπως πεπτίδια του κολλαγόνου, ινοδεσμίνες και πιθανότητα πρωτεϊνικά συγκρίματα πρωτεογλυκάνων. Στην προσιτή μας βιβλιογραφία, δεν συναντήσαμε πληροφορίες αναφορικά με την πρωτεόλυση των μικροϊνιδίων των ελαστικών ινών. Είναι πιθανό, όμως, ότι τα μικροϊνίδια είναι ευπαθή στη δράση ουδετέρων πρωτεασών.