Αντίδραση οξείας φάσεως

 Παρατηρούνται σ΄έναν οργανισμό, τοπικά ή συστηματικά, μετά την πρόκληση μιας οξείας βλάβης ή την εγκατάσταση φλεγμονής, την εκδήλωση ανοσολογικών αντιδράσεων, την προσβολή λοιμώξεως. Κάθε μορφή βλάβης ή ιστικής διαταραχής που πυροδοτεί αναπόφευκτες φλεγμονώδεις αντιδράσεις επίσης πρoκαλεί μια αντίδραση οξείας φάσεως. Χαρακτηρίζεται μεταξύ άλλων, από πυρετό, και  αύξηση του αριθμού των λευκοκυττάρων ιδιαίτερα αύξηση του αριθμού των κυκλοφορούντων ουδετεροφίλων, και των πρόδρομων μορφών αυτών. Την ίδια στιγμή καταγράφονται κυτταρικές και βιοχημικές αλλοιώσεις, ιδιαίτερα η συγκερασμένη σύνθεση πρωτεϊνών οξείας φάσεως από τα ηπατικά κύτταρα. Η επαγωγή της εκφράσεως των πρωτεϊνών αυτών παρατηρείται, επίσης, επί νευροφλεγμονής και έχει, επίσης, περιγραφεί ότι παρατηρείται στον οφθαλμό, επί διαβητικής αμφιβληστροειδοπάθειας.

Η αντίδραση οξείας φάσεως άρχεται και μεσολαβείται από αριθμό κυτοκινών, με φλεγμονώδεις ιδιότητες που εκκρίνονται από ποικιλία κυτάρων, όπως πολυμορφοπύτηνα λευκοκύτταρα, ινοβλάστες, ενδοθηλιακά κύτταρα, μονοκύτταρα, λεμφοκύτταρα κλπ. Ο καταρράκτης των κυτοκινών φλεγμονής σε διάφορους ιστούς ενσωματώνει τους ενισχυτικούς και ρυθμιστικούς μηχανισμούς που ελέγχουν την εκδήλωση αντιδράσεως οξείας φάσεως in  vivo. Επομένως, η αντίδραση αυτή είναι άμεση συνέπεια των βιολογικών δραστηριοτήτων των μεσολαβητών σε κάθε οργανισμό και όχι το αποτέλεσμα των ενδογενών ιδιοτήτων του λοιμώδους ή/και των φλεγμονωδών παραγόντων per se.

Οι κυτοκίνες της φλεγμονής, όπως η IL6, η IL1, ο TNF (à74, 85, 87, 91-95, 144,212, 213, 307, 359, 502, 1009, 1105-06, 1294, 1356, 1012) και άλλες, όπως ο TGF, ΙFN και LIF παράγονται από τα κύτταρα της φλεγμονής, που επάγουν τοπικές και συστηματικές αντιδράσεις. Μεταξύ άλλων, οι μεσολαβητές εμπλέκονται στην ενεργοποίηση των λευκοκυττάρων, ινοβλαστών, ενδοθηλιακών κυττάρων και λείων μυϊκών ινών επάγοντας την περαιτέρω σύνθεση νέων μορίων κυτοκινών. Οι μεσολαβητές αυτοί έχουν άμεση επίδραση στα ηπατοκύτταρα, ενώ ασκούν έμμεση επίδραση, ενεργοποιώντας τον άξονα υπόφυση/επινεφρίδια, προς σύνθεση ACTH και επακόλουθη παραγωγή κορτιζόλης. Η κορτιζόλη ενισχύει την έκφραση των υποδοχέων της IL6 και των ηπατοκυττάρων και, έτσι, ευοδώνει τη μεσολαβούμενη από την IL6 των πρωτεϊνών οξείας φάσεως.

Εγκατάσταση αρνητικών ανάδρομων αντιδράσεων μπορεί να προκαλέσουν την αναστολή της IL6, IL1, και TNF από την κορτιζόλη και την αναστολή της IL1 και του TNF στα μονοκύτταρα από την IL6. Από όλους τους μεσολαβητές που συμμετέχουν στην επαγωγή και ρύθμιση της δράσεως των πρωτεϊνών οξείας φάσεως, η IL6 φαίνεται ότι επάγει το ευρύτερο φάσμα πρωτεϊνών οξείας φάσεως, ενώ η Il1 και o TNF επάγουν τη σύνθεση κλασμάτων αυτών των πρωτεϊνών[i].

 

[i] Kushner, Mackiewicz A (1993). The acute phase response: an overview.. CRC Press. pp. 3–19