Δοκιμασία ROTH

 H δοκιμασία Roth, δR είναι κλινική δοκιμασία, αξιόπιστη, αντίστοιχη με τα κλινικά ερωτηματολόγια σχετικά με τους δείκτες δύσπνοιας, που μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε διατάξεις τηλεϊατρικής (1). Με το δείκτη Roth μπορεί να επιτευχθεί μια εκ του μακρόθεν εκτίμηση χαρακτήρων δύσπνοιας (&,&). H δύσπνοια, εν γένει, συσχετίζεται με επιδείνωση της κλινικής κατάστασης σε πληθώρα καρδιοπνευμονικών παθήσεων. Είναι σαφές ότι η εκτίμηση της δύσπνοιας παραμένει πολυπαραγοντική εκτίμηση και, προς ώρας, δεν υπάρχει αντικειμενiκό μέτρο απιτίμησής της για τη διακριτική ταξινόμησή της (4). Αποτελεί δυνητικό δυνητικό δείκτη θνητότητας, που συχνά υπερισχύει κοινών κλινικών δεικτών στην κλινική αξιολόγηση των ασθενών. 
Οι δημοφιλέστερες κλινικές μέθοδοι, όπως η συχνότητα αναπνοής, η χρήση επικουρικών μυών, ο κορεσμός αιμοασφαιρίνης κ.ά) δεν μπορούν να θεωρηθούν 'χρυσά πρότυπα' για την αντικειμενική και συγκρίσιμη μεταξύ των ασθενών αποτίμηση της δύσπνοιας. Έχει εισαχθεί μια δοκιμασία η δοκιμασία ROTH, δR, που έχει την ικανότητα να ταξινομήσει τους ασθενείς σε σχέση με τη δύσπνοια, με όρους υποξίας. Είναι για τον λόγο αυτόν, κατάλληλη για την κλινική αξιολόγηση των ασθενών με δύσπνοια, ακόμη και εξ αποστάσεως (&). 

Η δR αποδίδει δύο δείκτες: το όριο της απαρίθμησης που μπορεί ο κάθε εξεταζόμενος να εκφωνήσει μετά 1 βαθειά εισπνοή από το επίπεδο βαθιάς εκπνοής, και το χρόνο που θα χρειαστεί για την απαρίθμηση αυτή. Ο ασθενής μετράει δυνατά, καθαρά και όσο πιό γρήγορα μπορεί: '1,2,3,......", ενώ παράλληλα ο εξεταστής χρονομετρεί τη διάρκεια της μέτρησης. Η δοκιμασία αυτή, για καρδιολογικούς ασθενείς έχει αποβεί οφέλιμη για την αποτίμηση της οφειλόμενης στην υποξία δύσπνοια ασθενείς, με ισχαιμία μυοκαρδίου ή άλλες και άλλες παθήσεις του καρδιαγγειακού. Εν τούτοις δεν έχει ακόμη μελετηθεί σε ασθενείς με πνευμονοπάθειες ή και εξωπνευμονικές παθήσεις με συμμετοχή του αναπνευστικού). Ο δείκτης Roth έχει βασίζεται σε δύο άξονες: α. το αύξοντα αριθμό στον οποίο έφτασε η μέτρηση και, β. το χρόνο που δαπανήθηκε γι αυτό. Κι αυτό επειδή η απαρίθμηση, αρχής γενομένης από το 1, μπορεί να τελείται υπό διαφορετική ταχύτητα, λόγω ηλικίας  μόρφωσης, φύλου, συγκινησιακών καταστάσεων, ευφράδειας ή επαγγελματισμού. 
Τα αποτελέσματα της μεθόδου υποστηρίζουν τη κλινική χρήση του score του δR στην ταυτοποίηση ασθενών με  καρδιολογικά προβλήματα που χρήζουνβ ειδικότερης αξιολόγησης. Η μέγιστη απαρίθμηση που μπορεί να επιτευχθεί <10 ή ο χρόνος που δαπαναθήκε γι αυτήν <7 secs, διακρίνει ασθενείς με ΗbΟ2< 96% και ευαισθησία  91% και 83%, αντίστοιχα. Μέγιστος αριθμός απαρίθμησης < 7 και χρόνος που δαπανήθηκε <5 secs ταυτοποιεί ασθενελις με κορεσμό αιμοσφαιρίνης <90% με ευαισθησία 87% και 82% αντίστοιχα.  
 Η εναλλακτική αυτή μέθοδος για τον εντοπισμό υποξίας σ΄ένα ασθενεή με δύσπνοια, έχει το πλεονέκτημα ότι μπορεί να τελεστεί από έναν μη ειδικό, σε οικιακό περιβάλλον. Ενώ, ταυτόχρονα διευρύνει τη χρήση της τηλεϊατρικής για την αξιολόγηση της δύσπνοιας (&),  

 

 

 

 

-----------------------------------

βιβλιογραφία
1. Field MJ, Grigsby J. Telemedicine and remote patient monitoring. JAMA. 2002;288:423–425.
2. Bui AL, Fonarow GC. Home monitoring for heart failure management. J Am Coll Cardiol. 2012;59:97–104.
3. Bruderman I, Abboud S. Telespirometry: novel system for home monitoring of asthmatic patients. Telemed J. 1997;3:127–133.
4. Finkelstein J, O’Connor G, Friedmann RH. Development and implementation of the home asthma telemonitoring (HAT) system to facilitate asthma self-care. Stud Health Technol Inform. 2001;84(part 1):810–814.
5. CHORIN E, Padegimas Α, Havakuk Ο, Birati EY, Shacham Υ, Milman Α, Topaz G, Flint Ν, Keren G and Rogowski Ο. Assessment of Respiratory Distress by Roth Score , Clin Cardiol 2016. 39 639