Αντίδοτα

Οι περισσότερες δηλητηριάσεις αντιμετωπίζονται θεραπευτικά με συμπτωματική αγωγή, δηλαδή με χορήγηση φαρμακευτικών ουσιών ικανών να εξουδετερώσουν τα επιμέρους συμπτώματα της δηλητηρίασης. Στη θεραπευτική, διατίθιενται αντίδοτα για ελάχιστες, μόνο τοξικές ουσίες.

 

 

 

Ανταγωνισμός - είδη ανταγωνισμού. χημικός-λειτουργικός-ανταγωνισμός βιοδιαθεσιμότητας- ανταγωνισμός για τους υποδοχείς.

ηηη. e

Εισαγωγή. Αντίδοτα είναι ουσίθες που όταν βρεθούν στον οργανισμό ταυτόχρονα με κάποια τοιξική ουσία: αλληλεπιδρούν με αυτόν ή τα προϊόντα βιομετατροπής του. Επηρεάζουν την τοξικοκινητική του. Επηρεάζουν την τοξική του δράση. Ανταγωνίζονται τα αποτελέσματα της τοξικής του δράσεως. Εξαλείφουν ή ελαχιστοποιούν τις τελικές εκδηλώσεις του τοξικού παράγοντα. 

Χημικός ανταγωνισμός. Χημική αντίδραση με το δηλητήριο, σχηματίζοντας, έτσι, ένα λιγότερο τοξικό προϊόν. παραδείγματα: Ο χηλικός παράγοντας  Η διμερκαπρόλη (ΒΑL) σχηματίζει χηλικά υδαροδιαλυτά σύμπλοκα με μερικά βαρέα μέταλλα, ελαττώνοντας την τοξικότητα τους και επιταχύνοντας την απεκκρισή τους. Η θειική πρωταμίνη σχηματίζει σταθερό σύμπλοκο με την ηπαρίνη, με αποτέελσμα η ηπαρίνη να χάνει τις αντιπηκτικές της ιδιότητες.

Λειτουργικός ανταγωνισμός. Τα αντίδοτα που δρουν με τον μηχανισμό αυτό, προκαλούν αντίθετες ενέργειες στο βιολογικό σ΄συτημα από αυτές που προκαλεί το δηλητήριο. παραδείγματα: Μετά τη λήψη σπασμογόνου δηλητηρίου για την καταστολή των σπασμών χορηγείται διαζεπάμη (αντισπασμωδικό). Σε δηλητήριαση με βαρβιτουρικά

 

 

ηηη